Τα παιδιά των οποίων οι μητέρες κάπνιζαν κατά την εγκυμοσύνη, είναι πιο πιθανό να γίνουν κυκλοθυμικά και να εμφανίσουν συμπτώματα κατάθλιψης λένε οι επιστήμονες.
Μια μελέτη του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Erasmus στο Ρότερνταμ σε περίπου 200 παιδιά, διαπίστωσε ότι εκείνα των οποίων οι μητέρες ήταν τακτικές καπνίστριες, είχαν μικρότερο εγκέφαλο και ήταν εκτεθειμένα σε μεγαλύτερο κίνδυνο λόγω του στρες ή του άγχους.
Η μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Neuropsychopharmacology, αναφέρει ότι το κάπνισμα κατά της διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην ψυχική υγεία των μικρών παιδιών.
Ο Δρ Χανάν Ελ Μαρούν και οι συνεργάτες του, αξιολόγησαν την εγκεφαλική και τη συναισθηματική λειτουργία 113 παιδιών έξι έως οκτώ ετών, των οποίων οι μητέρες κάπνιζαν από ένα έως εννέα τσιγάρα την ημέρα, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Τα αποτελέσματα συγκρίθηκαν με μια ομάδα ελέγχου από 113 παιδιά, που δεν εκτέθηκαν στον καπνό του τσιγάρου όταν ήταν στη μήτρα. Από την μελέτη φάνηκε ότι τα παιδιά των μητέρων που κάπνιζαν, είχαν μικρότερο εγκέφαλο και λιγότερη φαιά ουσία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τον κίνδυνο ανάπτυξης συναισθημάτων προβλημάτων όπως είναι τα συμπτώματα κατάθλιψης και άγχους.
"Η προγεννητική έκθεση του καπνού έχει συσχετιστεί με προβλήματα συμπεριφοράς και γνωστικά προβλήματα κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας και της εφηβείας. Επιπλέον, συσσωρεύονται αποδείξεις ότι η προγεννητική έκθεση καπνού σχετίζεται με ψυχιατρικές διαταραχές και τη θνησιμότητα από την παιδική ηλικία στην ενηλικίωση", τόνισε ο επικεφαλής της μελέτης.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, μια άλλη πιθανή εξήγηση είναι το κάπνισμα της μητέρας στερεί οξυγόνο στο έμβρυο, καθώς τα συστατικά του καπνού φράζουν τις αρτηρίες, με αποτέλεσμα όλο και λιγότερο αίμα να φθάνει στο έμβρυο, επηρεάζοντας την ανάπτυξη του εγκεφάλου του.