Ένα γρήγορο τεστ διάγνωσης των χλαμυδίων, ένα από τα πιο κοινά σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νόσημα (ΣΜΝ ), ανέπτυξαν οι επιστήμονες. Πρόκειται για μία διαδικασία που διαρκεί λιγότερο από 20 λεπτά και μπορεί εύκολα να γίνει στο σημείο της φροντίδας κατά την επίσκεψη του ασθενούς, σύμφωνα με μία νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Journal of Molecular Diagnostics .
Τα χλαμύδια επηρεάζουν το 5% έως 10% του πληθυσμού και είναι ιδιαίτερα συχνά σε νεαρούς άνδρες ηλικίας κάτω των 25 ετών. Ένας από τους κύριους λόγους που είναι τόσο διαδεδομένη ασθένεια είναι ότι, στην πλειονότητα των περιπτώσεων (75% των γυναικών και το 50% των ανδρών) υπάρχουν ελάχιστα έως καθόλου συμπτώματα και, ως εκ τούτου, παραμένει συχνά αδιάγνωστη. Η μόλυνση αυξάνει τον κίνδυνο αποβολών και είναι μία από τις κύριες αιτίες της γυναικείας υπογονιμότητας σε όλο τον κόσμο.
Το νέο τεστ, που δημιουργήθηκε από ερευνητές του Πανεπιστήμιου του Ταρτού στην Εσθονία και του Πανεπιστημίου της Στοκχόλμης στη Σουηδία, ανιχνεύει τα χλαμύδια απευθείας μέσα από ένα δείγμα ούρων, χωρίς την ανάγκη κάποιου ειδικού εξοπλισμού. Η διαδικασία δεν είναι επίπονη, είναι λιγότερο χρονοβόρα και, ως εκ τούτου, λιγότερο ακριβή.
"Η δοκιμασία επιτρέπει την ανίχνευση πολύ συγκεκριμένων στελεχών των χλαμυδίων με επίπεδα ευαισθησίας σημαντικά βελτιωμένα σε σύγκριση με τα σημερινά διαθέσιμα τεστ" αναφέρει ο επικεφαλής της έρευνας, καθηγητής μοριακής βιοτεχνολογίας Ουλό Λάνγκελ.
Παρά το γεγονός ότι αρκετές δοκιμές ταχείας διάγνωσης έχουν ήδη αναπτυχθεί, καμία δεν προσφέρει μια συγκρίσιμη ευαισθησία με τις τεχνικές που γίνονται στο νοσοκομείο.
Πρόσφατες ανεξάρτητες μελέτες έχουν δείξει ότι επί του παρόντος διαθέσιμες δοκιμές έχουν ευαισθησία μόλις 10 % έως 40 % ενώ το νέο τεστ αγγίζει το 83%, γεγονός που αποδεικνύει την αξιοπιστία του.