Παρά το γεγονός ότι είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη η χρήση τους, τα αντιβακτηριδιακά σαπούνια φαίνεται να έχουν ελάχιστα ή καθόλου οφέλη για το μέσο άνθρωπο που τα χρησιμοποιεί στο σπίτι του, κατά πάσα πιθανότητα επειδή οι περισσότεροι δε γνωρίζουν πώς να τα χρησιμοποιούν σωστά.
Εδώ και πάνω από δύο δεκαετίες ο αριθμός των προϊόντων που περιέχουν αντιμικροβιακούς παράγοντες και συστατικά έχει αυξηθεί δραματικά.
Σύμφωνα με μια έρευνα που δημοσίευσε ο διευθυντής του Κέντρου Περιβαλλοντικής Ασφάλειας στο πανεπιστήμιο της Αριζόνα των ΗΠΑ Rolf Halden, στις μέρες μας υπάρχουν πάνω από 2.000 ανάλογα προϊόντα, όπως σαπούνια, απορρυπαντικά, οδοντόκρεμες κ.ά μέχρι και πιπίλες για μωρά.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι να εκτίθενται σε αυτά τα χημικά: σχεδόν τα τρία τέταρτα των Αμερικανών έχουν ανιχνεύσιμα επίπεδα triclosan (αντιμικροβιακό συστατικό) στα ούρα τους, υποστηρίζει ο ερευνητής, σύμφωνα με δημοσίευμα του Live Science.
Τα αντιβακτηριδιακά προϊόντα έχει αποδειχτεί ότι είναι αποτελεσματικά στην εξόντωση μικροοργανισμών σε νοσοκομεία και άλλα κέντρα φροντίδας της υγείας, ενώ οι οδοντόκρεμες με triclosan μπορεί να βελτιώνουν την υγεία των δοντιών σε όσους πάσχουν από ουλίτιδα, λέει ο ίδιος.
Ωστόσο, υπάρχουν λίγες ενδείξεις που να δείχνουν ότι αυτά τα προϊόντα είναι πιο ωφέλιμα και ευεργετικά από το κοινό σαπούνι για το γενικό πληθυσμό, είπε ακόμη.
Αυτή η έλλειψη «καθαρού» οφέλους μπορεί να ευθύνεται για το γεγονός, ότι οι άνθρωποι συνήθως δεν τα χρησιμοποιούν σωστά.
Για να σκοτωθούν τα μικρόβια, οι άνθρωποι πρέπει να πλένουν τα χέρια τους με αντιβακτηριδιακά προϊόντα για 20 έως 30 δευτερόλεπτα, όμως μελέτες έχουν δείξει ότι οι άνθρωποι πλένουν τα χέρια τους για μόλις έξι δευτερόλεπτα κατά μέσο όρο.
Επιπλέον, έρευνες έχουν δείξει ότι τα μικρόβια μπορούν να προσαρμοστούν σε αυτά τα χημικά, κάτι που μπορεί να αυξήσει την ανθεκτικότητά τους στα αντιβιοτικά που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση των λοιμώξεων, ανέφερε ο Halden.