Νέα δεδομένα παρουσιάστηκαν από ερευνητές της Ιατρικής Σχολής Perelman του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια σχετικά με την ερευνητική θεραπεία χιμαιρικών αντιγονικών υποδοχέων, CTL019. Οι μελέτες που παρουσιάστηκαν στο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Αιματολογικής Εταιρείας συμβάλλουν στην επιστημονική κατανόηση του CTL019 για την αντιμετώπιση της οξείας λεμφοβλαστικής λευχαιμίας (ALL) και της χρόνιας λεμφοκυτταρικής λευχαιμίας (CLL), ενισχύοντας προηγούμενα ερευνητικά δεδομένα.
Συγκεκριμένα, παρουσιάστηκαν δεδομένα σύμφωνα με τα οποία 19 από 22 παιδιατρικούς ασθενείς με οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία (86%) παρουσίασαν πλήρη ύφεση της νόσου. Ο πρώτος ασθενής που υποβλήθηκε σε θεραπεία βάσει πρωτοκόλλου παραμένει σε ύφεση 20 μήνες μετά. Πέντε από τους ασθενείς έχουν υποτροπιάσει, συμπεριλαμβανομένου ενός του οποίου οι εξετάσεις αποκάλυψαν νέα καρκινικά κύτταρα τα οποία δεν εκφράζουν την πρωτεΐνη CD19 που είναι στόχος των επαναπρογραμματισμένων Τ κυττάρων.
Επιπλέον, οι πρώτοι πέντε ενήλικες ασθενείς με οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία που έχουν λάβει θεραπεία μέχρι σήμερα παρουσίασαν πλήρη ύφεση, η μεγαλύτερη των οποίων συνεχίζεται 6 μήνες μετά τη θεραπεία. Ένας εξ αυτών προχώρησε σε μεταμόσχευση μυελού των οστών και παραμένει σε ύφεση. Ένας άλλος υποτροπίασε μετά από τρεις μήνες, ενώ η νόσος βρέθηκε επίσης αρνητική για την πρωτεΐνη CD19.
Σε μελέτες ενηλίκων ασθενών με χρόνια λεμφοκυτταρική λευχαιμία, 15 από 32 ασθενείς (47%) ανταποκρίθηκαν στη θεραπεία, με επτά από αυτούς να παρουσιάζουν πλήρη ύφεση της νόσου. Τα αποτελέσματα αυτά αντλήθηκαν από μια ολοκληρωμένη πιλοτική μελέτη σε 14 ασθενείς με χρόνια λεμφοκυτταρική λευχαιμία και από τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα από τους πρώτους 18 ασθενείς μιας μελέτης βελτιστοποίησης της δόσης Φάσης ΙΙ. Οι ερευνητές παρατήρησαν, ανεξάρτητα, πολλαπλασιασμό in vivo των κυττάρων CTL019 σε όλους τους ασθενείς που πέτυχαν πλήρη ανταπόκριση. Ακολούθησε απόπτωση και, σε όλους πλην ενός εκ των ασθενών, συνεχιζόμενη σταθερή λειτουργία των επαναπρογραμματισμένων Τ κυττάρων.
Η Novartis και το Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια έχουν αποκλειστική παγκόσμια συνεργασία όσον αφορά στην έρευνα, την ανάπτυξη και την εμπορική διάθεση εξατομικευμένων CAR θεραπειών με Τ κύτταρα για την αντιμετώπιση του καρκίνου.
Η Novartis κατέχει παγκοσμίως τα δικαιώματα ανάπτυξης θεραπειών CAR σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο, για όλες τις ογκολογικές ενδείξεις, συμπεριλαμβανομένου του κύριου προγράμματος CTL019 (γνωστού και ως CART19). Αυτή η καινοτόμος συνεργασία έχει διευρυνθεί προκειμένου να συμπεριλάβει πολλαπλά προγράμματα CART που βρίσκονται σε στάδιο ανάπτυξης και σε προ-κλινικό ερευνητικό στάδιο τόσο για αιματολογικούς καρκίνους όσο και για συμπαγείς όγκους.
"Αυτή η στενή συνεργασία με τη Novartis, σε συνδυασμό με αυτή τη νέα συναρπαστική έρευνα, μας έχει φέρει πιο κοντά στο να καταστήσουμε διαθέσιμη τη θεραπεία CTL019 σε παιδιά και ενήλικες που δεν έχουν άλλες αποτελεσματικές θεραπευτικές επιλογές," δήλωσε ο Δρ. Carl H. June, διευθυντής του τμήματος Μεταφραστικής Έρευνας και καθηγητής Παθολογίας και Εργαστηριακής Ιατρικής στο Αντικαρκινικό Κέντρο Abramson και στην Ιατρική Σχολή Perelman του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια. "Τα δεδομένα του CTL019 ενισχύουν την πεποίθηση ότι η θεραπεία CAR έχει τη δυνατότητα να αλλάξει τη θεραπευτική προσέγγιση για αυτούς που πάσχουν από διάφορες μορφές λευχαιμίας."
Το CTL019 είναι μια ερευνητική, εξατομικευμένη θεραπεία με Τ κύτταρα, στην οποία πρωτοστάτησε ο Δρ. Carl June και η ομάδα του στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια.
Σε έναν θεραπευτικό κύκλο με CTL019, λαμβάνονται ανοσοποιητικά κύτταρα (Τ κύτταρα) από το αίμα του ασθενούς. Στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας την τεχνολογία CAR, τα Τ κύτταρα επαναπρογραμματίζονται για να "κυνηγούν" καρκινικά κύτταρα τα οποία εκφράζουν συγκεκριμένες πρωτεΐνες που ονομάζονται CD19. Όταν τα Τ κύτταρα επανεισάγονται στο αίμα του ασθενούς, πολλαπλασιάζονται και προσκολλώνται στα καρκινικά κύτταρα-στόχους, τα οποία και καταστρέφουν. Η πρωτεΐνη CD19 σχετίζεται με μια σειρά από κακοήθειες των Β-κυττάρων, συμπεριλαμβανομένων της οξείας λεμφοβλαστικής λευχαιμίας, της χρόνιας λεμφοκυτταρικής λευχαιμίας, του διάχυτου λεμφώματος από μεγάλα Β-κύτταρα, του οζώδους λεμφώματος και του λεμφώματος του μανδύα.