Πολιτική διαπραγμάτευση για να αμβλυνθούν οι αποστάσεις που έγιναν... χάσμα τις τελευταίες ημέρες μεταξύ των πιστωτών και της ελληνικής κυβέρνησης, με τους Ευκλείδη Τσακαλώτο και Νίκο Παππά, καθώς και τον Γιάννη Βαρουφάκη να προλειαίνουν το έδαφος για την τριμερή της Τετάρτης του Έλληνα πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα με την Άνγκελα Μέρκελ και τον Φρανσουά Ολάντ στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής στις Βρυξέλλες.
Την ώρα που τα περιθώρια των ταμειακών διαθέσιμων στενεύουν επικίνδυνα και η παράταση του προγράμματος οδεύει προς τη λήξη της στο τέλος Ιουνίου, ο υπουργός Οικονομικών έδωσε το μήνυμα, κάνοντας λόγο για «συμφωνία-επίλυση», ζητώντας «να είναι αυτή η τελευταία διαπραγμάτευση».
Από το κυβερνητικό επιτελείο επιχειρείται προσεκτικά, για να ελέγχονται οι αντιδράσεις στο εσωτερικό, ένας συγκερασμός του κειμένου των 47 σελίδων που προσκόμισε ο Αλέξης Τσίπρας στον Ζαν Κλοντ Γιούνκερ με αυτό των δανειστών, ώστε να υπάρξει μία χρυσή τομή για την επίτευξη συμφωνίας. Στο πλαίσιο αυτό από το Μαξίμου πάρθηκε η απόφαση να σημειωθεί υποχώρηση στο ζήτημα του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ στα νησιά.
Την πρωτοβουλία της κυβέρνησης κόμισαν στον Ευρωπαίο Επίτροπο Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων ο υπουργός Επικρατείας, Νίκος Παππάς και ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών για Διεθνείς Οικονομικές Σχέσεις, Ευκλείδης Τσακαλώτος στο χθεσινό ταξίδι αστραπή που πραγματοποίησαν στις Βρυξέλλες.
Η συνάντηση που χαρακτηρίζεται προπαρασκευαστική για την τριμερή της Τετάρτης, σύμφωνα με πηγές από την ελληνική πλευρά έγινε σε καλό κλίμα, με τους δύο Έλληνες υπουργούς να μεταφέρουν την πρόθεση της κυβέρνησης να σημειωθούν ορισμένες υποχωρήσεις για να επιτευχθεί συμφωνία, υπό την προϋπόθεση, αυτή να περιέχει σαφή ρύθμιση για το χρέος. Το θέμα αναμένεται να θέσει εκ νέου ο Έλληνας πρωθυπουργός στις Βρυξέλλες.
Παράλληλα, επί τάπητος τέθηκαν τα πρωτογενή πλεονάσματα για τα οποία θα δεσμεύεται η κυβέρνηση μέσα από τη συμφωνία. Η ελληνική κυβέρνηση προκρίνει πρωτογενές πλεόνασμα 0,6% του ΑΕΠ φέτος και 1% του χρόνου, έναντι στόχων 1% και 2%. Σημειώνεται ότι βάσει της συμφωνίας της προηγούμενης κυβέρνησης προβλεπόταν 3% και 4% αντίστοιχα.
Από το κυβερνητικό επιτελείο σημειώνουν πάντως ότι χωρίς σαφή δέσμευση των πιστωτών για αναδιάρθρωση ή απομείωση του χρέους δεν μπορεί να υπάρξει καμία συμφωνία.
«Έθεσα στον κ. Σόιμπλε την άποψή μας, ότι η συμφωνία που μας προσφέρθηκε, σε απάντηση της δικής μας πρότασης, είναι μια συμφωνία που δεν είναι βιώσιμη. Πρέπει να πω ότι ο δρ Σόιμπλε δεν διαφώνησε, απλά θεώρησε ότι δεν υπάρχει εναλλακτική», ανέφερε ο υπουργός Οικονομικών και πρόσθεσε ότι και η ελληνική θέση είναι ότι «εάν συμφωνήσουμε σε αυτά που μας ζητούν, σε έξι, δώδεκα μήνες, θα είμαστε και πάλι εδώ - στο Βερολίνο, στις Βρυξέλλες - να συζητάμε την ελληνική κρίση» σημείωσε χαρακτηριστικά ο Γιάννης Βαρουφάκης σε συνέντευξή του μετά τη συνάντηση με τον Γερμανό ομόλογό του, παραπέμποντας με νόημα στο ελληνικό χρέος, το οποίο εξελίσσεται σε μοναδικό ρυθμιστή της όποιας συμφωνίας.