Της Χρύσας Τσιώτση
Η Επίτροπος της ΕΕ, Viviane Reding θα επανεξετάσει μια βασική διάταξη των κανόνων προστασίας των δεδομένων στους οποίους έχουν βασισθεί οι αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας για να μετακινούν δεδομένα εκτός των συνόρων, χωρίς ευρωπαϊκή εποπτεία, ύστερα από το σκάνδαλο κατασκοπείας που προκλήθηκε από τον πληροφοριοδότη των ΗΠΑ Edward Snowden.
Η Επίτροπος Viviane Reding που επιβλέπει την προστασία των δεδομένων, είπε στους υπουργούς ότι το γραφείο της έχει αρχίσει την αξιολόγηση του "ασφαλούς λιμένα" (safe harbor) που χρησιμοποιείται από το Google και το Facebook, καθώς και χιλιάδες μικρότερες εταιρείες τεχνολογίας των ΗΠΑ.
Η διάταξη του ασφαλούς λιμένα (safe harbor) είναι σε ισχύ από τα πρώτα χρόνια της τεχνολογικής άνθησης στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και επιτρέπει στις αμερικάνικες εταιρίες να εφαρμόζουν τους σχετικούς κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης με το να υποβάλλονται από μόνες τους σε ένα self-report scheme (σχέδιο αυτο-αναφοράς και αυτο-αξιολόγησης) που εποπτεύεται από την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου των Η.Π.Α. Βασίζεται στην αρχή ότι τα αμερικάνικα πρότυπα για την ιδιωτική ζωή και τα προσωπικά δεδομένα είναι αντίστοιχα με εκείνων της Ευρώπης.
"Η διάταξη του ασφαλούς λιμένα (safe harbour) μπορεί να μην είναι τόσο ασφαλής τελικά" ισχυρίζεται η Επίτροπος Reding λέγοντας ότι αυτό μπορεί να αποτελέσει ένα είδος υπεκφυγής, καθώς θα επιτρέπει στις εταιρίες τεχνολογίας να μεθοδεύουν την κυκλοφορία προσωπικών δεδομένων στις ΗΠΑ, όπου τα πρότυπαπροστασίας όσον αφορά στην ιδιωτική ζωή και στα προσωπικά δεδομένα είναι χαμηλότερα από τα ευρωπαϊκά
Η Επίτροπος αναμένεται να προτείνει συστάσεις (recommendations) πριν το τέλος του έτους, όπως είτε να καταργήσει εντελώς αυτή τη διάταξη, ή να προσθέσει νέους όρους ή αφήνοντας τη διάταξη ακέραιη, αν και εκτιμάται ότι η τελευταία αυτή επιλογή είναι μάλλον απίθανο να υλοποιηθεί.
Η κυβέρνηση Ομπάμα και ένα δραστήριο λόμπι της τεχνολογίας έχουν αγωνιστεί για να υπερασπιστούν το safe harbor μετά την κίνηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης να κάνει πιο αυστηρά τα πρότυπα και τους κανόνες της ιδιωτικής ζωής κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, με το επιχείρημα ότι η κατάργηση της διάταξης του safe harbor θα βλάψει την οικονομία του Διαδικτύου. Ένα ανοιχτό κανάλι δεδομένων είναι επίσης ζωτικής σημασίας για τις ΗΠΑ ώστε να διατηρήσουν τα προγράμματα παρακολούθησης στο Διαδίκτυο για την εθνική ασφάλεια.
Αλλά οι πρόσφατες αποκαλύψεις σχετικά με την κλίμακα των εν λόγω προγραμμάτων της National Security Agency- που μερικά στοχεύουν στην ΕΕ - έχουν πυροδοτήσει την οργή σε όλη την Ευρώπη.
Η προστασία των προσωπικών δεδομένων έχει καταλάβει το Ευρωκοινοβούλιο ως κυρίαρχο θέμα και έχει κάνει αισθητή την παρουσία της στην γερμανική προεκλογική καμπάνια. Η Angela Merkel, η Γερμανίδα καγκελάριος, αυτή την εβδομάδα σύστησε την υιοθέτηση των κανόνων σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης βάσει των οποίων θα απαιτείται όλοι οι Internet Service provides να αποκαλύπτουν τα προσωπικά δεδομένα που έχουν αποθηκεύσει καθώς και σε ποιούς τα έχουν κάνει διαθέσιμα.
Βέβαια, είναι αναμενόμενο ότι η στάση της κ. Reding, θα μπορούσε να περιπλέξει τις πρόσφατες διαπραγματεύσεις για τη σύναψη διατλαντικής εμπορικής συμφωνίας που τόσο η Ουάσιγκτον όσο και οι Βρυξέλλες έχουν αναγνωρίσει ως ύψιστη προτεραιότητα. Ακόμη και πριν από το σκάνδαλό της National Security Agency των ΗΠΑ, το θέμα της προστασίας των δεδομένων αναμενόταν να γίνει ένα πιθανό σημείο τριβής ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αμερικανοί αξιωματούχοι είχαν την ελπίδα ότι θα μπορούσαν να πετύχουν ώστε η χρήση της διατλαντικής εμπορικής συμφωνίας να δώσει στο safe harbor (ασφαλές λιμάνι) μία ισχυρότερη νομική βάση, ενώ οι ομόλογοί τους της ΕΕ τόνισαν ότι δεν θα συμβιβαζόταν όσον αφορά την ισχύ των προτύπων που ισχύουν για την προστασία των προσωπικών δεδομένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Επίμαχο θέμα είναι η εμβέλεια του σχεδίου νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό θα απαιτήσει οι μη ευρωπαϊκές εταιρείες να συμμορφωθούν με τους κοινοτικούς κανόνες στο ακέραιο, όταν εξυπηρετούν τους ευρωπαίους πελάτες - κάτι που οι Αμερικανοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν είναι εκτός της αρμοδιότητας των μη ευρωπαϊκών εταιριών. Θα επιτρέψει επίσης στις Βρυξέλλες να επιβάλει πρόστιμα στις εταιρείες που δεν συμμορφώνονται μέχρι το 2% του συνολικού ετήσιου τζίρου τους.