Το νησί της Λέσβου μπορεί να «μαγέψει» τον επισκέπτη από την πρώτη στιγμή που θα το αντικρύσει
«Πουθενά σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου, ο Ηλιος και η Σελήνη δεν συμβασιλεύουν τόσο αρμονικά, δεν μοιράζονται τόσο ακριβοδίκαια την ισχύ τους, όσο επάνω σε αυτό το κομμάτι γης που κάποτε, ποιος ξέρει σε τι καιρούς απίθανους, ποιος θεός, για να κάνει το κέφι του, έκοψε και φύσηξε μακριά, ίδιο πλατανόφυλλο καταμεσής του πελάγους. Μιλώ για το νησί, που αργότερα, όταν κατοικήθηκε, ονομάστηκε Λέσβος...» (Aπόσπασμα από το αφιέρωμα του Οδυσσέα Ελύτη στο Θεόφιλο «Ο ζωγράφος Θεόφιλος»).
Αποστολή: Ιωάννα Ταξιάρχου
Είναι αλήθεια ότι το νησί της Λέσβου, αυτό το «πλατανόφυλλο», όπως το περιέγραψε ο Οδυσσέας Ελύτης μπορεί να «μαγέψει» τον επισκέπτη από την πρώτη στιγμή που θα το αντικρύσει. Από μακριά, πριν ακόμη το πλοίο δέσει στο λιμάνι. Σαν άξαφνα να «ξυπνούν» μέσα του στίχοι από τη Σαπφώ και τον Αλκαίο, να «ζωντανεύουν» οι μπογιές και τα πινέλα του Θεόφιλου, να αναβιώνουν αποσπάσματα και σκηνές από τη Δασκάλα με τα χρυσά μάτια του Στρατή Μυριβήλη, τις Νησιώτικες Ιστορίες του Αργύρη Εφταλιώτη και να κατακλύζουν το νου θύμησες από τον Οδυσσέα Ελύτη.
Χτισμένη πάνω σε επτά λόφους η πόλη της Μυτιλήνης σε καθηλώνει με την επιβλητικότητα, το κάστρο, τις υπέροχες εκκλησίες και τα πολυάριθμα αρχοντικά, δείγμα της «ακμής» και της αίγλης που γνώρισε στο παρελθόν.
Η έντονη εμπορική δραστηριότητα του νησιού στις αρχές του περασμένου αιώνα αποτυπώνεται με τον καλύτερο τρόπο στα αρχοντικά που «κατακλύζουν» την πόλη, αντίγραφα κτηρίων του εξωτερικού που έφερναν στις αποσκευές τους από το εξωτερικό οι κάτοικοί της, ως ανάμνηση των πόλεων που είχαν επισκεφθεί.
Ατενίζοντας το πανέμορφο λιμάνι της Μυτιλήνης, την προσοχή τραβάει ο μεγάλος εντυπωσιακός τρούλος της Εκκλησίας του Αγίου Θεράποντα. Αυτή η ξεχωριστή εκκλησία, ένα κράμα βυζαντινού και γοτθικού ρυθμού με έντονα στοιχεία μπαρόκ που στέκει επιβλητικά ανάμεσα στις γραφικές κατοικίες και τα αρχοντικά της πόλης. Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, πως αρχιτέκτονας ήταν ο μαθητής του Έρνστ Τσίλερ, ο Μυτιληνιός Αργύρης Αδαλής (η κατασκευή του Ιερού Ναού άρχισε επί Τουρκοκρατίας και ολοκληρώθηκε το 1935).
Λίγο πιο κάτω βρίσκεται το εντυπωσιακό κάστρο της Μυτιλήνης που αξίζει κάποιος να επισκεφθεί με τις υπόγειες στοές, τη δεξαμενή, αλλά και τα κτίσματα που έχουν βρεθεί στην περιοχή και χρονολογούνται από τον 6ο αιώνα π.Χ.
Πέρα όμως από την ομορφιά της, η Μυτιλήνη φημίζεται για την έντονη νυχτερινή ζωή της, αλλά και για τις υπέροχες ταβέρνες της, όπου ο επισκέπτης μπορεί να απολαύσει φρέσκο ψάρι, εκλεκτούς μεζέδες τοπικής γαστρονομίας και φυσικά άφθονο ούζο, αφού το ούζο Μυτιλήνης είναι παγκοσμίως γνωστό.
Εξερευνώντας το νησί, ο επισκέπτης εντυπωσιάζεται από το πολυποίκιλο φυσικό τοπίο: το ορεινό με πλούσια βλάστηση στα ανατολικά και το κέντρο «παντρεύεται» αρμονικά με το άγονο και βραχώδες στα δυτικά, σα να μη θέλει να κουράσει τον επισκέπτη. Μεγάλες εκτάσεις με ελαιόδενδρα ανακατεύονται με πευκοδάση, χείμαρροι και πηγές χαρίζουν μία άλλη νότα και στα δύο άκρα τοποθετημένα δύο βουνά: ο Όλυμπος Λέσβου στα νότια και ο Λεπέτυμνος βορειοανατολικά.
Ιδιαίτερου ενδιαφέροντος και κάλλους είναι και ο υδροβιότοπος Καλλονής που φιλοξενεί 252 είδη πτηνών, εκ των οποίων τα 87 έχουν χαρακτηρισθεί ως προστατευόμενα είδη.
Με πληθυσμό περίπου 100.000 κατοίκων, η Λέσβος είναι το τρίτο μεγαλύτερο νησί της Ελλάδας κι εκτός από τη φυσική της ομορφιά φημίζεται για το ούζο της, τα τυροκομικά προϊόντα, τις ελιές, τις εξαιρετικές σαρδέλες Καλλονής, αλλά και για την κουζίνα της. Είναι χαρακτηριστικό, δε, ότι σε όλο το νησί κυριαρχούν τα γραφικά ταβερνάκια με ντόπιους μεζέδες, όπως οι γεμιστοί κολοκυθοανθοί με τυρί, τα γεμιστά κρεμμυδάκια, το λαδοτύρι, το γεμιστό αρνί (παραδοσιακό φαγητό της Κυριακής του Πάσχα), οι παστές σαρδέλες και η λακέρδα, το φρέσκο χταποδάκι.
Από τα χωριά που αξίζει κανείς να επισκεφθεί ξεχωρίζει φυσικά ο Μόλυβος. Αμφιθεατρικά χτισμένος -όπως τα περισσότερα χωριά του νησιού- είναι γνωστός όχι μόνο για την ομορφιά του τοπίου του, αλλά και για το κάστρο του, όπου κανείς μπορεί να απολαύσει το υπέροχο ηλιοβασίλεμα.
Η διαδρομή από το Κάστρο προς τη χώρα θα αποζημιώσει ακόμη και τον πιο δύσκολο και απαιτητικό επισκέπτη με την εξαιρετική θέα, τα πετρόχτιστα μονοπάτια και τα γραφικά σπίτια και καταστήματα.
Δίπλα στο Μόλυβο η Πέτρα, παραλιακό χωριό, γνωστό τόσο για την υπέροχη παραλία του όσο και για τον βράχο πάνω στον οποίο είναι χτισμένη η εκκλησία της Παναγίας της Γλυκοφιλούσας.
Το πιο ξεχωριστό χωριό, όμως, είναι αυτό της Αγιάσου. Χτισμένο στη βουνοπλαγιά του Ολύμπου με παραδοσιακή αρχιτεκτονική, ανάμεσα σε καστανιές, πεύκα και πλατάνια.
Αξίζει κανείς να δοκιμάσει από τον φούρνο την παραδοσιακή βασιλόπιτα, φτιαγμένη με 52 φύλλα, χαλούμι και κανέλα και να γευτεί ντόπιο τσάι με κανέλα. Το Δεκαπενταύγουστο συρρέει στο χωριό πλήθος κόσμου για προσκύνημα στη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, η οποία χρονολογείται από τον 12ο αιώνα.
Φυσικά δεν μπορεί κανείς να μην επισκεφθεί το Πλωμάρι, το μεγαλύτερο λιμάνι μετά τη Μυτιλήνη και «πατρίδα» του ούζου.
Πέρα από τα ξεχωριστό τοπίο, το χωριό φημίζεται για τις όμορφες και καθαρές παραλίες του, με κυριότερη αυτή του Αγίου Ισίδωρου.
Από τις ωραιότερες παραλίες είναι και αυτή της Ερεσσού, τουριστικού θερέτρου και πατρίδα της λαϊκής μούσας Σαπφούς.
Κλείνοντας το οδοιπορικό στο νησί της Λέσβου δεν θα μπορούσαμε να μην αναφερθούμε στους ανθρώπους του νησιού που ξεχωρίζουν για την ευγένεια, τη φιλικότητα και τη φιλοξενία τους. Γιατί όσο ωραίος κι αν είναι ένας τόπος, γίνεται ακόμη ωραιότερος από τους ανθρώπους του.
«Στ’ ακρογιάλια του Αιγαίου η άνοιξη βγαίνει από τη θάλασσα. Ένα πρωί ο αγέρας φέγγει πιο γαλάζιος, τα κύματα ξεδιπλώνουν στον άμμο το νέο ρυθμό με κοντές αναπνοές. Το πέλαγο μυρίζει φρεσκάδα, παντού το κεντάνε σύντομες απανωτές αστραψιές...» (απόσπασμα από το μυθιστόρημα του Στρατή Μυριβήλη «Η Παναγιά η γοργόνα»)