Η κατανάλωση καυτών αφεψημάτων προκαλεί "πιθανόν" καρκίνο του οισοφάγου, ανακοίνωσε σήμερα ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας
Η κατανάλωση καυτών αφεψημάτων προκαλεί "πιθανόν" καρκίνο του οισοφάγου, ανακοίνωσε σήμερα ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, ο οποίος αντίθετα ήρε τις υποψίες σχετικά με τον καφέ και το ματέ (λατινοαμερικανικό ρόφημα) που καταναλώνονται σε κανονικές θερμοκρασίες.
"Τα αποτελέσματα αυτά υποδηλώνουν ότι η κατανάλωση πολύ ζεστών αφεψημάτων είναι πιθανή αιτία καρκίνου του οισοφάγου και ότι η θερμοκρασία δείχνει να είναι η αιτία παρά τα ίδια τα αφεψήματα", δήλωσε ο Κρίστοφερ Γουάιλντ, διευθυντής του Διεθνούς Κέντρου Έρευνας για τον Καρκίνο (CIRC/IARC), στο τέλος μιας εργασίας επαναξιολόγησης από επιτροπή 23 ειδικών.
Μελέτες που διεξήχθησαν στην Κίνα, το Ιράν, την Τουρκία και σε χώρες της Λατινικής Αμερικής όπου το τσάι ή το ματέ καταναλώνονται κατά παράδοση πολύ ζεστά (σε σχεδόν 70 βαθμούς Κελσίου), έδειξαν ότι ο κίνδυνος καρκίνου του οισοφάγου αυξάνεται με την θερμοκρασία στην οποία καταναλώνεται το αφέψημα, υπογραμμίζει η υπηρεσία για τον καρκίνο του ΠΟΥ.
"Οι κανονικές θερμοκρασίες για τον καφέ και το τσάι στις ευρωπαϊκές χώρες και τη Βόρεια Αμερική είναι μέσα στο όριο αυτό, καταναλώνονται κάτω από τους 60 βαθμούς", εξηγεί ο δρ Ντάμα Λούμις, επιδημιολόγος του CIRC.
Ο καφές, ένα από τα αφεψήματα με τη μεγαλύτερη κατανάλωση παγκοσμίως, δεν θεωρείται στο εξής "ίσως καρκινογόνος", στο τέλος της επαναξιολόγησης που διεξήχθη στη βάση "1.000 και πλέον μελετών στον άνθρωπο και στα ζώα" που δεν καταλήγει σε "κανένα αποδεικτικό στοιχείο καρκινογόνου δράσης" από την κατανάλωσή του.
'Οσο για το ματέ , εάν καταναλωθεί κρύο ή σε "όχι πολύ υψηλή" θερμοκρασία δεν έχει καρκινογόνο δράση, σύμφωνα με επιδημιολογικές μελέτες και πειράματα σε ζώα.
Ο καρκίνος του οισοφάγου είναι η όγδοη πιο συχνή αιτία καρκίνου παγκοσμίως και μια από τις κυριότερες αιτίες θανάτου από καρκίνο, με περίπου 400.000 θανάτους το 2012 (5% του συνόλου των θανάτων από καρκίνο).
Το CIRC δημοσιεύει τακτικά μονογραφίες, δηλαδή περιοδικά από το σύνολο της επιστημονικής βιβλιογραφίας για την καρκινογόνο δράση εξεταζομένων παραγόντων (χημικά προϊόντα, έκθεση κατά τη διάρκεια της εργασίας, καυσαέρια από κινητήρες ντίζελ, παράγοντες κινδύνου σε σχέση με τον τρόπο ζωής, όπως η πολύ μεγάλη κατανάλωση αλλαντικών...) τις οποίες επικαιροποιεί σε τακτική βάση.
Το CIRC καθορίζει έτσι μια ταξινόμηση που αρχίζει από την ομάδα 1 --"μπορεί να προκαλέσει καρκίνο στους ανθρώπους" ή "κάποιες καρκινογόνες ουσίες", έως την ομάδα 4, που είναι η χαμηλότερη βαθμίδα της ταξινόμησης και σημαίνει ότι το εξεταζόμενο είδος δεν είναι καρκινογόνο για τον άνθρωπο. Μέχρι σήμερα, περισσότεροι από 950 παράγοντες έχουν ελεγχθεί και ταξινομηθεί.
Η ταξινόμηση δεν αναφέρει το επίπεδο κινδύνου για την υγεία. Για παράδειγμα, το κάπνισμα ανήκει στην ομάδα 1 των γνωστών καρκινογόνων παραγόντων, αλλά η ταξινόμηση δεν αναφέρει πόσο αυξάνεται ο κίνδυνος σε συνάρτηση με τον αριθμό των τσιγάρων που καταναλώνει ο καπνιστής. Μέσα σε αυτή την ομάδα, ο κίνδυνος μπορεί να ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό.