Τα παιδιά που παίρνουν συχνά αντιβιοτικά πριν την ηλικία των δύο ετών, αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο να είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα, έως ότου γίνουν πέντε ετών, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα. Η μελέτη δείχνει ότι υπάρχει σχέση ανάμεσα στα αντιβιοτικά (ιδίως αυτά που είναι ευρέος φάσματος) και την παχυσαρκία, αλλά δεν μπορεί να αποδείξει ότι όντως τα εν λόγω φάρμακα ευθύνονται για τα παραπανίσια κιλά των μικρών παιδιών.
Οι ερευνητές, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό παιδιατρικής του Αμερικανικού Ιατρικού Συλλόγου (JAMA Pediatrics), συσχέτισαν το βάρος των παιδιών με τη συχνότητα επισκέψεων των γιατρών και συνταγογράφησης αντιβιοτικών. Σχεδόν το 70% των παιδιών είχαν πάρει κάποιου είδους αντιβιοτικά προτού συμπληρώσουν τα πρώτα δύο χρόνια της ζωής τους. Κατά μέσο όρο κάθε παιδί είχε πάρει δύο φορές αυτά τα φάρμακα. Όσο περισσότερες φορές ένα παιδί είχε πάρει αντιβιοτικά, τόσο πιθανότερο ήταν να έχει βάρος πάνω από το κανονικό τα επόμενα χρόνια.
Η αύξηση του βάρους σχετιζόταν ιδιαίτερα με τα αντιβιοτικά ευρέος φάσματος που καταπολεμούν μια ευρεία γκάμα παθογόνων μικροοργανισμών και όχι τόσο με τα πιο εξειδικευμένα αντιβιοτικά, που στοχεύουν σε επιμέρους κατηγορίες μικροβίων. Τα παιδιά που είχαν πάρει αντιβιοτικά τουλάχιστον τέσσερις φορές έως την ηλικία των δύο ετών, ήταν κατά μέσο όρο 11% πιθανότερο να γίνουν παχύσαρκα, σε σχέση με όσα δεν είχαν πάρει καθόλου αντιβιοτικά. Αν μία τουλάχιστον από αυτές τις φορές το αντιβιοτικό ήταν ευρέος φάσματος, τότε ο κίνδυνος αυξανόταν στο 17%.
Αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι τα αντιβιοτικά σκοτώνουν μερικά χρήσιμα βακτήρια που ζουν στο στομάχι και στο έντερο, με αποτέλεσμα το σώμα να βρίσκεται πλέον σε μια μειονεκτική κατάσταση που διευκολύνει την παχυσαρκία. Προηγούμενες μελέτες σε ζώα έχουν δείξει ότι η χρήση αντιβιοτικών οδηγεί σε αύξηση του βάρους, κυρίως επειδή καταστρέφει την ποικιλία των μικροβιακών κοινοτήτων στο έντερο.
Οι επιστήμονες δεν αποκλείουν πάντως και την πιθανότητα η αιτία της αυξημένης παχυσαρκίας των παιδιών να μην είναι μόνο τα αντιβιοτικά, αλλά και οι ίδιες οι ασθένειες για τις οποίες χρησιμοποιούνται τα φάρμακα. Άλλοι παράγοντες που μπορεί να παίζουν ρόλο, είναι ένα οικογενειακό ιστορικό παχυσαρκίας, αν το μωρό θήλασε ή όχι, η διατροφή του νηπίου, αν είναι σωματικά δραστήριο κ.α.
Οι παιδίατροι καλούνται να συνταγογραφούν αντιβιοτικά μόνο όταν το παιδί τα χρειάζεται πραγματικά, καθώς έχει παρατηρηθεί διεθνώς μια τάση των γιατρών να δίνουν αντιβιοτικά για να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο, όταν εξετάζουν κάποιο παιδί που έχει πυρετό και η πρόγνωση της ασθένειας είναι αβέβαιη.
Οι μολύνσεις στα αυτιά των παιδιών είναι μια από τις συχνότερες αιτίες για τη συνταγογράφησή τους, ενώ όχι σπάνια τα αντιβιοτικά χορηγούνται στα μικρά παιδιά που έχουν πονόλαιμο ή πυρετό, με το σκεπτικό να βοηθήσουν το ανοσοποιητικό σύστημά τους που ακόμη δεν έχει αναπτυχθεί πλήρως. Επίσης, οι ερευνητές συμβουλεύουν τους γονείς να μην πιέζουν εκείνοι τον γιατρό να δώσει αντιβιοτικά στο παιδί τους, ιδίως αν αυτός είναι αρνητικός.