Αισιόδοξος, ή τουλάχιστον “πιο αισιόδοξος απ' όσο ήμουν παλιότερα”, δηλώνει στους συνομιλητές του ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, που σπεύδει βέβαια να συμπληρώσει πως “η δική μου αισιοδοξία κυμαίνεται στο όριο που από άλλους μπορεί να θεωρείται απαισιοδοξία”.
Όπως αναφέρει σε δημοσίευμά της η εφημερίδα “Πρώτο Θέμα”, ο κ. Σημίτης θεωρεί πως “τελευταία γίνεται καλή δουλειά από τον Σαμαρά με τα ταξίδια του στο εξωτερικό και τον Στουρνάρα στην οικονομία”, και δίνει έμφαση στην προσπάθεια που γίνεται να ανακτήσει η Ελλάδα το κύρος της και να αποκατασταθεί το κλίμα εμπιστοσύνης στην οικονομία.
Ιδιαίτερα επαινετικός προς την κυβέρνηση εμφανίζεται ο πρώην πρωθυπουργός και για τους χειρισμούς της στο ζήτημα της Χρυσής Αυγής. “Έγινε το απολύτως αναγκαίο και σωστό”, τονίζει. “Δεν μπορούσε να αφεθεί αυτή η εγκληματική ομάδα να παρεμποδίζει την ομαλή λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος”.
Μάλιστα, ο κ. Σημίτης δε θεωρεί πως υπήρξε καθυστέρηση από την πλευρά της Πολιτείας. “Το εγχείρημα τώρα γίνεται πιο κατανοητό από τον κόσμο”, σημειώνει χαρακτηριστικά, ξεκαθαρίζοντας ωστόσο πως βία δεν ασκείται μόνο από τους χρυσαυγίτες. “Πρέπει να πάψει να γίνεται ανεκτή και η κουλτούρα της βίας που δεν σχετίζεται με τη Χρυσή Αυγή. Όταν την εποχή των “Αγανακτισμένων” στήνονταν κρεμάλες στο Σύνταγμα και ακουγόντουσαν φωνές “να καεί η Βουλή”, δημιουργούνταν ένα κλίμα βίας που οι μεν νομίζουν ότι αφορούσε μόνο τους δε, και το αντίθετο”, υπογραμμίζει.
Από την άλλη, ο πρώην πρωθυπουργός θεωρεί απολύτως λανθασμένη τη βιασύνη ορισμένων κυβερνητικών παραγόντων να σπεύσουν να εξαγγείλουν διανομή του πρωτογενούς πλεονάσματος μέσω παροχών. “Δεν καταλαβαίνω γιατί βιάστηκαν να το μοιράσουν πριν καν το έχουν”, σχολιάζει και ενώ επικρίνει και τον τρόπο με τον οποίο προχωρά το πρόγραμμα κινητικότητας στο Δημόσιο. “Δεν έχουν εξηγήσει επαρκώς τα οφέλη για την κοινωνία από τη μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων και ότι οι πόροι που θα εξοικονομηθούν από τις απολύσεις του υπεράριθμου και ακατάλληλου προσωπικού θα πάνε για τη βελτίωση των υποδομών στην παιδεία και την υγεία”, επισημαίνει.