Τουλάχιστον 1.083 κουτιά γεμάτα μπομπίνες με αρνητικά που παρέμεναν για τουλάχιστον σαράντα χρόνια κλειδωμένα σε στούντιο λίγο έξω από το Παρίσι
Τουλάχιστον 1.083 κουτιά γεμάτα μπομπίνες με αρνητικά που παρέμεναν για τουλάχιστον σαράντα χρόνια κλειδωμένα σε στούντιο λίγο έξω από το Παρίσι, πήραν το δρόμο για το Λος Άντζελες. Εκεί θα γίνει το τελικό μοντάζ του υλικού της τελευταίας ταινίας του 'Ορσον Γουέλς, «The Other Side of the Wind», τα γυρίσματα της οποίας είχαν ξεκινήσει στις 23 Αυγούστου 1970 αλλά δεν έφθασαν ποτέ στο μοντάζ.
Δεν συμβαίνει κάθε μέρα να βρίσκεται μία χαμένη ταινία του Γουέλς από τα πολλά «ημιτελή του έργα» - όπως ο Δον Κιχώτης ( αποσπάσματα του οποίου βρίσκονται διάσπαρτα στην Ευρώπη) μέχρι το «Too Much Johnson», τμήματα του οποίου βρέθηκαν στο Πορτενόνε της βόρειας Ιταλίας. Όμως το «The Other Side of the Wind» έχει μία ιδιαίτερη αξία γιατί πρόθεση του Ουέλες ήταν κάτι σαν καλλιτεχνική παρακαταθήκη - η τελική πράξη ενός σκηνοθέτη που είδε το Χόλιγουντ να αλλάζει γρήγορα ( και να περιθωριοποιείται) διαγράφοντας πολύ γρήγορα τη μνήμη του παρελθόντος.
Και ακριβώς το παρελθόν είναι το θέμα του έργου όπως είχε πει ο ίδιος ο Γουέλς στο ισπανικό περιοδικό για τον κινηματογράφο Dirigido por. Ο Γουέλς αφηγήθηκε την τελευταία ημέρα ενός διάσημου σκηνοθέτη, του J. J. Hannaford, του οποίου την προσωπικότητα είχε δημιουργήσει από ένα σύνολο "χεμινγουεϊανών" ιδεών και προτάσεις από τη ζωή εκείνου που τον ερμήνευσε, δηλαδή του Τζον Χιούστον.
Υπάρχει ωστόσο στην ταινία κάτι πολύ αυτοβιογραφικό, παραδέχτηκε ο Ουέλες όταν είπε ότι ο ήρωας του έργου ήταν «ένας περιπλανώμενος. Τις περισσότερες φορές γύριζε τις ταινίες του μακριά από τα στούντιο της Καλιφόρνιας. Δούλευε στο Χόλιγουντ αλλά γύριζε με την κάμερά του όλον τον κόσμο», εξομολογήθηκε. Ουσιαστικά περιγράφει τον εαυτό του!
Οι λόγοι που δεν έφθασε η συγκεκριμένη ταινία στο μοντάζ, εκτός από την παροιμιώδη σχολαστικότητα και την έλλειψη μεθοδικότητας του Ουέλες ( ο οποίος συνήθιζε να εκπονεί παράλληλα πολλά σχέδια, χωρίς να τελειώνει κανένα), ήταν κατ' εξοχήν οικονομικοί: πρώτον η οικονομική κρίση που έπληξε τον τότε ιρανό συμπαραγωγό του συνεπεία της πτώσης του Σάχη και επίσης η διαμάχη που ξέσπασε μεταξύ των κληρονόμων του Ουέλες, της κόρης του Μπεατρίς και της τελευταίας συντρόφου του Ογια Κοντάρ, οι οποίες συχνά προσπάθησαν να εμποδίσουν η μία την άλλη.
Και είναι ακριβώς οι αντιστάσεις της Κοντάρ, λένε οι καλά ενημερωμένοι, που κάμφθηκαν τελευταίες, όταν ανακοινώθηκε τον Οκτώβριο του 2014 η ολοκλήρωση του έργου, που όμως δεν πήρε ποτέ συγκεκριμένη μορφή.
Παρά το πείσμα των παραγωγών Φρανκ Μάρσαλ και Φιλίπ Ζαν Ρουμζά που έκαναν ό,τι καλύτερο μπορούσαν, σημαντικό ρόλο έπαιξε η αποφασιστική παρέμβαση του δικτύου Netflix. Αυτό εξασφάλισε τα απαραίτητα κονδύλια για την ολοκλήρωση του έργου (και έπεισε την άκαμπτη Κοντάρ), υπό την καλλιτεχνική επιμέλεια του Πίτερ Μπογκτάνοβιτς, στον οποίο ο 'Ορσον Ουέλες είχε αναθέσει το έργο «σε περίπτωση που συμβεί κάτι σε αυτόν».
Στο φιλμ παρελαύνουν πολλά αστέρια του Χόλιγουντ, καθώς πολλοί ηθοποιοί έσπευσαν να βοηθήσουν τότε τον Ουέλες: ο Πίτερ Μπογκντάνοβιτς, η Λίλι Πάλμερ, η Σούζαν Στράσμπεργκ, ο Νόρμαν Φόστερ, ο Ντένις Χόπερ, ο Πολ Μαζούρσκι, ο Κλοντ Σαμπρόλ και η Ογια Κοντάρ στην οποία ο διάσημος σκηνοθέτης είχε αναθέσει τον διπλό ρόλο των φίλων/εχθρών του -σύμφωνα με τα λεγόμενα του Ουέλες- εκείνων δηλαδή που του πλέκουν το εγκώμιο και των πολλών εχθρών του που εξαπολύουν προσβολές εναντίον του».
Για να περιπλέξει περαιτέρω την πλοκή στην οποία αναμειγνύεται το παρόν με το παρελθόν, ο Γουέλς πειραματίσθηκε αρκετά γυρνώντας, κάποιες σκηνές σε 8 mm, άλλες σε 16 και άλλες σε 35, μερικές σκηνές έγχρωμες, άλλες μαυρόασπρες για να καταδείξει ότι ο Hannaford «ήταν ένας άνθρωπος με πολλές μάσκες».
Παρότι οι δημοσιογράφοι προσπάθησαν να βγάλουν αυτές τις μάσκες, ο Γουέλς υπερασπίζεται σθεναρά τον ήρωά του λέγοντας ότι «το αληθινό μυστήριο ενός άνδρα» δεν είναι η φύση του θανάτου του (στην ταινία δεν είναι σαφές εάν πρόκειται για αυτοκτονία ή όχι) αλλά η «φύση του ανθρώπου ως καλλιτέχνη και ως κατασκευαστή μασκών».