Το 1995 συναντήθηκαν σε ένα τρένο με προορισμό τη Βιέννη.
Το 2004, το βιβλίο που γράφτηκε γύρω από εκείνη τη συνάντηση έγινε αιτία να βρεθούν ξανά στη Γαλλία. Τώρα, ο Τζέσι, η Σελίν και οι δίδυμες κόρες που απέκτησαν στο μεταξύ βρίσκονται για διακοπές στην Πελοπόννησο. Εκείνος θα ήθελε να μετακομίσουν στο Σικάγο, όπου ζει και ο γιος του από τον πρώτο του γάμο. Εκείνη έχει πρόταση να δουλέψει στο Παρίσι. Όσο συζητούν το θέμα, η σχέση τους δέχεται επικίνδυνους κραδασμούς… «Before Sunrise», «Before Sunset», «Before Midnight». Τρεις ταινίες με τους ίδιους βασικούς συντελεστές και στο ίδιο ύφος: καταιγιστικός διάλογος με μικρά διαλείμματα για μια ανάσα. Θα μπορούσε να είναι θεατρικό έργο –ενδιαφέρον ή πλήρως αδιάφορο. Θα μπορούσαν, επίσης, να είναι σοφίες ή κούφιες κουβέντες που ανταλλάσσουν ένας Αμερικανός και μια Γαλλίδα. Ναι. Καθένας μας θα μπορούσε να προβάλει επιχειρήματα σχετικά με το εάν του αρέσει ή όχι αυτό το είδος κινηματογράφου. Υπάρχει ωστόσο κάτι που δεν αμφισβητείς. Οι Ίθαν Χοκ και Ζιλί Ντελπί δεν ερμηνεύουν. Λένε τα λόγια με απόλυτη φυσικότητα λες και όντως είναι ο Τζέσι και η Σελίν –το ζευγάρι που έζησε έναν έρωτα, ολοκληρώθηκε μέσα από αυτόν, και πλέον έχει περάσει σε μια φάση αβεβαιότητας σχετικά με το τι επιφυλάσσει το μέλλον. Προσωπικά, αφέθηκα να παρασυρθώ στη γοητεία αυτού του σινεμά διαλόγων. Κρύβει μέσα του φως, τέχνη και αλήθεια, στοιχεία που δεν θα βρεις στις κούφιες χολιγουντιανές περιπέτειες με τα τελευταίας τεχνολογίας εφέ.
Η κάμερα Arri Alexa βρίσκεται πίσω από την εντυπωσιακά λαμπερή, λεπτομερή και πλούσια σε χρώματα εικόνα του Blu-ray (transfer απευθείας από ψηφιακή πηγή). Τα χαμηλά τοπία της νότιας Πελοποννήσου -πράσινο που ακουμπάει τη θάλασσα- έχουν αποτυπωθεί υπέροχα∙ το ίδιο και τα κεφαλοχώρια της Μεσσηνιακής Μάνης με την πέτρα, τις κεραμοσκεπές, τις αυλές ή τα χαλάσματα. Η λεπτομέρεια στα πρόσωπα και στα ρούχα είναι πάνω από άριστη, ενώ ο τρόπος που αποδίδεται το φυσικό φως (ο χαρακτηριστικός ήλιος της Ελλάδας) προδίδει το γεγονός ότι ο οπερατέρ είναι Έλληνας (Χρήστος Βουδούρης). Στο Blu-ray που κυκλοφορεί στην ελληνική αγορά (authoring από ελληνική εταιρεία) παρατηρήσαμε ελάχιστα πιο «τσιμπημένη» οξύτητα, κάτι που κάνει την εικόνα ζωντανή και τρισδιάστατη. Οι ομοιότητες, όμως, σε σύγκριση με ξένες εκδόσεις, σταματούν εδώ. Από την ελληνική έκδοση απουσιάζουν τόσο η ασυμπίεστη μπάντα DTS-HD Master Audio (μικρό το κακό) όσο και το πρόσθετο υλικό (μπάντα με σχόλια και χωριστές συνεντεύξεις), κάτι που μειώνει τη συλλεκτική της αξία.
Από τον Μιλτιάδη Σαλβαρλή για το tvwars.gr