Ένα νέο φάρμακο κατά του ιού της ιλαράς, το οποίο μπορεί να προστατεύσει όσους ανθρώπους έχουν ήδη μολυνθεί, ώστε να μην αρρωστήσουν, και έτσι να παρεμποδίσει την εξάπλωση της νόσου, δοκίμασαν Αμερικανοί και Γερμανοί επιστήμονες με επιτυχία σε πειραματόζωα. Μέχρι σήμερα, προστασία κατά της ιλαράς -που φαίνεται να επιστρέφει παγκοσμίως- παρέχει μόνο το σχετικό εμβόλιο.
Παρά την μεγάλη πρόοδο που έχει επιτευχθεί μέχρι σήμερα στην καταπολέμηση του ιού της ιλαράς, μετά το 2007 οι θάνατοι κάθε χρόνο από την εν λόγω ασθένεια έχουν σταθεροποιηθεί σε περίπου 150.000 παγκοσμίως. Πριν αρχίσουν οι εκτεταμένοι εμβολιασμοί στη δεκαετία του ’80, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας,, η ιλαρά προκαλούσε περίπου 2,6 εκατ. θανάτους ετησίως.
Τελευταία, όμως, έχει παρατηρηθεί αύξηση των κρουσμάτων στις ευρωπαϊκές χώρες και στις ΗΠΑ, όπου η νόσος θεωρείτο ότι έχει τεθεί πια υπό έλεγχο. Η αναζωπύρωση οφείλεται κυρίως στην μεγάλη μολυσματικότητα του ιού και στην ανεπαρκή εμβολιαστική κάλυψη των πληθυσμών, καθώς στις ανεπτυγμένες χώρες αρκετοί γονείς επιλέγουν να μην εμβολιάσουν τα παιδιά τους λόγω των υπερβολικών φόβων τους για πρόκληση παρενεργειών ή για σχέση του εμβολίου με τον αυτισμό.
Οι ερευνητές επεσήμαναν πως ένα νέο φάρμακο σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αποτελέσει υποκατάστατο για τον αναγκαίο εμβολιασμό κατά της ιλαράς, αλλά θα συνιστά ένα πρόσθετο όπλο, ιδίως προληπτικά για όσους, κυρίως εφήβους, δεν έχουν κάνει το σχετικό εμβόλιο. Εως ότου όμως γίνουν οι πρώτες κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους και το πειραματικό φάρμακο είναι έτοιμο για χρήση σε ανθρώπους, θα χρειαστεί αρκετή ακόμη έρευνα, κατ’ αρχήν σε πειραματόζωα μεγαλύτερα από τα κουνάβια, όπως οι μαϊμούδες. Η όλη διαδικασία θα πάρει αρκετά χρόνια, ώσπου να καταλήξει σε ένα χάπι κατά της ιλαράς.
Όπως η γρίπη, η ιλαρά μεταδίδεται από τον αέρα κυρίως μέσω του βήχα και του φταρνίσματος. Είναι τόσο κολλητική, που όποιο παιδί δεν έχει εμβολιαστεί και εκτεθεί στον ιό, θα μολυνθεί με αυτόν. Ανάμεσα στην μόλυνση και στην εκδήλωση των πρώτων συμπτωμάτων (δερματικά εξανθήματα, καταρροή, πυρετός κ.α.), μεσολαβεί μία περίοδος περίπου δύο εβδομάδων, στην οποία μπορεί να δράσει και να φανεί χρήσιμο το νέο φάρμακο.
Κάτι που ανησυχεί ορισμένους επιστήμονες πάντως, είναι ότι η χορήγηση του νέου αντιικού φαρμάκου μπορεί να διευκολύνει την ανάπτυξη μεταλλαγμένων ιών ιλαράς, που θα είναι πιο μολυσματικοί και δυνητικά θανατηφόροι. Γι' αυτό, η μελλοντική χρήση του θα παρακολουθείται συνεχώς για τυχόν ανάπτυξη ανθεκτικών νέων στελεχών του ιού.
Πηγή: ΑΠΕ