Ένα νέο φάρμακο που θα «καταπολεμά» την απώλεια της ακοής και το βουητό στα αυτιά, δοκιμάζουν οι επιστήμονες για πρώτη φορά σε ασθενείς.
Η πρώτη φαρμακευτική θεραπεία για τις δύο αυτές καταστάσεις αναπτύχθηκε από βρετανούς ερευνητές και δρα σε κύτταρα του εγκεφάλου που εμπλέκονται στην επεξεργασία του ήχου. Οι εργαστηριακές μελέτες έχουν δείξει ότι το φάρμακο έχει τη δυνατότητα να μειώνει τα συμπτώματα της ηλικιακής απώλειας ακοής και τις εμβοές.
Περίπου το 50% των ανδρών και των γυναικών ηλικίας άνω των 60 ετών πάσχουν από ηλικιακή απώλεια ακοής και 10% του πληθυσμού πάσχουν από εμβοές.Η σχετιζόμενη με την ηλικία απώλεια ακοής συμβαίνει όταν τα τριχίδια στο εσωτερικό αυτί που συνήθως περνούν τα ηχητικά σήματα στο ακουστικό νεύρο καταστρέφονται ή πεθαίνουν. Οι επιστήμονες πιστεύουν όλο και περισσότερο ότι αυτή η μορφή της απώλειας ακοής μπορεί να συνδέεται τα προβλήματα στα νευρικά κύτταρα του εγκεφάλου.
Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει θεραπεία. Τα ακουστικά βαρηκοΐας ή τα κοχλιακά εμφυτεύματα μπορούν να βοηθήσουν μόνο μερικούς πάσχοντες, αλλά τα εμφυτεύματα απαιτούν χειρουργική επέμβαση και τα βοηθήματα ακοής είναι δυσάρεστα στην εφαρμογή ενώ , αυξάνουν και τον κίνδυνο των λοιμώξεων.
Οι εμβοές είναι η αίσθηση ενός βουητού σε ένα ή και στα δύο αυτιά, όταν δεν υπάρχει προφανής πηγή. Αν και πολλοί άνθρωποι καταφέρνουν να διαχειριστούν τις εμβοές, υπάρχει περίπου 1% του πληθυσμού που έχει σημαντικές επιπτώσεις στην ποιότητα της ζωής τους.
Οι επιστήμονες έχουν αναπτύξει διάφορες θεραπείες, από φάρμακα που επηρεάζουν το κεντρικό νευρικό σύστημα μέχρι και ηλεκτρικές και συμπεριφορικές θεραπείες, αλλά η επιτυχία ήταν περιορισμένη.
Ερευνητές από το Ινστιτούτο Πειραματικής Ιατρικής της Πράγας κατέδειξαν ότι το νέο φάρμακο, μπορεί να βελτιώσει την ακοή σε ζώα μεγαλύτερης ηλικίας, ενώ μια έρευνα από το University College London και το Πανεπιστήμιο του Southern Illinois βρήκε ότι το φάρμακο μπορεί να είναι αποτελεσματικό και για τις εμβοές. Το University College London Hospital και δέκα άλλα νοσοκομεία της Μ. Βρετανίας, ξεκινούν τώρα την κλινική δοκιμή σε 150 ασθενείς , οι οποίοι θα λαμβάνουν τέσσερα χάπια καθημερινά ή ένα εικονικό φάρμακο, κάθε ημέρα για τέσσερις εβδομάδες.