Η έλλειψη ύπνου μειώνει την παραγωγικότητα των εργαζομένων, σύμφωνα με μια νέα μελέτη. Ωστόσο το πόσο πολύ καπνίζει, πίνει ή/και τρώει κανείς, δεν φαίνεται να την επηρεάζει, με εξαίρεση τα πολλά λιπαρά που φαίνεται να την μειώνουν.
Ερευνητές του Πανεπιστημίου Κέιμπριτζ και του ερευνητικού ιδρύματος Rand Europe, μελέτησαν 21.000 υπαλλήλους, για λογαριασμό της ασφαλιστικής εταιρείας VitalityHealth. Από τα ευρήματα της μελέτης φάνηκε ότι όσοι κοιμούνταν λιγότερες από έξι ώρες την νύχτα, ήταν σημαντικά λιγότερο αποδοτικοί στην δουλειά τους, συγκριτικά με εκείνους που κοιμούνταν επτά ή οκτώ ώρες.
Οι εργαζόμενοι με οικονομικές ανησυχίες, προβλήματα ψυχικής υγείας ή μυοσκελετικά προβλήματα είχαν επίσης χαμηλότερη παραγωγικότητα, καθώς και εκείνοι που δεν ασκούνταν. Όσοι ένιωθαν ότι είναι θύματα εργασιακού bullying ή βρίσκονταν υπό πίεση χρόνου ήταν επίσης λιγότερο παραγωγικοί, όπως ανέφεραν οι επιστήμονες.
«Η μελέτη αξιολόγησε τις επιδράσεις στην βραχυπρόθεσμη παραγωγικότητα και όχι στην μακροπρόθεσμη», είπε ο εκπρόσωπος του VitalityHealth. «Μερικές συνήθειες, όπως το κάπνισμα και η κατανάλωση αλκοόλ οδηγούν μακροπρόθεσμα σε προβλήματα, γι’ αυτό και δεν αποτυπώθηκαν στην παρούσα μελέτη», προσέθεσε.
Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Ουψάλα, στη Σουηδία, είχαν διαπιστώσει προηγουμένως ότι ακόμα και μια νύχτα “κακού” ύπνου προκαλεί αλλαγές στον εγκέφαλο παρόμοιες με αυτές που συμβαίνουν μετά από ένα χτύπημα στο κεφάλι.
Ο εγκέφαλος χρειάζεται τον ύπνο για να καθαρίσει από τις τοξικές ουσίες. Η έλλειψη ύπνου σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο της νόσου του Αλτσχάιμερ και του Πάρκινσον. Επίσης η έλλειψη ύπνου μπορεί επίσης να αυξήσει τον κίνδυνο του διαβήτη, καθώς η ινσουλίνη “παλεύει” για τη ρύθμιση του σακχάρου στο αίμα.