Το καλύτερο αντίδοτο για τη γενικευμένη κόπωση είναι η σωματική άσκηση
Η σωματική άσκηση, πιθανώς -αλλά όχι κατ' ανάγκη- σε συνδυασμό με την ψυχοθεραπεία, είναι το καλύτερο αντίδοτο για όσους υποφέρουν από γενικευμένη κόπωση και εξάντληση λόγω του καρκίνου.
Η άσκηση φέρνει καλύτερα αποτελέσματα σε σχέση με τα έξτρα φλιτζάνια καφέ, τον υπνάκο ή τα φάρμακα, και γι' αυτό πρέπει να είναι το πρώτο πράγμα που συνιστούν οι γιατροί, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την αναπληρώτρια καθηγήτρια Κάρεν Μούστιαν του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου του Ρότσεστερ της Νέας Υόρκης, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό περιοδικό ογκολογίας "JAMA Oncology", μελέτησαν (μετα-ανάλυση) 113 τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές, που αφορούσαν συνολικά πάνω από 11.500 ασθενείς, εκ των οποίων σχεδόν οι μισές ήσαν γυναίκες με καρκίνο του μαστού.
Η σωματική εξάντληση είναι η συχνότερη παρενέργεια κατά την αντικαρκινική θεραπεία και μετά από αυτήν. Μπορεί να μειώσει την ικανότητα ενός ασθενούς να κάνει ολοκληρωμένα την θεραπεία του, μειώνοντας έτσι τις πιθανότητες επιβίωσής του, ενώ υποσκάπτει την ποιότητα της ζωής του, καθώς ο ασθενής δυσκολεύεται να πάρει μέρος σε διάφορες δραστηριότητες.
Διαφέρει από τη συνήθη χρόνια κόπωση, δεν ανακουφίζεται με την ανάπαυση ή τον ύπνο και μπορεί να διαρκέσει για μήνες ή και για χρόνια. Οι επιστήμονες θεωρούν πιθανό ότι προκαλείται από τη χρόνια φλεγμονή στον οργανισμό λόγω της νόσου και της θεραπείας.
Η νέα μελέτη διαπίστωσε ότι η τόσο η αερόβια όσο η αναερόβια σωματική άσκηση -με ή χωρίς παράλληλη ψυχοθεραπεία- είναι πιο αποτελεσματική στο να μειωθεί η εξάντληση, σε σχέση με τις φαρμακευτικές παρεμβάσεις με φάρμακα όπως το Modafinil ή το Ritalin.
«Τα φάρμακα αυτά δεν “δουλεύουν” πολύ καλά, μολονότι συνταγογραφούνται συνεχώς. Οι καρκινοπαθείς ήδη παίρνουν πολλά φάρμακα και όλα έχουν κινδύνους και παρενέργειες, συνεπώς αν μπορεί κανείς να μειώσει τα φάρμακα, αυτό αποβαίνει σε όφελος των ασθενών», δήλωσε η Μούστιαν.
Θετική επίδραση έχει από μόνη της και η ψυχολογική παρέμβαση, η οποία βοηθά τον ασθενή να προσαρμοσθεί στη νέα κατάστασή του και να αλλάξει την προσωπική συμπεριφορά του.