Συγκρατημένα αισιόδοξος, ως προς την κατάσταση της Ελληνικής Οικονομίας εμφανίζεται ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βολφγκανγκ Σόϊμπλε, σε συνέντευξή του στη βελγική εφημερίδα Le Soir.
Συγκεκριμένα, αναφερόμενος στα δεδομένα της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας λέει οτι οι προσπάθειες τους επέτυχαν, σε ό, τι αφορά την Ισπανική οικονομία λέει ότι "συμπεριφέρεται καλά", ενώ σε ό, τι αφορά την Ελλάδα λέει ότι υπάρχουν "σημάδια ανάκαμψης. Εύθραυστα, αλλά υπαρκτά".
Σχολιάζοντας τον ρόλο του ΔΝΤ στις προσπάθειες για την αντιμετώπιση των προβλημάτων του χρέους στην Ευρωζώνη, ο κ. Σοϊμπλε σε γενικές γραμμές τον κρίνει,ως σήμερα, θετικό, αλλά και ουδέτερο, επισημαίνοντας πως αντιθέτως με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία ως ένα βαθμό εξαρτάται απο τα κράτη μέλη της ΕΕ, το ΔΝΤ είχε τη δυνατότητα "να λαμβάνει τις αναγκαίες αποστάσεις" κατα τις διαδικασίες λήψης σημαντικών αποφάσεων.
Οι αποστάσεις αυτές είναι σημαντικότερες από την οικονομική του συνεισφορά, επισημαίνει ο κ. Σόϊμπλε. Αναφέρει επίσης οτι το ΔΝΤ είναι ένας πελώριος Οργανισμός με χιλιάδες λαμπρούς οικονομολόγους, στο πλαίσιο του οποίου υπάρχουν σήμερα διαφωνίες ως προς τις αποφάσεις που έπρεπε να υιοθετηθούν το 2010 για την Ελλάδα. Ωστόσο συνεχίζει ο Β Σοϊμπλε " όπως είπε ο Επίτροπος Όλι Ρεν, ούτε εγώ θυμάμαι να πρότεινε το 2010 το ΔΝΤ κούρεμα του ελληνικού χρέους".
Επί του θέματος του κουρέματος του ελληνικού χρέους ο Γερμανός υπουργός αναφέρει ακόμη πως στην αρχή και επί μήνες ήταν ο μόνος που υποστήριζε τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, σε πείσμα ειδικών και οικονομολόγων που την ταύτιζαν με την καταστροφή. " Τελικά αποφασίσαμε κούρεμα του χρέους κατά 53% και δεν συνέβη τίποτα. Η Ευρώπη είναι πάντα εδώ" σημειώνει ο Σοϊμπλε. Κατά τα άλλα, ο Γερμανός υπουργός τάσσεται ,εκ νέου, υπέρ της δημοσιονομικής σταθεροποίησης στα κράτη μέλη της ΕΕ, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι ,το δίλημμα ανάπτυξη η λιτότητα δεν υφίσταται αφού μόνο οι υγιείς, δημοσιονομικά, χώρες μπορούν να έχουν υγιή ανάπτυξη. Ως προς το ζήτημα των μισθών στην Ευρώπη αναφέρει πως ο μόνος δρόμος για την αύξησή τους είναι η, εκ παράλληλου, αύξηση της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών οικονομιών.