Claire de lune : Η ατυχής στιγμή του Abreuvoir

Η μεταφορά μιας επιτυχημένης συνταγής από την Αθήνα σε κάποιο νησί ή ευρύτερα τουριστικό προορισμό, δεν είναι πάντα εύκολη υπόθεση.

Νεκτάριος Β. Νώτης

Όταν, όμως, πίσω από μια τέτοια κίνηση βρίσκεται η καθ΄ όλα έμπειρη ομάδα του all time classic αθηναϊκού Abreuvoir, τότε και η υπόθεση είναι εύκολη και οι προσδοκίες υψηλές.

ΤΟ ΣΗΜΕΙΟ

Και το όνομα αυτού, Claire de lune, στην Αντίπαρο. Δηλαδή, “το φως του φεγγαριού”. Μόνο, που, δύο εικοσιτετράωρα πριν από την πανσέληνο της περασμένης Δευτέρας, δεν μπορούσαμε να το δούμε από το σημείο, όπου βρίσκεται το μαγαζί. Για ποιο λόγο ;

Διότι, πολύ απλά, η αυλή του εστιατορίου είναι σκεπασμένη από μια άθλια κατασκευή, η οποία δεν σου επιτρέπει να δεις όχι το φεγγάρι, αλλά ούτε καν ένα τόσο δα σημείο του έναστρου ουρανού του Αιγαίου.

Και, όχι μόνο δεν έχεις οπτική επαφή με τα αστέρια, χάνεις και την αύρα της θάλασσας, αφού το εστιατόριο, αντί να βρίσκεται δίπλα στη θάλασσα, όπως θα περίμενε κανείς, είναι μέσα στο κέντρο της χώρας, απορροφώντας όλη τη βοή από το κεντρικό σοκάκι της χώρας, μαζί με τη μουσική από το διπλανό bar. Ούτε ένα απλό χώρισμα για να μην υπάρχει οπτική επαφή δεν έχει τοποθετηθεί.

TO SERVICE

Η μεγάλη απογοήτευση, όμως, ήρθε από το service.

Η καθυστέρηση ήταν χαρακτηριστική, από το πότε στρώθηκε το τραπέζι – μετά από αλλεπάλληλα παράπονα -, μέχρι την ώρα, που ήρθαν να πάρουν παραγγελία.

Ο μετρ έτρεχε πανικόβλητος μέσα στον ιδρώτα, προσπαθώντας να μη δυσαρεστήσει τους – εδώ και χρόνια – πελάτες και να συντονίσει την εντελώς αμοντάριστη ομάδα του.

Το επιχείρημα του τύπου “Είχαν κλείσει διαφορετικές ώρες, αλλά ήρθαν όλοι μαζί”, σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί δικαιολογία.

ΤΟ ΦΑΓΗΤΟ

Το μόνο, που σε αποζημιώνει, είναι το φαγητό, το οποίο ήρθε στην ώρα του.

Εξαιρετική και πολύ δροσερή η σαλάτα με μάνγκο, αβοκάντο και γαρίδες. Πολύ καλή και η κλασική, με το ζεστό κατσικίσιο τυρί.

Εντελώς αδιάφορο το καρπάτσιο λαβράκι, ενώ το ταρτάρ καπνιστού και φρέσκου σολομού ήταν ικανοποιητικό, αλλά ήθελε μεγαλύτερη ισορροπία, καθώς υπερίσχυε δυσανάλογα το κάπνισμα του ψαριού.

Στα κυρίως, το κρέας – ντόπιο γαρ (η Αντίπαρος φημίζεται για τα κρέατά της) – ήταν εξαιρετικής ποιότητας, το ίδιο και το ψήσιμο. Όπως και οι σάλτσες, που το συνόδευαν.

ΟΙ ΤΙΜΕΣ

Σε ό,τι αφορά τις τιμές, απόλυτα προσαρμοσμένες στα επίπεδα ενός νησιού, όπου τρως και πίνεις χωρίς να ξοδεύεις μια περιουσία.

ΘΑ ΞΑΝΑΠΑΩ;

Δεν ξέρω. Όχι γιατί συνέβησαν όλα αυτά, που μπορούν να συμβούν παντού, αλλά γιατί δεν πρέπει να συμβαίνουν από μια τέτοια έμπειρη ομάδα. Και, επιπλέον, ναι, το μαγαζί θα το ήθελα σε άλλο location, που – αν μη τι άλλο – να αντιστοιχεί στο όνομά του.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ : 

Αντίπαρος : Ταξίδι στο κέντρο των Κυκλάδων με άρωμα '60s