Μια συλλογή που βλέπει τώρα το φως της δημοσιότητας
Σατιρικός ποιητής, γλαφυρός πεζογράφος, υπέρμαχος του δημοτικισμού, αντικληρικαλιστής και μαθητής του Σολωμού και του Κάλβου, ο Ανδρέας Λασκαράτος (1811-1901) ήταν μια από τις επιφανέστερες μορφές των Επτανήσων.
Γεννημένος στο Ληξούρι της Κεφαλονιάς, γιος εύπορης οικογένειας (πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του στα κτήματά του κοντά στη θάλασσα), πολιτικά συντηρητικός (έβλεπε πάντοτε με μισό μάτι τις εξεγέρσεις κατά των 'Αγγλων), ο Λασκαράτος αφορίστηκε από την Εκκλησία του για το βιβλίο του «Τα μυστήρια της Κεφαλονιάς», αλλά δεν έπαψε ποτέ να δίνει τον αγώνα εναντίον του λογιοτατισμού και υπέρ της δημοτικής. Καρπός αυτών των πεποιθήσεων υπήρξε και το πρώιμο ενδιαφέρον του για τα δημοτικά τραγούδια, τα οποία και συγκέντρωσε μεταξύ 1842 και 1844 (όταν είχε μόλις κλείσει τα τριάντα του χρόνια) σε μια χειρόγραφη συλλογή.
Μια συλλογή που βλέπει τώρα το φως της δημοσιότητας χάρη στο ερευνητικό δαιμόνιο του Γιάννη Παπακώστα, ομότιμου καθηγητή Νέας Ελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, και στη μεταγραφική επιμέλεια του Παντελή Μπουκάλα, ποιητή, δοκιμιογράφου και μεταφραστή αρχαιοελληνικών ποιητικών και θεατρικών κειμένων.
Ο τίτλος του βιβλίου, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις 'Αγρα, είναι «Δημοτικά τραγουδάκια εθνικά μαζευμένα από τους τραγουδιστάδες εις το Ληξούρι». Με τη διαφορά πως ο Λασκαράτος ταξίδεψε σε ολόκληρη την Ελλάδα για να συμπληρώσει το υλικό του: από το Μεσολόγγι, την Πάτρα και την Αθήνα μέχρι τη Σύρο και την Κρήτη. Το ουσιαστικό, όμως είναι άλλο. Όπως επισημαίνουν και οι δύο επιμελητές του τόμου, αν η συλλογή είχε δημοσιευτεί στον καιρό της, θα ήταν η πρώτη συλλογή δημοτικών τραγουδιών από έλληνα εκδότη και σε ελληνικό έδαφος.
«Η συλλογή του Λασκαράτου δεν διευρύνει μόνο τις γνώσεις μας για τον ίδιο, που αντιδικούσε με το ιερατείο και όχι με τη θρησκεία, αλλά και για την πνευματική ζωή της εποχής του» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γ. Παπακώστας, που ταύτισε τον συγγραφέα του άγνωστου χειρογράφου με τον Λασκαράτο:
«Η επεξεργασία του χειρογράφου με έφερε μπροστά σε δύο προβλήματα-ερωτήματα. Το πρώτο ήταν κατά πόσον τα 380 τετράστιχα και δίστιχα που αποτελούν τη συλλογή είναι πρωτότυπα και δεν απαντούν σε παρόμοιες προσπάθειες. Το δεύτερο ερώτημα ήταν ως προς το πρόσωπο του συλλογέα αφού το χειρόγραφο δεν έφερε υπογραφή. Δια της μεθόδου του αποκλεισμού διαφόρων επτανησίων λογίων, κατέληξα στον Λασκαράτο. Χρειάστηκε, όμως, περαιτέρω δουλειά: να εξεταστούν εξονυχιστικά τα γραπτά του εκείνης της περιόδου και να συγκριθούν γραφολογικά με τα σχόλια της συλλογής».
Σε τι ακριβώς οφείλεται η προσοχή που επέδειξε ο Λασκαράτος για τα δημοτικά τραγούδια;
«Ο Λασκαράτος έζησε», απαντά ο Γ. Παπακώστας, «από τα δεκαεπτά ως τα 24 χρόνια του στην Κέρκυρα, υπό την κηδεμονία του κόμη Δελλαδέτσιμα, ο οποίος ήταν θείος του και ισχυρός διοικητικός παράγοντας των Επτανήσων. Ο νεαρός Λασκαράτος φοίτησε στην Ιόνιο Σχολή, όπου είχε δάσκαλο τον Ανδρέα Κάλβο, και παράλληλα, όπως αναφέρει ο ίδιος, επισκεπτόταν τακτικά τον Σολωμό με τον οποίο είχε πολλές συζητήσεις. Ο Σολωμός κατέφυγε στα δημοτικά τραγούδια για να θεμελιώσει τη γλωσσική του ικανότητα και προέτρεπε τους φίλους του να κάνουν τα ίδιο. Η περίπτωση του Γεωργίου Ιακωβάτου, συνομήλικου και συντοπίτη του Λασκαράτου, είναι γνωστή: έφτιαξε μια συλλογή δημοτικών τραγουδιών, αναφέροντας ευθέως ότι ήταν αποτέλεσμα της προτροπής του Σολωμού. Είναι λογικό να υποθέσουμε ότι κάτι παραπλήσιο συνέβη με τον Λασκαράτο: το έναυσμα και για τη δική του συλλογή ήταν η ποιητική συναναστροφή με τον Σολωμό». Έχουν σχέση τα δημοτικά τραγούδια που μάζεψε ο Λασκαράτος με το προσωπικό του έργο; «Θα έλεγα πως αποτελούν το πρόπλασμα όχι μόνο για την ποίηση, αλλά και για τις μελέτες του - και αυτό προκύπτει από τον τρόπο με τον οποίο σχολιάζει τα συγκεντρωμένα υλικά του».
Όταν ο Γ. Παπακώστας είχε προχωρήσει αρκετά την έρευνά του, έδωσε το χειρόγραφο στον Π. Μπουκάλα, που ασχολείται εδώ και δεκαετίες με το δημοτικό τραγούδι, για να του πει τη γνώμη του. Εκείνος ενθουσιάστηκε με το περιεχόμενο και ζήτησε να το μεταγράψει. Έτσι προέκυψε το σημερινό εκδοτικό αποτέλεσμα. Ο Μπουκάλας δίνει στο εισαγωγικό του σημείωμα εξηγήσεις για τα τραγούδια της συλλογής, μιλώντας για την «ωραία απλότητα» των ερωτικών της στίχων (για την «ακαταμάχητη ερωτική της φωτιά»), αλλά και για τη σατιρική της δύναμη. Υπογραμμίζει επίσης πως παρά το γεγονός ότι ο Λασκαράτος δεν στάθηκε ποτέ ποιητής μεγάλων αξιώσεων, διακρίθηκε για την αυτοσαρκαστική του ειλικρίνεια και για τη λεξιπλαστική δεξιοτεχνία του.