Η γενετική αιτία της λευχαιμίας εντοπίστηκε ήδη από την πρώιμη ζωή του εμβρύου μέσα στην μήτρα, σύμφωνα με νέα βρετανική έρευνα. Επιστήμονες από το Ινστιτούτο Έρευνας Καρκίνου μελέτησαν τον γενετικό κώδικα δύο πανομοιότυπων διδύμων για να βρουν την αιτία που οδηγεί στην πιο συχνή μορφή παιδικού καρκίνου.
Τα δίδυμα που μελετήθηκαν από τους ερευνητές είχαν την πιο συχνή μορφή λευχαιμίας που επηρεάζει τα παιδιά , την οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία (ΟΛΛ), η οποία είναι ένας καρκίνος των λευκών αιμοσφαιρίων. Είναι ήδη γνωστό ότι τα πολλαπλά ελαττωματικά γονίδια που συνδέονται με την νόσο ενεργοποιούνται από περιβαλλοντολογικούς παράγοντες. Ωστόσο, η ακριβής αλληλουχία των γεγονότων που οδηγούν στην διάγνωσης της συγκεκριμένης μορφής λευχαιμίας παραμένει ασαφής.
Οι ερευνητές θέλησαν να μάθουν περισσότερα για την ασθένεια για αυτό το λόγο μελέτησαν τα πανομοιότυπα δίδυμα τα οποία έχουν κληρονομήσει το ίδιο DNA από τους γονείς τους και είχαν εκδηλώσει νωρίς στη ζωή τους οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία, αλλά την ξεπέρασαν. Όπως εξηγούν, εντόπισαν συνολικά στα δύο παιδιά 23 μεταλλαγές που σχετίζονται με τη λευχαιμία, αλλά μονάχα μία υπήρχε και στα δύο: αφορά ένα συνηθισμένο “γονίδιο της λευχαιμίας” που ονομάζεται ETV6-RUNX1.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι η μεταλλαγή σε αυτό το γονίδιο εκδηλώθηκε στον έναν από τους διδύμους κατά την ενδομήτριο ζωή και, μέσα της κυκλοφορίας του αίματος της μητέρας, πέρασε και στον άλλο. Δεδομένου ότι οι υπόλοιπες 22 μεταλλαγές βρέθηκαν σκόρπιες στα δύο παιδιά, οι ερευνητές λένε πως προφανώς αναπτύχθηκαν μετά τη γέννησή τους, καθώς εξελισσόταν σιωπηρά η νόσος τους.
Αν και στην συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων η λευχαιμία είναι ιάσιμη, τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται εναντίον της έχουν δυσάρεστες και μερικές φορές σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες. Οι Βρετανοί επιστήμονες επισημαίνουν ότι τα ευρήματα της μελέτης που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση "PNAS", θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ανάπτυξη νέων φαρμάκων για την καταπολέμηση της λευχαιμίας.