Η ηχορύπανση αλλά και το ψύχος αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων. Μελέτες που παρουσιάστηκαν φέτος στο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Καρδιολογίας καταδεικνύουν ότι εκτός από τους γνωστούς μέχρι σήμερα παράγοντες κινδύνου για την πρόκληση των καρδιαγγειακών νοσημάτων κομβικό ρόλο παίζουν επίσης η μόλυνση του περιβάλλοντος, ο θόρυβος αλλά και οι κλιματολογικές συνθήκες και συγκεκριμένα το ψύχος.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις οι περιβαλλοντικοί παράγοντες είναι υπεύθυνοι για το 20% των ασθενειών στην Ευρώπη. Από τους περιβαλλοντικούς κινδύνους η ατμοσφαιρική ρύπανση και η ηχορύπανση “σκοτώνουν” περισσότερους από τέσσερα εκατομμύρια ανθρώπους ετησίως. Το 90% περίπου του ευρωπαϊκού πληθυσμού εκτίθεται σε υψηλά επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης και ηχορύπανσης που υπερβαίνουν τα συνιστώμενα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας πρότυπα. Μάλιστα η ηχορύπανση αυξάνει τον κίνδυνο της καρδιαγγειακής νόσου, συμπεριλαμβανομένης της υπέρβασης και των καρδιακών παθήσεων.
Τα παραπάνω ανέφερε ο πρόεδρος της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας, Στέφανος Φούσας, στη διάρκεια συνέντευξης τύπου που δόθηκε στο πλαίσιο του 36ου Διεθνούς Καρδιολογικού Συνεδρίου το οποίο διεξάγεται στη Θεσσαλονίκη.
Ο κ Φούσας τόνισε ακόμη ότι μέχρι το 2030 το 40% των Ευρωπαίων θα υποφέρει από κάποια μορφή καρδιαγγειακής νόσου παρά την αύξηση του προσδόκιμου ζωής. “Η αυξανόμενη συχνότητα, νοσηρότητα και θνητότητα από τα καρδιαγγειακά νοσήματα καθιστούν επιβεβλημένη την πρόληψη, την έγκαιρη διάγνωση και την αποτελεσματική αντιμετώπισή τους. Συγκεκριμένα στην ηλικία των 40 πρέπει να ξεκινά ο καρδιολογικός έλεγχος εφόσον βέβαια από τη γέννηση του ατόμου και έπειτα δεν έχουν φανεί καρδιολογικές ασθένειες ή συγκεκριμένα ενοχλήματα. Οι βασικοί παράγοντες κινδύνου για τα καρδιαγγειακά νοσήματα είναι το κάπνισμα, η παχυσαρκία, η υπερλιπιδαιμία, η αρτηριακή υπέρταση, ο σακχαρώδης διαβήτης. Η έλλειψη άσκησης και το καθημερινό άγχος προκαλούν επιπλέον δυσμενείς συνέπειες στην καρδιά” πρόσθεσε ο κ Φούσας.
“Οι καρδιακές παθήσεις και τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια μαζί σχετίζονται με το 40% όλων των θανάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση” επισήμανε ο γενικός γραμματέας της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας, Γιάννης Κανακάκης, τονίζοντας την ανάγκη ανάπτυξης προγραμμάτων πρωτογενούς αλλά και δευτερογενούς πρόληψης στη χώρα μας.
“Η πιο αποτελεσματική και σωτήρια θεραπεία για έναν από τους πιο κοινούς τύπους εμφράγματος είναι η μηχανική διάνοιξη των αποφραγμένων αρτηριών και η αποκατάσταση της ροής του αίματος, διαδικασία ευρύτερα γνωστή ως πρωτογενής αγγειοπλαστική. Ένα σημαντικό θέμα που σχετίζεται με την έκβαση των ασθενών μετά την εκδήλωση ενός εμφράγματος του μυοκαρδίου είναι ο χρόνος αντίδρασης των ασθενών για την αναζήτηση βοήθειας αλλά και η καθυστέρηση του συστήματος υγείας” πρόσθεσε ο κ Κανακάκης.
Παράλληλα ανέφερε ότι στο πλαίσιο των πρωτοβουλιών του προγράμματος “Stent for life” προχωρά η οργάνωση ενός συστήματος προνοσοκομειακής διάγνωσης και έναρξη της θεραπείας από την στιγμή που μπαίνει ο ασθενής στο ασθενοφόρο.
“Η προσονοκομειακή διάγνωση με ηλεκτροκαρδιογράφημα 12 απαγωγών και άμεση αποστολή με τηλεμετρία του καρδιογραφήματος σε επεμβατικό κέντρο θα οδηγήσει σε βράχυνση των χρονικών καθυστερήσεων αφού μέχρι να φτάσει ο ασθενής στο νοσοκομείο θα έχει γίνει όλη η προετοιμασία για την αντιμετώπισή του χωρίς καθυστερήσεις με αποτέλεσμα την ελάττωση της θνητότητας και της νοσηρότητας από καρδιακή ανεπάρκεια. Η ανάπτυξη δικτύων αντιμετώπισης του εμφράγματος στις περιφέρειες της χώρας είναι στις άμεσες προτεραιότητες του προγράμματος. Δίκτυο σημαίνει συνεργασία των νοσοκομείων με επεμβατικό τμήμα, των νοσοκομείων χωρίς επεμβατικό τμήμα και του ΕΚΑΒ με σκοπό την ταχεία μεταφορά των ασθενών για διενέργεια πρωτογενούς αγγειοπλαστικής” πρόσθεσε ο κ Κανακάκης επισημαίνοντας ότι τις προσεχείς ημέρες 10 ασθενοφόρα του ΕΚΑΒ στην Αθήνα θα εφοδιαστούν τον κατάλληλο εξοπλισμό με τον οποίο το αποτέλεσμα του καρδιογραφήματος θα αποστέλλεται άμεσα στο νοσοκομείο.