Υψηλότερο κίνδυνο να εμφανίσουν διαβήτη και καρδιαγγειακές παθήσεις και γενικά χειρότερη υγεία ως ενήλικες έχουν όσοι μπαίνουν νωρίς στην εφηβεία. Αντίθετα αυτοί που καθυστερούν έχουν μεγαλύτερη ροπή στο άσθμα, όπως καταλήγουν Βρετανοί επιστήμονες. Στην έρευνα τους συσχέτισαν την ηλικία έναρξης της εφηβείας με τον αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης διαφόρων ασθενειών στο μέλλον.
Έως τώρα θεωρείτο ότι μόνο η πρόωρη εφηβεία αποτελεί παράγοντα κινδύνου για διάφορες ασθένειες, αλλά η νέα έρευνα δείχνει ότι κάτι ανάλογο συμβαίνει και στην περίπτωση της καθυστερημένης εφηβείας. Πάντως, σύμφωνα με τους επιστήμονες, η επίδραση της εφηβείας είναι σχετικά μικρή και συνιστά απλώς έναν παράγοντα κινδύνου ανάμεσα σε άλλους.
Οι ερευνητές της μονάδας επιδημιολογίας του Πανεπιστημίου Κέμπριτζ, με επικεφαλής τον δρα Φίλιξ Ντέι, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό "Scientific Reports", ανέλυσαν στοιχεία για σχεδόν μισό εκατομμύριο ανθρώπους, συσχετίζοντας το ιατρικό ιστορικό τους με την ηλικία που -κατά προσέγγιση- εμφανίσθηκε η εφηβεία τους.
Σε όσους, γυναίκες και άνδρες, η εμφάνιση υπήρξε πρόωρη, ο κίνδυνος εκδήλωσης διαβήτη τύπου 2 και καρδιοπάθειας ήταν αυξημένος κατά 50% περίπου, ενώ σε περίπτωση καθυστερημένης εφηβείας ο πιο αυξημένος κίνδυνος αφορούσε το άσθμα.
Συνολικά, η ηλικία έναρξης της εφηβείας φάνηκε να επηρεάζει 48 διαφορετικές παθήσεις, όπως το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, την αρθρίτιδα, το γλαύκωμα, την ψωρίαση, την κατάθλιψη κ.α.
Η μέση ηλικία έναρξης της εφηβείας -τουλάχιστον στη Βρετανία- είναι 11 ετών για τα κορίτσια. Όμως το 20% των κοριτσιών μπαίνουν στην εφηβεία μεταξύ 8 έως 11 ετών (θεωρείται πρόωρη εφηβεία), ενώ το 16,5% σε ηλικία 15-19 (θεωρείται καθυστερημένη). Για τα αγόρια είναι πιο δύσκολοι οι αντίστοιχοι υπολογισμοί.