Ένα νέο, βελτιωμένο patch (αυτοκόλλητο) για τους ασθενείς του Αλτσχάιμερ, το οποίο καθυστερεί μέχρι έξι μήνες την εξέλιξη της νόσου, αναμένεται να κυκλοφορήσει σύντομα στην ελληνική αγορά.
Το συγκεκριμένο patch ριβαστιγμίνης των 13,3 mg είναι πιο αποτελεσματικό από το προηγούμενο (patch ριβαστιγμίνης των 9,5), λόγω της μεγαλύτερης δοσολογίας που περιέχει.
Το νέο αυτοκόλλητο έχει επίσης και το πλεονέκτημα της απουσίας ανεπιθύμητων ενεργειών και διατηρεί τον ασθενή σε πολύ καλή νοητική και λειτουργική κατάσταση.
Τα παραπάνω ανέφερε η πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Νόσου Αλτσχάιμερ Μάγδα Τσολάκη, σε ενημερωτική συνάντηση με δημοσιογράφους, όπου επεσήμανε ένα ακόμη πλεονέκτημα του νέου patch: με τη χορήγησή του, μειώνεται η δόση των αντιψυχωσικών φαρμάκων που λαμβάνουν, παράλληλα, οι ασθενείς που πάσχουν από Αλτσχάιμερ.
Η ριβαστιγμίνη μπορεί να συγχορηγηθεί χωρίς κίνδυνο αλληλεπιδράσεων με όλα τα ευρέως χορηγούμενα φάρμακα, ενώ το αυτοκόλλητο παρέχει οπτική υπενθύμιση, η οποία και μειώνει τον κίνδυνο υπερδοσολόγησης από λάθος.
Γενικότερα, το αυτοκόλλητο είναι πολύ πιο αποτελεσματικό στη θεραπεία της νόσου σε σχέση με τα άλλα φάρμακα που λαμβάνονται από το στόμα, αναφορικά με τη συνέπεια του ασθενή ως προς τη λήψη τους. Σε μια πολύ πρόσφατη μελέτη, φάνηκε ξεκάθαρα ότι ο κίνδυνος ελλιπούς συμμόρφωσης, λόγω αμέλειας λήψης του φαρμάκου, ήταν 7 φορές μικρότερος και ως τουλάχιστον 5 φορές μικρότερος ο κίνδυνος, λόγω πολυφαρμακίας και λόγω φορτίου του περιθάλποντα με το αυτοκόλλητο της ριβαστιγμίνης.
Ειδικότερα, το αυτοκόλλητο ριβαστιγμίνης παρέχει μεγαλύτερη ευκολία στη χορήγηση και την τήρηση του προγράμματος των περιθαλπόντων.
Σύμφωνα ακόμη με την πρόεδρο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Νόσου Αλτσχάιμερ, το συγκεκριμένο patch κάνει τον ασθενή περισσότερο αυτόνομο και μπορεί να αυτοεξυπηρετείται σε μεγάλο βαθμό.
Όπως ανέφερε η κ. Τσολάκη, οι παγκόσμιες στατιστικές μελέτες για το Αλτσχάιμερ στην Ελλάδα υπολογίζουν τους ασθενείς στους 200.000. Ωστόσο, σε μελέτη που πραγματοποίησε η δική της επιστημονική ομάδα, σε δύο δήμους (Πέλλα και Θεσσαλονίκη) εκτιμάται ότι - στατιστικά - οι Έλληνες πάσχοντες από τη νόσο ανέρχονται στους 130- 150.000.