Είναι κάποια πράγματα, που ουδέποτε φανταζόμαστε ότι μπορούν να συμβούν σε μια χώρα, όπως η Ελλάδα.
Θέλετε, γιατί έτσι έχουμε.. μάθει – ή, μάλλον, μας έχουν μάθει...
Θέλετε, γιατί οι πολιτικοί σε οποιοδήποτε βαθμό διοίκησης ή αυτοδιοίκησης καλύπτονταν για πολλές δεκαετίες από ένα άτυπο πέπλο προστασίας, ανεξαρτήτως του τι είχαν κάνει ή τι αδίκημα είχαν διαπράξει...
... το ζητούμενο είναι πως ό,τι και αν ερχόταν στο φως σε αυτή τη χώρα – και αφορούσε σε εκπροσώπους του λαού -, περνούσε στα ψιλά : γινόταν λίγος ντόρος στην αρχή και, στη συνέχεια, το ξεχνούσαμε.
“Όποιος έχει στοιχεία, να πάει στον εισαγγελέα”, ήταν η γνωστή ατάκα, που ακουγόταν από τις αρχές του αιώνα από την κυβέρνηση Σημίτη – και τον ίδιο τον τότε πρωθυπουργό - κάθε φορά, που προέκυπτε μια υπόθεση σκανδάλου.
Λίγα χρόνια αργότερα, ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, Βαγγέλης Πολύζος, διαγραφόταν από το κόμμα, επειδή δήλωνε ότι και στο κόμμα του υπάρχουν και τίμιοι, αλλά και στελέχη, που χρηματίζονται.
Ουδείς τολμούσε να αγγίξει επί της ουσίας την πολιτική διαφθορά.
Η δήλωση κορυφαίου υπουργού στο news.gr, ότι "αν ο Παπαγεωργόπουλος ήταν υπουργός, τα αδικήματα θα είχαν παραγραφεί", δείχνει το στρεβλό των αντιλήψεων στην Ελλάδα, τόσο σε επίπεδο κοινωνίας, όσο - και κατ΄ επέκταση - σε επίπεδο νομοθεσίας και ελέγχου της κάθε είδους εξουσίας.
Η κατάσταση θύμιζε το γνωστό σκηνικό του απατημένου συζύγου, που συλλαμβάνει επ΄ αυτοφώρω το έτερόν του ήμισυ να τον απατά και ακούει την ατάκα : "Δεν είναι αυτό, που νομίζεις", και - ευκολότερα ή δυσκολότερα - είτε το πιστεύει, είτε διατηρεί το γάμο του και μαζί τις αμφιβολίες του.
Σε αυτό το σκηνικό, πολλοί - που έχουν μεταφέρει χρήματα από το ταμείο του φορέα που διοικούν, στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς - κοιμούνταν ήσυχοι όλα αυτά τα χρόνια. Από χθες, μάλλον έχουν χάσει τον ύπνο τους.
Η αρχή έγινε.
Έπεται συνέχεια.
Γιατί, πλέον, η ατάκα έχει αλλάξει :
"Βασίλη (Παπαγεωργόπουλε), είναι αυτό που νομίζουμε !".
Καλημέρα σας.