Η ευαισθησία στον πόνο ελέγχεται από ένα γενετικό “θερμοστάτη”, ο οποίος επηρεάζεται από τον τρόπο ζωής αλλά και από περιβαλλοντικούς παράγοντες, σύμφωνα με μία νέα βρετανική μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “Nature Communications”.
Οι ερευνητές του Τμήματος Γενετικής Επιδημιολογίας του King's College του Λονδίνου έκαναν έρευνα σε 25 ζεύγη πανομοιότυπων διδύμων, τους οποίους υπέβαλαν σε τεστ πόνου ενώ παράλληλα ανέλυσαν το DNA τους. Για τον προσδιορισμό των επιπέδων της ευαισθησίας στον πόνο οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν έναν ανιχνευτή θερμότητας που τοποθετήθηκε στο βραχίονα τους. Οι συμμετέχοντες στη μελέτη κλήθηκαν να πατήσουν ένα κουμπί , όταν η ζέστη γινόταν επώδυνη γι 'αυτούς, γεγονός που επέτρεψε στους ερευνητές να καθορίσουν τα όρια του πόνου τους . Στην συνέχεια οι ερευνητές εξέτασαν το σύνολο του γενετικού κώδικα ( το γονιδίωμα ) των διδύμων και τον συνέκριναν με 50 άλλα άτομα.
Η έρευνα εντόπισε σημαντικές χημικές μεταβολές σε εννέα γονίδια των διδύμων που εμπλέκονται στη ρύθμιση του πόνου. Κάθε μία από αυτές τις γονιδιακές τροποποιήσεις υπήρχε στον ένα δίδυμο, αλλά όχι στον άλλο (καθώς είχαν ζήσει με διαφορετικό τρόπο). Η σημαντικότερη μεταβολή εντοπίστηκε στο γονίδιο TRPA1, που αποτελεί κατ' εξοχήν στόχο για την ανάπτυξη νέου τύπου αναλγητικών φαρμάκων.
Ο επικεφαλής της έρευνας Δρ. Τζόρντανα Μπελ δήλωσε ότι η δυνατότητα ρύθμισης των γονιδίων που εμπλέκονται στην ευαισθησία στον πόνο είναι πολύ σημαντική καθώς θα μπορούσε μελλοντικά να οδηγήσει σε μια πιο αποτελεσματική θεραπεία για την ανακούφιση από τον πόνο σε ασθενείς που πάσχουν από χρόνιο πόνο.