Λένε –κι έχουν κατά πάσα πιθανότητα δίκιο- πως περισσότερο από το ποτό που πίνεις καθαυτό, εκείνο που μετρά είναι η στιγμή και η παρέα. Στην ιδανική περίπτωση είναι και τα τρία σπουδαία.
Θυμάμαι πολύ καλά την πρώτη φορά που δοκίμασα το Johnnie Walker Double Black.
Ήμασταν με φίλους, σπίτι, στο τέλος μίας ημέρας γεμάτης με επαγγελματικά meetings –που είχε αποδειχθεί πολύ πιο επιτυχημένη απ' όσο αρχικά υποσχόταν- και, κατά έναν τρόπο ελαφρώς ειρωνικό, εκείνη ακριβώς τη στιγμή έπεφταν οι νότες της εισαγωγής του Paint it black των Rolling Stones.
Για το Johnnie Walker Double Black δεν ήξερα, είναι αλήθεια πολλά. Ίσως μόνο ότι η συσκευασία του παρέπεμπε σε υφή παλιωμένου ξύλου, σαν κι εκείνο από το οποίο κατασκευάζονται τα δρύινα βαρέλια, στα οποία το whisky ωριμάζει για χρόνια. Μου είχε φανεί όμως αρκούντως ιντριγκαδόρικη η ανείπωτη υπόσχεση που το όνομά του υπαινισσόταν: πως κάτι μπορεί να γίνει «διπλά μαύρο».
Η απάντηση ήταν κρυμμένη στην πρώτη κιόλας γουλιά. Και ξεκίνησε να αποκαλύπτεται σε όλους μας από τη στιγμή ήδη που πλησιάσαμε τα ποτήρια στα πρόσωπά μας και το πολυσύνθετο, μοναδικά πλούσιο άρωμα του βαθύχρυσου αποστάγματος μας άγγιξε.
Πλούσια αίσθηση δυναμικά καπνιστής τύρφης, αρώματα αποξηραμένων φρούτων, κρεμώδης βανίλια. Και πολύ-πολύ αρμονική ισορροπία γεύσεων και αρωμάτων. Κάποια φρύδια υψώθηκαν με γνήσια έκπληξη και για μια στιγμή οι συζητήσεις σταμάτησαν –μόνο ο Mick συνέχιζε απτόητος να τραγουδά κάπου στο βάθος.
Καθεμιά από τις επόμενες φορές που συναντιόμαστε με το Johnnie Walker Double Black –που πριν λίγες εβδομάδες, απ' όσο διάβασα, απέσπασε το Διπλό Χρυσό βραβείο στο San Francisco World Spirits Competition- μοιάζει η έμπνευση να πολλαπλασιάζεται.
Κι η αίσθηση της απόλαυσής του να είναι ελαφρά διαφορετική, σα να κοιτάζεις ένα έργο τέχνης από διάφορες οπτικές γωνίες. Αυτό είναι εκείνο που ήταν και είναι. Εσύ αλλάζεις.