Tα παιδιά που ζουν κοντά σε πυρηνικούς σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας δεν έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν λευχαιμία, σύμφωνα με μια μεγάλη βρετανική μελέτη.
Οι ερευνητές, που μελέτησαν περίπου 10.000 παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών και ανέλυσαν τα αρχεία γεννήσεων για σχεδόν κάθε περίπτωση παιδικής λευχαιμίας στη Βρετανία κατά το χρονικό διάστημα 1962-2007, δεν βρήκαν κανένα αποδεικτικό στοιχείο ότι η διαβίωση κοντά σε πυρηνικές εγκαταστάσεις αυξάνει τη συχνότητα εμφάνισης λευχαιμίας στα παιδιά.
Η λευχαιμία είναι ένας καρκίνος των ανώριμων λευκών αιμοσφαιρίων, που συνήθως εμφανίζεται σε παιδιά ηλικίας μεταξύ 2 και 4 ετών. Είναι μία σπάνια ασθένεια, που επηρεάζει περίπου 500 παιδιά το χρόνο στη Μ. Βρετανία και οι ειδικοί λένε ότι 85 έως 90%, μπορεί πλέον να θεραπευτεί.
Η ερευνητική ομάδα από το Κέντρο Μελέτης Παιδικού Καρκίνου, με επικεφαλής τον Τζον Μπίτελ, μέτρησαν τα παιδιά που έζησαν πλησιέστερα σε πυρηνικό εργοστάσιο, τόσο κατά τη γέννηση όσο και όταν διαγνώστηκαν με λευχαιμία.
Τα δεδομένα σχετικά με τις περιπτώσεις καρκίνου προήλθαν από το Εθνικό Μητρώο Παιδικού Καρκίνου, το οποίο περιέχει τα αρχεία σχεδόν όλων των παιδιών που έχουν διαγνωστεί με καρκίνο από το 1962 και εκτιμάται ότι πάνω από 99% είναι περιπτώσεις λευχαιμίας.
Ο Χάζελ Ναν, επικεφαλής των πληροφοριών υγείας στο φιλανθρωπικό ίδρυμα Cancer Research στη Βρετανία, δήλωσε ότι τα αποτελέσματα ήταν " ενθαρρυντικά " .
"Αυτή η μελέτη υποστηρίζει ότι τα ποσοστά ακτινοβολίας στο περιβάλλον, κοντά σε σταθμό πυρηνικής ενέργειας, δεν οδηγούν σε περισσότερες περιπτώσεις λευχαιμίας και παρόμοιες μορφές καρκίνου σε παιδιά κάτω των 5 ετών", ανέφερε χαρακτηριστικά.