Τη θέση πως η Ελλάδα είναι αποτυχημένη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, απέρριψε ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Φρανς Τίντεμανς, σε συνέντευξή του, το μεσημέρι, στη δημόσια Αυστριακή Ραδιοφωνία, τονίζοντας ότι όλους πρέπει να απασχολεί ο πόνος των Ελλήνων και ότι θα πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες για να βοηθηθεί ο ελληνικός πληθυσμός και να βρεθεί μία διέξοδος.
Όπως σημείωσε, η στάση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία κατέθεσε μία λύση, είναι σαφής, και ο ίδιος έχει την εντύπωση ότι «ήμασταν κοντά στη λύση, αλλά αυτή δεν επιτεύχθηκε και θα πρέπει να διαπραγματευτούμε, αλλά ρεαλιστικά, γιατί δεν μπορεί κάποιος να λέει όχι, να μην συνομιλεί και να πιστεύει ότι οι πιστωτές θα συμφωνήσουν».
Ο ίδιος έχει την άποψη ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έκαναν σαφείς προτάσεις και έγκειται τώρα στην ελληνική κυβέρνηση να αντιδράσει, όχι να λέει μόνον "όχι", αλλά να υποδηλώσει πού μπορεί ίσως να βρεθεί λύση. «Ωστόσο μέχρι τώρα δεν έχουμε δει τίποτε, τώρα δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε και θα πρέπει να περιμένουμε τι θα φέρει το δημοψήφισμα την Κυριακή», είπε.
Ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εκτιμά, όπως είπε, ότι πριν από μερικούς μήνες, πριν από τις βουλευτικές εκλογές, οι δείκτες στην Ελλάδα ήταν αρκετά θετικοί και φαινόταν ότι η κατάσταση σε διάφορους τομείς θα γινόταν καλύτερη, ενώ τώρα επικρατεί μία τελείως διαφορετική κατάσταση, όμως, κατά την άποψή του, θα πρέπει να υπάρξει μέλημα ώστε οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις να αλλάξουν κάτι στην Ελλάδα και να υπάρξει θετική προοπτική.
Αρνητικά απάντησε στην ερώτηση αν η Ευρωπαική Επιτροπή κάνει «προεκλογικό αγώνα κατά της ελληνικής κυβέρνησης» ενόψει του δημοψηφίσματος της Κυριακής, επαναλαμβάνοντας ότι θα πρέπει να αναμένεται το αποτέλεσμά του και ότι η Επιτροπή είναι πρόθυμη να βρεθεί λύση και για αυτό ο πρόεδρός Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, εργάζεται «με καρδιά και ψυχή». Πρόσθεσε δε ότι ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ έχει πολλούς συναισθηματισμούς, είναι ειλικρινής, και θέλει με τους εταίρους στην πολιτική να μιλάει ανοικτά και να βρίσκει λύσεις, ωστόσο αν ένας εταίρος φεύγει από τις διαπραγματεύσεις, δεν συνομιλεί και προκηρύσσει ένα δημοψήφισμα, αυτό είναι δύσκολο να γίνει αποδεκτό.