Από την Ελένη Νικολούλια
Να είσαι 28, να έχεις ήδη την δική σου οικογένεια και παράλληλα να είσαι αναγνωρίσιμος, ταλαντούχος, και πλέον και διακεκριμένος σε αυτό που κάνεις.
Ο Μιχάλης Νουρλόγλου, ο οποίος δίνει καθημερινά τις συμβουλές και συνταγές του στην στήλη Γεύσεις, θα έπρεπε κανονικά να πετάει στα σύννεφα. Αντίθετα, τον βρήκα αρκετά προσγειωμένο και μάλιστα να θέτει νέους στόχους για να πάει ακόμα πιο ψηλά.
Πριν λίγα εικοσιτετράωρα του ανακοινώθηκε πως κατάφερε να μπει στην «χρυσή» λίστα των Σκούφων για το αποτέλεσμα της δουλειάς του στο εστιατόριο Abovo. “Από πέρυσι ήμασταν κοντά”, μου εξηγεί ωστόσο σήμερα “αισθάνεται σα να έχει περάσει ένα ταξίδι, και σα να έχει φτάσει ταυτόχρονα στον τερματισμό αλλά και σε μια νέα αφετηρία”.
Πώς έφτασε όμως ως εδώ;
“Πριν δέκα περίπου χρόνια που δούλευα στην κουζίνα της Σπονδής και έβλεπα να παίρνει Σκούφους και διακρίσεις έλεγα από μέσα μου πως θέλω και εγώ να φτάσω σε ένα τέτοιο σημείο και αναρωτιόμουν τι ήταν αυτό που έπρεπε να κάνω”, λέει ο ίδιος και συμπληρώνει πως του “φαινόταν πολύ μακρινό όλο αυτό”. Τα χρόνια ωστόσο δεν άργησαν να περάσουν και μάλιστα πολύ πιο σύντομα απ’ ότι συμβαίνει συνήθως ο κύριος Νουρλόγλου κατάφερε να διακριθεί και να ξεχωρίσει. “Φέτος δεν έγινε κάτι συγκεκριμένο”, εξηγεί. “Bάλαμε σαν στόχο από την αρχή της σεζόν να έχουμε ανοδική πορεία και να βελτιωνόμαστε συνεχώς. Ξεκινήσαμε λοιπόν με πολύ απλά πιάτα και σταδιακά φροντίσαμε όλοι μαζί να τα παρουσιάζουμε όλο και πιο εκλεπτυσμένα, πιο νόστιμα και με περισσότερη προσοχή ακόμα και στην πιο μικρή λεπτομέρεια”, μας λέει, ενώ δεν παραλείπει να συμπληρώσει πως είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι πάντα παραδέχονται τις αδυναμίες τους και ακούν προσεκτικά το κάθε παράπονο του πελάτη”
Τι συμβαίνει λοιπόν στο Abovo;
Στο κομψό εστιατόριο της Κηφισιάς ο Μιχάλης Νουρλόγλου και η ομάδα του παρουσιάζουν μια πολυσυλλεκτική κουζίνα που άλλοτε μυρίζει Γαλλία, άλλοτε έχει άρωμα Ελλάδας, και πότε Ιαπωνίας. Βασικός γνώμονας της δουλειάς τους είναι “η οικειότητα και η νοστιμιά”, όπως υπογραμμίζει ο ίδιος εξηγώντας πως “η πρωτοτυπία πρέπει να παρουσιάζεται πάντα με μέτρο. Ακόμα και φουά γκρα να παραγγείλει κάποιος πρέπει να του παρουσιαστεί όσο πιο οικεία γίνεται”. Έτσι, έπειτα από τον πρώτο του Χρυσό Σκούφο, τόσο ο Μιχάλης όσο και γενικότερα το εστιατόριο διανύουν μια περίοδο ανασυγκρότησης μέσα από την οποία θα θέσουν νέους στόχους. Ποιος είναι ο άμεσος όμως του ίδιου του σεφ; “Να γίνω καλύτερος απ΄ ότι τώρα και να βελτιώνομαι συνέχεια. Είμαι μόλις 28”, μας λέει και μας γεμίζει ελπίδες για ένα ακόμα πιο νόστιμο μέλλον. Ένα μέλλον που όπως σημείωσε ο ίδιος “πρέπει να έχει στροφή στην ουσία και να αντιμετωπίζουμε το φαγητό ως φαγητό και όχι ως διασκέδαση”. Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; “Ωραίοι οι αφροί και οι πρωτότυπες τεχνικές αλλά πιστεύω πως πρέπει να είναι κρυμμένοι μέσα σε ένα πιάτο και όχι να πρωταγωνιστούν. Το φαγητό πρέπει να μπει μπροστά και οι τεχνικές πίσω”.
Όσο για την ελληνική κουζίνα…
“Πρέπει να προσπαθήσουμε να δείξουμε ακόμη περισσότερο την Ελλάδα! Οι Έλληνες μάγειροι έχουμε και ταλέντο αλλά και πολύ καλή οπτική. Δεν καταλαβαίνω γιατί αυτοί από το Περού να μαγειρεύουν καλύτερα; Εκείνοι –και ο κάθε άλλος- θα έπρεπε να μαγειρεύουν ελληνικά πιάτα και όχι να συμβαίνει το αντίθετο”, λέει ο ίδιος και ολοκληρώνει την σκέψη του λέγοντας πως… “Νέα ελληνική κουζίνα είμαστε εμείς. Όλοι εμείς που προσπαθούμε και ενδιαφερόμαστε και έχουμε μπει σε μια διαρκή διαδικασία αναζήτησης”…