Δώστε μας λύση και αφοπλίστε την Ευρωπαϊκή ακροδεξιά, διαμηνύει ο πρωθυπουργός
Το μήνυμα ότι «οι πιστωτές μας οφείλουν να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους για να καταλήξουμε σε συγκεκριμένα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους έως το τέλος του 2016» έστειλε ο Αλέξης Τσίπρας, κατά τον χαιρετισμό του στην έναρξη της Ευρωμεσογειακής Συνόδου της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής και της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της Ελλάδας, που πραγματοποιείται στη Βραυρώνα.
Αναφερόμενος στις τρεις προκλήσεις (οικονομική, προσφυγική, ασφάλειας) τόνισε ότι αυτό που κρίνεται τούτη την περίοδο είναι η ίδια η συνοχή της Ευρώπης.
Το χρέος
Ο Έλληνας πρωθυπουργός υποστήριξε για το ζήτημα του χρέους ότι δεν έχουμε να κάνουμε με ένα θέμα ελληνικό, αλλά με ένα θέμα που αφορά το σύνολο της Ευρώπης, σημειώνοντας ότι η Ευρώπη, στο σύνολό της, έχει ισχυρό κίνητρο να ξεκαθαρίσει άμεσα τον ορίζοντα για το ελληνικό χρέος.
Διότι, όπως εξήγησε, ενόψει μιας εκλογικής χρονιάς, όπως είναι το 2017, για κρίσιμες ευρωπαϊκές χώρες, κανείς δεν θα επιθυμούσε να μετατραπεί η συζήτηση του ελληνικού χρέους σε πολιτικό επιχείρημα και προεκλογικό όπλο της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς. 'Εκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου ότι αυτό θα συμβεί, εάν η ρύθμιση αυτής της εκκρεμότητας της Συμφωνίας αναβληθεί για το β' εξάμηνο του 2017.
Ο κ. Τσίπρας εξέφρασε τη βεβαιότητά του ότι κανείς δεν επιθυμεί νέες αναταράξεις στην Ευρώπη, επισημαίνοντας τον ρόλο της Ελλάδας ως πόλου σταθερότητας σε μια εύθραυστη περιοχή.
Τόνισε ότι η Ελλάδα τηρεί τις υποχρεώσεις και τις δεσμεύσεις που της αναλογούν από τη συμφωνία, επισημαίνοντας ότι σήμερα ολοκληρώθηκε και τυπικά η πρώτη αξιολόγηση, καθώς η Ελλάδα έχει τηρήσει πλήρως όλες της τις δεσμεύσεις, με την εκταμίευση των υπολειπόμενων 1,7 δισ. Ευρώ από τη δεύτερη υποδόση των 2,8 δισ., που θα πάνε στην πραγματική οικονομία. Επισήμανε ότι η ίδια η απόφαση του Eurogroup προσδιορίζει, όχι μόνο τις υποχρεώσεις της Ελλάδας, αλλά και τις υποχρέωση των πιστωτών απέναντι στην Ελλάδα, την υποχρέωση να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους και την αποκατάσταση της βιωσιμότητάς του. Πρόσθεσε δε, ότι τόσο με τη συμφωνία όσο και στο Eurogroup του περασμένου Μαΐου, οι ίδιοι οι πιστωτές μας συνομολόγησαν το δικό τους χρέος προς την Ελλάδα.
Υπογράμμισε πως τώρα που η Ελλάδα γύρισε σελίδα, αφήνοντας πίσω της την επταετία της ύφεσης, είναι η ώρα για τη μεγάλη στροφή προς την ανάκαμψη και την ανάπτυξη και πως τώρα, που μπαίνουμε με σταθερά βήματα στο στάδιο της ανάπτυξης, οι πιστωτές μας οφείλουν να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους «για να καταλήξουμε σε συγκεκριμένα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους έως το τέλος του 2016», που να στέλνουν ένα ισχυρό θετικό σήμα στη διεθνή επενδυτική κοινότητα που θα ικανοποιούν τις προϋποθέσεις που έθεσε η ΕΚΤ, προκειμένου και η Ελλάδα να ενταχθεί στο πρόγραμμα της ποσοτικής χαλάρωσης το συντομότερο δυνατό και να επανέλθουμε στις αγορές.
Ο κ. Τσίπρας επισήμανε ότι, με αυτές τις προϋποθέσεις η οικονομία θα αποκτήσει μεγαλύτερη δυναμική προκειμένου να πετύχει ακόμα και να ξεπεράσει τους προβλεπόμενους πολύ υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης για το 2017. Πρόσθεσε, επίσης, πως με αυτές τις προϋποθέσεις θα διαμορφωθούν οι απαραίτητες συνθήκες για την επιτυχία του προγράμματος, για να επισημάνει ότι τα δυο προηγούμενα προγράμματα απέτυχαν και να τονίσει πως δεν μπορεί να επιτρέψουμε να αποτύχει και το τρίτο.
«Αυτό που κρίνεται είναι η ίδια η συνοχή της Ευρώπης»
Αυτό που κρίνεται αυτή την περίοδο δεν είναι απλά η έκβαση μιας κρίσης, της οικονομικής ή της προσφυγικής, αλλά αυτό που κρίνεται τούτη την περίοδο είναι η ίδια η συνοχή της Ευρώπης, υπογράμμισε και σημείωσε ότι η συνοχή της Ευρώπης «κρίνεται από την ικανότητά της να αντιμετωπίσει με αλληλεγγύη και αποτελεσματικότητα όλες τις παράλληλες κρίσεις της: Την οικονομική, την προσφυγική και την κρίση εξωτερικής και εσωτερικής ασφάλειας, με την έξαρση της τρομοκρατίας.
Ο Αλέξης Τσίπρας έστειλε το μήνυμα ότι «η Ευρώπη à la carte που ορισμένοι εταίροι μας δυστυχώς υποστηρίζουν, στην πραγματικότητα είναι η επιλογή της 'μη Ευρώπης'», για να υπογραμμίσει ότι «το κοινό σπίτι έχει και κοινές υποχρεώσεις».
Επισήμανε ότι οι ευρωμεσογειακές χώρες μοιράζονται κοινές εμπειρίες και αντιμετωπίζουν κοινές προκλήσεις:
α) έχουμε πληγεί δυσανάλογα από την οικονομική κρίση και τις πολιτικές επιλογές της λιτότητας, της υποτίμησης της εργασίας και της αποδόμησης του κοινωνικού κράτους.
β) Είμαστε στην πρώτη γραμμή του Σένγκεν και βιώνουμε την πίεση των μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών.
γ) Συνορεύουμε με την αποσταθεροποιημένη ευρύτερη περιοχή της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής.
Συνεπώς, τόνισε, «έχουμε κοινό ενδιαφέρον και κοινό συμφέρον να συνεργαστούμε για να προωθήσουμε κοινές πρωτοβουλίες και προτεραιότητες σε ευρωπαϊκό επίπεδο».
Το Προσφυγικό
Αναφορικά με το Προσφυγικό, άσκησε κριτική για το γεγονός ότι, το τελευταίο διάστημα, γίνεται λόγος όχι για παροχή αλληλεγγύης, αλλά για «ευέλικτη αλληλεγγύη», έναν όρο -όπως επισήμανε- που οι τέσσερις «χώρες του Βίσεγκραντ» επινόησαν πρόσφατα, για να δικαιολογήσουν την άρνησή τους να εφαρμόσουν τις κοινές αποφάσεις των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων για τη μετεγκατάσταση προσφύγων και την ξενόφοβη πολιτική τους.
Σημείωσε ότι στην πραγματικότητα πρόκειται για την επινόηση ενός όρου, για να κρύψουν πίσω από τις λέξεις την άρνηση της αρχής της αλληλεγγύης, η οποία, «είναι ο θεμέλιος λίθος της ενωμένης Ευρώπης».
Υπογράμμισε ότι χωρίς αυτή την αρχή, «υπνοβατούμε προς τη «σκοτεινή Ευρώπη» του 20ου αιώνα». Παρέπεμψε, ως προς αυτό, στα πρώτα ανησυχητικά δείγματα από την εθνική αναδίπλωση που επέφερε η αδυναμία της Ευρώπης να διαχειριστεί συλλογικά, αλληλέγγυα και, συνεπώς, αποτελεσματικά την οικονομική και προσφυγική της κρίση. Από την έλλειψη ξεκάθαρης πολιτικής βούλησης, να τερματίσει τις πολιτικές της εσωτερικής υποτίμησης και να κλείσει τον δρόμο στη λιτότητα, ώστε να ανοίξει επιτέλους ο δρόμος της ανάπτυξης, όπως είπε. Αλλά και στην προσφυγική κρίση, όπως πρόσθεσε, από την αδυναμία της να επιβάλει τις δικές της αποφάσεις στα ίδια τα κράτη-μέλη της και να αποδοκιμάσει την ακροδεξιά παραφιλολογία για φράκτες και τείχη στην Ευρώπη για «σφράγισμα» των προσφυγικών ροών και των θαλάσσιων συνόρων.
«Και φυσικά» επισήμανε ο πρωθυπουργός «την αδυναμία να προωθήσει αποτελεσματικά μια ευρωπαϊκή πολιτική που αντικαθιστά τις παράνομες προσφυγικές ροές με νόμιμες». «Γιατί» συμπλήρωσε «αυτό αποφασίσαμε στην Ευρώπη, δεν αποφασίσαμε ότι η Ευρώπη θα γίνει φρούριο», τονίζοντας ότι η Ελλάδα τηρεί αυτές τις αποφάσεις, όπως και της υποχρεώσεις της που απορρέουν από τη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας.
«Κρίσιμος ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων στη φάση της ανάκαμψης»
Ο πρωθυπουργός χαρακτήρισε εξαιρετικά κρίσιμο τον ρόλο των κοινωνικών εταίρων στη φάση της οικονομικής ανάκαμψης και ανάπτυξης, ως θεσμικών οργάνων κοινωνικού διαλόγου και προστασίας του ευρωπαϊκού κοινωνικού κεκτημένου.
«Εσείς εδώ στην Ελλάδα, το αποδείξατε με τη συμφωνία των πέντε σημείων για τα εργασιακά τον περασμένο Ιούλιο, μια συμφωνία η οποία δέσμευσε τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου μας και προσδιόρισε τον πυρήνα της εθνικής θέσης στη διαπραγμάτευση, στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης που περιλαμβάνει κρίσιμα κοινωνικά ζητήματα όπως την αγορά εργαάσιας και τις εργασιακές σχέσεις» όπως ανέφερε, απευθυνόμενος στην Επιτροπή.
Υπογράμμισε ότι κοινός στόχος είναι να επανέλθει η Ελλάδα στην ευρωπαϊκή κανονικότητα ως προς την προστασία των εργασιακών σχέσεων και του ευρωπαϊκού κοινωνικού κεκτημένου και πρόσθεσε ότι η συμφωνία των κοινωνικών εταίρων του περασμένου Ιουλίου «μπορεί και πρέπει να λειτουργήσει ως η πυξίδα για μια νέα κοινωνική συμφωνία για την ανάπτυξη, την απασχόληση και την αναδιανομή». Σημείωσε ότι ο τόπος έχει ανάγκη αυτή την νέα κοινωνική συμφωνία, γιατί χωρίς κοινωνική συνεννόηση δεν θα μπορέσουν να επουλωθούν τα τραύματα στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας και της οικονομίας από την πολύχρονη λιτότητα, την ύφεση και την υψηλή ανεργία, ούτε να αξιοποιηθεί το παραγωγικό και ανθρώπινο δυναμικό της χώρας.
Τόνισε ότι οι επενδύσεις είναι προϋπόθεση για την οριστική έξοδο από την ύφεση και την ανάπτυξη, ότι η ανάπτυξη είναι προϋπόθεση για την κοινωνική συνοχή και πως αυτή είναι προϋπόθεση για τη σταθερότητα.
Ο κ. Τσίπρας υπενθύμισε ότι είναι η δεύτερη ευρωμεσογειακή διάσκεψη, που πραγματοποιείται φέτος στην Ελλάδα, καθώς είχε προηγηθεί τον Σεπτέμβριο η πρώτη Ευρωμεσογειακή Διάσκεψη των κρατών-μελών της Ευρωζώνης, η οποία «αποτέλεσε σημαντικό γεγονός που πιστεύω θα παίξει καθοριστικό ρόλο στον εξελισσόμενο διάλογο που ξεκίνησε για το μέλλον της Ευρώπης» και η οποία θα έχει και συνέχεια, στις 28 Ιανουαρίου 2017, στη Λισαβόνα.