Κοινά χάπια όπως υπνωτικά, αντισταμινικά, ουρολογικά και αντικαταθλιπτικά, ορισμένα από τα οποία δίνονται χωρίς συνταγή γιατρού, μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο για άνοια και Αλτσχάιμερ, αν λαμβάνονται επί μεγάλο χρονικό διάστημα και σε μεγάλες δόσεις, αναφέρει μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα.
Τα φάρμακα αυτά που έχουν αντιχολινεργική δράση, όταν χορηγούνται σε μεγάλες δόσεις και για πολύ καιρό, φαίνεται να αυξάνουν τον νευρολογικό κίνδυνο. Αυτά τα φάρμακα επηρεάζουν τον εγκέφαλο αναστέλλοντας ένα βασικό χημικό νευροδιαβιβαστή που ονομάζεται ακετυλοχολίνη, με αποτέλεσμα να επιφέρουν παρενέργειες όπως υπνηλία, θόλωμα της όρασης, μείωση της μνήμης κ.α.
Ο κίνδυνος άνοιας είναι μεγαλύτερος όταν τα φάρμακα αυτά λαμβάνονται σε υψηλές δόσεις κατά τη διάρκεια αρκετών ετών, και μάλιστα ο κίνδυνος μπορεί να είναι μη αναστρέψιμος, δηλαδή να συνεχίζεται ακόμη κι αν κανείς σταματήσει τα φάρμακα αυτά.
"Οι παροχείς υγειονομικής περίθαλψης θα πρέπει να επανεξετάζουν τακτικά τους ηλικιωμένους ασθενείς και τις φαρμακευτικές τους αγωγές, για να χρησιμοποιούν λιγότερα αντιχολινεργικά φαρμάκα σε χαμηλότερες δόσεις", ανέφερε η επικεφαλής της μελέτης Σέλι Γκρέι της Φαρμακευτικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον.
Οι ερευνητές παρακολούθησαν 3.434 άνδρες και γυναίκες ηλικίας 65 ετών και άνω για περίπου επτά χρόνια, που έκαναν χρήση των αντιχολινεργικών φαρμάκων. Συνολικά 637 άτομα ανέπτυξαν Αλτσχάιμερ και 160 επηρεάστηκαν από άλλες μορφές άνοιας. Για εκείνους που έλαβαν τις μεγαλύτερες δόσεις των αντιχολινεργικών φαρμάκων, ο κίνδυνος άνοιας ήταν κατά 54% υψηλότερος από εκείνους που δεν χρησιμοποιούσαν καθόλου τέτοια φάρμακα.
Οι ερευνητές ανέφεραν ότι, μετά τα νέα ευρήματα, οι γιατροί και φαρμακοποιοί ίσως θα έπρεπε να είναι πιο επιφυλακτικοί και να προσφέρουν εναλλακτικά φάρμακα, όπως νεότερης γενιάς αντικαταθλιπτικά. Εάν δεν υπάρχουν θα πρέπει να δίνουν τα υπάρχοντα, αλλά στην χαμηλότερη δυνατή δόση για το μικρότερο δυνατό χρονικό διάστημα.