Συνέντευξη: Ελένη Νικολούλια
Ένας bartender... που δεν πίνει αλκοόλ. Ένα νέο παιδί με βαθιά αγάπη για την Ιαπωνία, αλλά και με απίστευτο έρωτα για την Ελλάδα. Ένας άνθρωπος που θέλει να σερβίρει ανθρώπους. Ο Τεό Σπυρόπουλος, bartender του Tailor Made, δύο μέρες μετά την νίκη του στον ελληνικό τελικό του διεθνούς διαγωνισμού cocktail World Class 2014, μιλά για την εμπειρία του, το παρελθόν, το μέλλον αλλά και όλα όσα καθημερινά παρατηρεί στα μπαρ.
Είμαι απλώς “ένας άνθρωπος που θέλει να σερβίρει ανθρώπους”, μας λέει, αποδεικνύοντας πως ίσως η μεγαλύτερη νίκη του να είναι η ίδια του η προσωπικότητα.
Δύο μέρες μετά την λήξη του διαγωνισμού στον οποίο ανακηρύχθηκες “Bartender of the year 2014”, ποια είναι τα πρώτα συναισθήματα που έχεις;
Είμαι ακόμα άφωνος. Όσο το σκέφτομαι τόσο περισσότερο ενθουσιάζομαι αλλά ταυτόχρονα μαγκώνομαι. Σταδιακά συνειδητοποιώ το που πάω αλλά και το πόσο πολύ πρέπει ακόμα να δουλέψω... γιατί πραγματικά θέλει πάρα πολλή δουλειά για να φτάσεις ακόμα πιο ψηλά σε διεθνές επίπεδο.
Τελικά ο κόσμος κατά πόσο κατανοεί ή επηρεάζεται από έναν διακεκριμένο bartender;
Δυστυχώς θεωρώ πως ναι. Δυστυχώς γιατί υπάρχουν bartender στην Ελλάδα με τρομερό επίπεδο και ταλέντο οι οποίοι επειδή ακριβώς δεν έχουν κάποια διάκριση ή τίτλο δεν αναγνωρίζονται τόσο όσο θα έπρεπε.
Τι είναι αυτό που θέλει ο Τεό να κερδίσει από την χρονιά που βρίσκεται μπροστά του;
Σίγουρα να κερδίσω πολλές νέες εμπειρίες. Να δω καινούρια πράγματα, να γνωρίσω καινούργιους ανθρώπους, να ταξιδέψω και πάνω από όλα να δώσω τον καλύτερό μου εαυτό.
Τι σημαίνει με απλά λόγια “Bartender of the Year”;
Προσωπικά το ερμηνεύω σαν έναν άνθρωπο που διαγωνίσθηκε, που έδειξε την δουλειά του, και που αν θες έκατσαν έτσι οι συγκυρίες, και στάθηκε και αρκετά τυχερός σε κάποια σημεία ώστε να κερδίσει τελικά έναν τίτλο.
Ας τα πάρουμε όμως λίγο από την αρχή. Ως σήμερα τι έχεις κάνει ώστε να φτάσεις στο σημείο να κερδίσεις την μεγάλη αυτή διάκριση;
Μέχρι σήμερα δουλεύω αρκετά. Είμαι 27 και δουλεύω όσο περισσότερο μπορώ. Αυτό δεν το κάνω επειδή είμαι “δουλευταράς”, αλλά μόνο γιατί το αγαπώ πολύ. Ακόμα και τις ημέρες που έχω ρεπό νιώθω πολύ έντονα πως μου λείπει κάτι, πως μου λείπει το μπαρ.
Από ποια ηλικία ξεκίνησες να δουλεύεις πίσω από το μπαρ;
Ξεκίνησα στα 17 σε beach bar και σε club. Από την πρώτη στιγμή και ενώ είχα περάσει πολύ λίγο χρόνο πίσω από τα μπαρ με ζήτησε μία εταιρεία ποτών να δουλέψω για εκείνους. Με απλά λόγια... ήθελα, δεν ήθελα μπήκα πολύ νωρίς μέσα στον χώρο.
Και η εξέλιξή σου πώς ήρθε;
Εύκολα. Από την πρώτη στιγμή που είδα έναν bartender να φτιάχνει ένα cocktail κατάλαβα αμέσως πως τελικά υπάρχει και κάτι άλλο και πως χρειάζομαι αρκετή δουλειά ακόμα για να το κάνω και εγώ αυτό.
Στην διάρκεια της τελικής φάσης του διαγωνισμού είδαμε τεχνικές και ποτά που και μπορεί να μην είχαμε ξαναδεί αλλά και που σαφώς ήταν αρκετά πιο εξεζητημένα. Πιστεύεις τελικά ότι όλα αυτά έχουν πρακτική εφαρμογή και μέσα από το μπαρ; Υπάρχουν με απλά λόγια “διαγωνιστικά” και “απλά” cocktail;
Πραγματικά αυτά που είδαμε ήταν απίστευτα! Είχα μείνει αρκετές φορές με το στόμα ανοιχτό και όταν είδα τους συναδέλφους μου να τα εφαρμόζουν σοκαρίστηκα από το πως μπορούν σε συνθήκες διαγωνισμού όπου υπάρχει τόσο άγχος και πίεση χρόνου, να τα κάνουν. Εκεί κατάλαβα πως ναι! Όλα αυτά που έγιναν, αν μπορούν να βγουν τόσο άψογα σε τέτοιες συνθήκες, μπορούν να εφαρμοστούν ακόμη καλύτερα και μέσα στα μπαρ τους.
Ο κόσμος πιστεύεις πως θα την καταλάβαινε όλη αυτή την “υπερπροσπάθεια”;
Κάποιες φορές όχι. Σίγουρα όμως μπορεί να δει και να καταλάβει την τέχνη και την διαφορετικότητα τόσο σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια όσο και ανάμεσα στους bartender.
Αν αύριο άνοιγες το δικό σου μπαρ, πώς θα ήταν;
Θα ήταν πάρα πολύ μικρό! Αγαπώ την swing και έτσι μάλλον οι μουσικές του θα ήταν μεταξύ swing και jazz. Σαφώς θα ήθελα να έχω μια πολύ καλά ενημερωμένη κάβα και πάνω από όλα ο κόσμος να περνάει καλά!
Πιστεύεις πως από τα μπαρ της Αθήνας λείπει αυτό το “να περνάς καλά”;
Όχι πάντα. Σίγουρα ζούμε σε μια από τις πιο διασκεδαστικές πόλεις σε ό, τι έχει να κάνει με το μπαρ. Δεν αναφέρομαι στο κομμάτι του clubbing, εννοώ ότι ακόμη και σε ένα “απλό” μπαρ κι αν πας, ακόμα κι αν δεν παίζει την καλύτερη δυνατή μουσική για τα γούστα σου, υπάρχουν τόσο άξιοι bartender που με την τέχνης τους και με όλο αυτό που έχουν να σου δώσουν θα σε κάνουν να περάσεις οπωσδήποτε καλά.
Εσύ που περνάς καλά;
Σχεδόν σε όλα τα cocktail bar του κέντρου. Έχω περάσει πάρα πολύ καλά στο The Gin Joint, έχω περάσει υπερβολικά καλά στο Baba Au Rum, στο 42 πάντα μένω με το στόμα ανοιχτό... Σε όλα αυτά και ακόμη τόσα μπαρ διασκεδάζω! Και μόνο που κάθομαι και κοιτάω έκπληκτος, για μένα είναι η απόλυτη διασκέδαση.
Ας περάσουμε λίγο στον Τεό... Όταν σε παρατηρεί κάποιος για πρώτη φορά θα δει πως είσαι πάντα κομψός, αλλά θα δει και πάρα πολλά tattoo και μάλιστα σε εμφανή σημεία. Θέλεις να μας μιλήσει για αυτήν σου την αδυναμία;
Έχω η αλήθεια είναι αρκετά... Κάποια από τα tattoo μου είναι σε εμφανή σημεία και κάποια δεν φαίνονται. Κάποια έχουν να κάνουν με την δουλειά μου, κάποια με προσωπικές μου στιγμές. Σε ένα από τα πιο εμφανή σημεία το tattoo μου είναι αφιερωμένο σε έναν φίλο που έχασα, και γενικά θέλω να πω πως κάθε ένα από αυτά είναι οι εμπειρίες μου.
Το ότι έχεις κάποια και στα χέρια σου σχετίζεται με την δουλειά σου;
Ναι. Αποφάσισα να κάνω ορισμένα tattoo σε σημεία με τα οποία δουλεύω πάρα πολύ, όπως είναι τα χέρια μου γιατί ακόμα και αυτό είναι μέρος της δουλειάς μου. Ο τρόπος δηλαδή που θα φαίνομαι συνολικά, ακόμα και στις λεπτομέρειες.
Προσέχεις την εμφάνισή σου όσο προσέχεις και τα cocktail σου;
Θεωρώ ότι η εμφάνιση είναι μέρος της δουλειάς μας. Άρα, όσο πιο προσεκτικοί θέλουμε να είμαστε στην δουλειά μας, άλλο τόσο προσεκτικοί πρέπει να είμαστε και με την εμφάνισή μας. Το να προσέχουμε την εμφάνισή μας δείχνει σεβασμό προς τον φιλοξενούμενο. Ακόμη και στο σπίτι μας όταν περιμένουμε κάποιον φροντίζουμε να φοράμε κάτι καλό.
Πως είναι ο Τεό όταν βγαίνει από το μπαρ;
Στον ελεύθερό μου χρόνο αρκετές φορές είμαι και πάλι πίσω από το μπαρ και αυτό μου αρέσει πάρα πολύ. Κατά τα άλλα, απολαμβάνω πολύ να πηγαίνω στην παραλία (φαίνεται άλλωστε και από το χρώμα μου) και να πηγαίνω στο γυμναστήριο όταν προλαβαίνω. Επιπλέον έχω και μία σκυλίτσα που την αγαπάω πάρα πολύ. Με ξυπνάει κάθε μέρα στις 10 το πρωί για την βόλτα της στο πάρκο. Εκείνη βλέπεις δεν καταλαβαίνει από bartending, ξενύχτια και διαγωνισμούς... Θέλει απλά στις 10 το πρωί να πάει απαραιτήτως την βόλτα της!
Η οικογένειά σου είχε κάποια σχέση με τον χώρο της εστίασης;
Ο πατέρας μου όταν ήταν νεαρός δούλευε ως σερβιτόρος στο ξενοδοχείο Caravel. Ήταν αυτό που λέμε από τους “old school” σερβιτόρους των ξενοδοχείων, κάτι το οποίο ειδικά από την στιγμή που γνώριζα πολύ καλά τι σημαίνει, είχα αποφασίσει να απέχω από αυτό το στιλ της εστίασης. Θεωρούσα πως είναι πολύ μακριά από την δική μου κουλτούρα σαν άνθρωπο.
Η δικιά σου οπτική πάνω στο θέμα της εστίασης ποια είναι;
Είμαι απλά ένας άνθρωπος που θέλει να σερβίρει αντίστοιχα τους ανθρώπους που έχει απέναντί του. Το βλέπω σαν έναν κύκλο. Όπως δηλαδή θα ήθελα εγώ να σερβιριστώ, έτσι θέλω να κάνω και με τους καλεσμένους μου. Δεν βλέπω ποτέ εκείνον που κάθεται απέναντί μου ως πελάτη. Θέλω όλοι να περάσουν καλά. Αυτός άλλωστε δεν είναι και ο λόγος που πηγαίνουμε στα μπαρ;
Νομίζω πως πρέπει να “αποκαλύψουμε” και κάτι ακόμη για εσένα που ενδεχομένως ο κόσμος να μην το γνωρίζει... Απέναντί μας έχουμε έναν bartender ο οποίος δεν πίνει αλκοόλ! Μίλησέ μας για αυτό...
Ισχύει! Βέβαια για να μην παρεξηγηθώ θα πρέπει να το εξηγήσω αυτό. Δεν είμαι λοιπόν από τους ανθρώπους που θα βγουν για να πιουν ποτά, με την έννοια ότι δεν μου αρέσει να πίνω πολύ. Το αλκοόλ λοιπόν που πίνω είναι αυτό την ώρα που δοκιμάζω τα cocktail μου πριν τα σερβίρω, τα ποτά που θα μου ζητήσουν οι συνάδελφοί μου να δοκιμάσω ή αν βρίσκομαι σε κάποια γευσιγνωσία αποσταγμάτων. Παλαιότερα έπινα περισσότερο. Όταν όμως ξεκίνησα να δουλεύω για μία εταιρεία ποτών μας είχαν απαγορεύσει να πίνουμε την ώρα της δουλειάς αλλά και όταν την τελειώναμε πάλι δεν μπορούσαμε να πιούμε πολύ γιατί θεωρούνταν πως ακόμη εκπροσωπούμε την εταιρεία μας. Κάπου εκεί κατάλαβα πως το ποτό δεν μου λείπει. Αυτό μάλιστα με βοήθησε και πάρα πολύ στην δουλειά μου γιατί ακόμα και στις πιο δύσκολες βάρδιες και συνθήκες ήμουν νηφάλιος και μπορούσα να αντιμετωπίσω τα πάντα.
Το φαγητό τι ρόλο παίζει στην ζωή σου;
Το φαγητό είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της ημέρας μου. Μαγειρεύω αρκετά καθώς μένω μόνος μου, προσπαθώ να δοκιμάζω νέες γεύσεις και μάλιστα ακόμη και αρκετά περίεργες. Μάλιστα αυτό ίσως και να με έχει βοηθήσει και στην δουλειά μου μιας και όταν ανακαλύπτεις περίεργες γεύσεις πάντα έχει ενδιαφέρον να τις εντάξεις και μέσα στο ποτό σου.
Για να επιστρέψουμε λίγο στον διαγωνισμό, ποιο είναι το καλύτερο σχόλιο που άκουσες όλο αυτό το διάστημα από τους κριτές σου;
Το καλύτερο σχόλιο ήταν στα προκριματικά, όταν ένας από τους διεθνείς κριτές μου, μου είπε πως έφτιαξα ένα από τα καλύτερα martini που έχει δοκιμάσει ποτέ του.
Τώρα που το σκέφτεσαι πιο ψύχραιμα, ποια θεωρείς ότι ήταν τα στοιχεία σου εκείνα που σε έκαναν να διακριθείς;
Πρέπει να πω πως μεταξύ όλων των άλλων ήμουν και πάρα πολύ τυχερός! Όταν στην τελευταία δοκιμασία έπρεπε να επιλέξουμε ένα “Mystery Box” με υλικά εμπνευσμένα από μία χώρα του κόσμου, εγώ άφησα πρώτα τους άλλους 3 φιναλίστ να διαλέξουν το κουτί τους. Στο τέλος για εμένα έμεινε η Ιαπωνία και αυτό ήταν μεγάλη τύχη!
Ποια είναι η σχέση σου με την Ιαπωνία;
Η Ιαπωνία για εμένα σημαίνει τόσα πολλά πράγματα που κάθε φορά που την σκέφτομαι ανατριχιάζω. Όταν άνοιξα το κουτί και είδα αυτά τα υλικά μέσα πέρασαν άπειρες εικόνες μπροστά από τα μάτια μου. Πριν από δύο περίπου χρόνια πήρα την απόφαση να αρχίσω να κάνω σεμινάρια στο εξωτερικό. Τότε λοιπόν ρώτησα τον πρώτο μου δάσκαλο, τον Ντίνο Παπαρίζο, από που θεωρεί ότι πρέπει να ξεκινήσω. Μου είχε λοιπόν προτείνει να συναντήσω έναν σπουδαίο bartender από την Σλοβακία και να κάνω μαζί του ένα σεμινάριο πάνω στο Ιαπωνικό bartending. Έκανα λοιπόν το σεμινάριο και αμέσως ενθουσιάστηκα με όλη την φιλοσοφία που κρύβεται από πίσω. Για να μπω όμως βαθύτερα έπρεπε να φτάσω στην Ιαπωνία. Σε αυτό με βοήθησαν δύο εξαιρετικοί συνάδελφοί μου, ο Γιάννης Πετρής και ο Γιάννης Σαμαράς οι οποίοι μου έδωσαν μία τρομερή επαφή, αυτή του κυρίου Suzuki, ενός σπουδαίου Ιάπωνα bartender, brand manager στο Tokyo Park Hotel αλλά και Global Brand Ambasador του ουίσκι Yamazaki. Πήγα, τον βρήκα, έκανα μαζί του σεμινάρια και μπήκα μέσα σε όλη αυτή την μαγική κουλτούρα.
Η οποία τι προάγει;
Οι Ιάπωνες bartender είναι πάρα πολύ αυστηροί με την δουλειά τους. Υπάρχει λεπτομέρεια και φιλοσοφία πίσω από οποιαδήποτε κίνηση. Κάθε τι που κάνει πρέπει πρώτα να απαντά στο ερώτημα “γιατί”; Βέβαια σε αυτό το σημείο θα πρέπει να πούμε πως δεν μπορείς καμία κουλτούρα να την φέρεις και να την εφαρμόσεις απόλυτα στην χώρα σου. Δεν μπορείς δηλαδή να φέρεις ούτε το Τόκιο, ούτε την Ισπανία στην Ελλάδα και στο μπαρ σου. Μπορείς όμως να φέρεις 2, 3, 4 σημαντικά “σουβενίρ”. Να μάθεις δηλαδή αυτά που πρέπει και να τα προσαρμόσεις στα δικά σου δεδομένα.
Αν σου δινόταν η ευκαιρία να δουλέψεις στο εξωτερικό, θα το έκανες;
Στο εξωτερικό οι συνθήκες είναι λίγο πιο εύκολες σε σχέση με την Ελλάδα. Εννοώ πως έξω υπάρχει μεγαλύτερη κουλτούρα επάνω στο ποτό και σου δίνεται περισσότερος χώρος για να κάνεις αυτό που πραγματικά θέλεις και σκέφτεσαι. Από την άλλη θεωρώ πως από την στιγμή που μεγαλώσαμε εδώ, εδώ είναι ο τόπος μας, και εδώ πρέπει να “παλέψουμε”. Σαφώς και θα ήθελα να δουλέψω έξω και σαφώς θα ήθελα να δω και καινούρια πράγματα. Νομίζω όμως πως θα το παλέψω στην Ελλάδα.
Τεό πώς βλέπεις τον εαυτό σου σε μερικά χρόνια από τώρα;
Πάλι πίσω από μία μπάρα! Όταν πριν μερικά χρόνια μου δόθηκε η δυνατότητα να μπω μέσα σε μία εταιρεία ποτών και να έχω δουλειά “γραφείου”, αρνήθηκα αμέσως πολύ απλά γιατί θέλω να είμαι πίσω από το μπαρ.
Τι συμβουλές θα έδινες στα παιδιά που μπαίνουν τώρα στον χώρο;
Επειδή και εγώ είμαι “καινούριο” παιδί, το μόνο που μπορώ να πω είναι αυτό που κάνω και εγώ: Την δουλειά μου με μεγάλη προσήλωση και αγάπη. Με ό, τι κι αν ασχολείσαι, αν το κάνεις σαν αγγαρεία δεν θα αποδώσεις ποτέ σωστά.
Αν μπορούσες να γυρίσεις τον χρόνο πίσω, τι θα άλλαζες αυτές τις δύο μέρες του διαγωνισμού;
Θα έκανα τα πάντα ο camera man να είχε τραβήξει την στιγμή που έβαλα το απόσταγμα μέσα στο shaker μου, μιας και επειδή δεν το έδειξε θεωρήθηκε πως ξέχασα να το κάνω! Επίσης θα ήθελα πολύ να έχει δείξει τις στιγμές της παρουσίασής μου τις οποίες με σταμάτησαν οι κριτές για να ζητήσουν από τον κόσμο να κάνει ησυχία. Με σταμάτησαν δυστυχώς 3 φορές, χωρίς να σταματάει αντίστοιχα και ο χρόνος μου...
Αν μπορούσες να επιλέξεις μία οποιαδήποτε προσωπικότητα για να σερβίρεις το cocktail σου, ποια θα ήταν αυτή;
Θα ήθελα πάρα πολύ να φτιάξω ένα cocktail στον Αλέξανδρο Γκικόπουλο (bartender στο Apsendi) γιατί πραγματικά πιστεύω πως όσο σοβαρός κι αν θέλω να είμαι πίσω από το μπαρ, όταν θα καθίσει εκείνος μπροστά μου θα γελάσω πάρα πολύ και θα είναι “τρομακτική” εμπειρία για εμένα!
Ποια cocktail αγαπά περισσότερο ο Τεό Σπυρόπουλος;
Έχω μεγάλο έρωτα με το Martinez και το Dry Martini. Το Martini είναι cocktail με μόλις 3 συστατικά και όμως είναι τόσο δύσκολο να το αποδώσεις σωστά και να αρχίσεις να καταλαβαίνεις τι είδους dry martini θέλει εκείνος που έχεις απέναντί σου;
Υπάρχει κάτι που θα άλλαζες στα μπαρ της πόλης αν είχες την δυνατότητα;
Κάθε επιχειρηματίας στήνει το μπαρ του έτσι όπως το έχει σκεφτεί και άρα έτσι πρέπει να τα δεχτούμε όλα. Αυτό που ίσως δεν βοηθάει και τόσο στην “εκπαίδευση” του κόσμου είναι πως ορισμένοι bartender θέλουν απλώς να περάσει η ώρα και να τελειώσουν την βάρδιά τους. Έτσι όταν τους ζητήσεις κάτι το οποίο ενδεχομένως να μην είναι και τόσο ποιοτικό, εκείνοι θα σου το σερβίρουν. Πιστεύω πως θα έπρεπε να σου εξηγήσουν τους λίγους για τους οποίους καλό θα ήταν να επιλέξεις κάτι άλλο και ότι υπάρχουν δυνατότητες να παρουσιάσουν κάτι καλύτερο.
Υπάρχουν “καλύτερα” και “χειρότερα” ποτά;
θεωρώ ότι ένα cocktail δεν πρέπει να είναι πολύ δυνατό. Δεν θα έφτιαχνα ποτέ ένα cocktail για να μεθύσω κάποιον, όπως δεν θα άφησα και ποτέ να μεθύσει κάποιος με δικά μου ποτά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι πως ακόμη και στο μπαρ μου από κάποια ώρα και μετά σταματάω να σερβίρω cocktail. Ένα cocktail το πίνεις για να καταλάβεις κάποιες γεύσεις και όχι για να μεθύσεις. Αυτή είναι η δική μου θεωρία. Αν θέλεις να μεθύσεις, δεκτό! Μπορείς να ζητήσεις μία μπύρα, ένα σκέτο ποτό, ένα σφηνάκι, όχι όμως ένα cocktail γιατί όταν το ζητάς, σημαίνει πως ζητάς μία γεύση που θέλεις να κατανοήσεις.
Υπάρχουν ποτά που δεν θα έφτιαχνες;
Ναι, υπάρχουν. Και καλό είναι που υπάρχουν γιατί μπορείς να ανοίξεις μια όμορφη συζήτηση με τον πελάτη σου και να του δείξεις πως υπάρχει και κάτι άλλο. Δεν υπάρχουν “καλά” και “κακά” ποτά. Ο καθένας πίνει αυτό που του αρέσει και αυτό είναι δεκτό. Απλώς, ορισμένοι bartender επιλέγουμε να μην σερβίρουμε κάποια συγκεκριμένα ποτά, χωρίς αυτό να σημαίνει πως είναι “κακά”. Είναι καθαρά θέμα φιλοσοφίας.
Σε ποιους θέλεις να πεις “ευχαριστώ” που ήταν δίπλα σου όλο αυτό το διάστημα της προετοιμασίας σου;
Με στήριξαν απίστευτα τα παιδιά από την Bar Philosophy. Όταν έκανα εκεί καθημερινά τις προπονήσεις μου ήταν εκεί για να μου φέρουν το οτιδήποτε χρειάζομαι και να μου λένε την γνώμη τους για το οτιδήποτε κάνω. Απίστευτα με στήριξαν και τα παιδιά από το Tailor Made οι οποίοι καταλάβαιναν την κούρασή μου και με βοηθούσαν όσο περισσότερο μπορούσαν. Σαφώς όμως και πρέπει να ευχαριστήσω όλους τους φιναλίστ γιατί ήμασταν μία πολύ ωραία παρέα. Εγώ αυτό κέρδισα από αυτόν τον διαγωνισμό. Όχι μία διάκριση, αλλά 11 ανθρώπους να τα δίνουν όλα! Ήταν μια απίστετη εμπειρία για εμένα και ειδικά την στιγμή του τελικού όπου έβλεπα 3 ανθρώπους να βάζουν όλη τους την ψυχή και εγώ καθόμουν και τους χάζευα. Είδα πραγματικά τρομερά skills σε αυτόν τον διαγωνισμό. Τόσο τρομερά που δεν φανταζόμουν ούτε καν εγώ πως θα μπορέσω να τα εφαρμόσω.