Του Γιώργου Λαμπίρη
Μία δήλωση του υπουργού Δικαιοσύνης, Νίκου Παρασκευόπουλου το πρωί της Τετάρτης σε συνδυασμό με την ομόφωνη απόφαση της Βουλής για ανασύσταση της επιτροπής διεκδίκησης των γερμανικών αποζημιώσεων, ήρθαν να αναζωπυρώσουν τη συζήτηση γύρω από τη συγκεκριμένη πολυδαίδαλη υπόθεση.
Ο κύριος Παρασκευόπουλος δήλωσε ότι είναι πρόθυμος να προχωρήσει σε δέσμευση περιουσιακών στοιχείων του γερμανικού κράτους στην Ελλάδα βάσει νομοθεσίας και συμπλήρωσε χαρακτηριστικά: «πιστεύω αυτή η άδεια πρέπει να δοθεί κι είμαι έτοιμος να τη δώσω».
Για το θέμα επικοινωνήσαμε με τον νομικό, με μακρά θητεία στις αίθουσες των ευρωπαϊκών δικαστηρίων, Πέτρο Μηλιαράκη, καθώς και με πρόσωπο από την ακαδημαϊκή κοινότητα, ειδικευμένο στο διεθνές δίκαιο, το οποίο όμως δεν θέλησε να τοποθετηθεί επωνύμως.
Να επισημάνουμε σε αυτό το σημείο ότι για την υπόθεση του Διστόμου ο Άρειος Πάγος με την κατά πλειοψηφία απόφαση με αριθμό 11 του 2000, είχε επικυρώσει σχετική απόφαση του Πρωτοδικείου Λειβαδιάς για τη σφαγή στο Δίστομο, το οποίο είχε καταδικάσει τη Γερμανία.
Το δικαίωμα του υπουργού Δικαιοσύνης να δώσει άδεια δέσμευσης περιουσίας ξένης χώρας
Σύμφωνα με την πηγή που διατηρεί την ανωνυμία της, το άρθρο 923 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προβλέπει ότι χρειάζεται άδεια του Έλληνα υπουργού Δικαιοσύνης προκειμένου να γίνει δέσμευση περιουσιακών στοιχείων αλλοδαπού Δημοσίου. Στη συνέχεια όπως επισημαίνει ότι δεν έγινε δεκτό το σχετικό αίτημα από τον τότε υπουργό Δικαιοσύνης - το 200 - και ουσιαστικά η απόφαση του Αρείου Πάγου, παρέμεινε αδρανής.
«Ακολούθησε άλλη υπόθεση που είχε να κάνει με έγκλημα πολέμου στο Λιδωρίκι, για το οποίο είχε εκδώσει απόφαση το Πρωτοδικείο Άμφισσας και εν συνεχεία παραπέμφθηκε στο Εφετείο Αθηνών αλλά και στον Άρειο Πάγο. Ο Άρειος Πάγος με την απόφαση 131 του 2001, παρέπεμψε την υπόθεση στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, λόγω αμφιβολιών για το κατά πόσο το γερμανικό δημόσιο μπορούσε να δικαστεί από ελληνικά δικαστήρια γι’ αυτές τις υποθέσεις. Το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο με πλειοψηφία μίας ψήφου – απόφαση 6/2002- αποφάσισε ότι δεν μπορεί να δικαστεί το γερμανικό Δημόσιο από ελληνικά δικαστήρια», σημειώνει η πηγή.
Το ίδιο πρόσωπο εμφανίζεται επιφυλακτικό για το αν η δεύτερη απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου που αφορά στο Λιδωρίκι, ουσιαστικά "καταργεί" την προηγούμενη του Αρείου Πάγου που όριζε αποζημίωση με κατάσχεση περιουσίας των Γερμανών για το Δίστομο.
Πώς μπορεί να αντιδράσει η Γερμανία πλήττοντας την απόφαση
Όπως εξηγεί, «Μπορεί να προχωρήσουν οι ενδιαφερόμενοι πολίτες του Διστόμου, βασιζόμενοι στην πρώτη απόφαση του Αρείου Πάγου και να ζητήσουν από τον υπουργό Δικαιοσύνης να κάνει πράξη την απόφαση δέσμευσης της περιουσίας της Γερμανίας. Εάν υποθέσουμε ότι ο υπουργός κάνει πράξη την κατάσχεση ενός περιουσιακού στοιχείου της Γερμανίας στην Ελλάδα, η Γερμανία με τη σειρά της θα προβάλλει αντιρρήσεις και στα ελληνικά δικαστήρια, ενώ ακολούθως μπορεί να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Εκεί μπορεί να επικαλεστεί ότι η Ελλάδα παραβίασε το Διεθνές Δίκαιο, επιτρέποντας την κατάσχεση της περιουσίας του γερμανικού δημοσίου, διότι το διεθνές δίκαιο παρέχει ετεροδικία* στο γερμανικό δημόσιο και επομένως μπορεί να αποφανθεί ότι η ελληνική δικαιοσύνη κακώς αποφάσισε την κατάσχεση».
Μία... ανάλογη περίπτωση
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση προσφυγής της Γερμανίας κατά της Ιταλίας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Τότε, η Ιταλία επέτρεψε την κατάσχεση μίας γερμανικής περιουσίας που βρισκόταν στα εδάφη της, προκειμένου να εκτελεστεί η απόφαση του ελληνικού Αρείου Πάγου. «Ο ελληνικός κώδικας πολιτικής δικονομίας έλεγε ότι για να γίνει κατάσχεση στην Ελλάδα χρειάζεται απόφαση του Έλληνα υπουργού Δικαιοσύνης. Για να γίνει εκτέλεση όμως εκτέλεση της ελληνικής απόφασης, δεν χρειάζεται ανάλογη άδεια, αλλά μπορεί να γίνει ανάλογα με το δίκαιο του εκάστοτε κράτους, εν προκειμένω της Ιταλίας. Η Ιταλία επομένως επέτρεψε να προχωρήσει η κατάσχεση. Στη συνέχεια η Γερμανία στράφηκε κατά της Ιταλίας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, επικαλούμενη ότι η Ιταλία, επιτρέποντας την εκτέλεση μίας αποφάσεως χωρίς να αναγνωρίσει το δικαίωμα της Γερμανίας να μη δικάζεται στην Ελλάδα, παραβίασε κανόνα του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου, ο οποίος καλύπτει ακόμα και περιπτώσεις εγκλημάτων πολέμου».
Τα τέσσερα ζητήματα
Με τη σειρά του ο Πέτρος Μηλιαράκης θίγει τέσσερα βασικά ζητήματα με πρώτο αυτό των αποζημιώσεων. «Τι σημαίνει αποζημίωση;», θέτει το ερώτημα. «Ότι κάποιοι μπήκαν και έκαψαν το σπίτι κάποιου, σκότωσαν κάποιο μέλος της οικογενείας και επομένως το αδίκημα συνεπάγεται εκτός από υλική ζημία και υλική βλάβη. Σε αυτή την περίπτωση πρέπει να ακολουθήσει αποκατάσταση των πληγέντων και άρα να αποζημιωθούν».
Ο δεύτερος παράγοντας, τον οποίο επισημαίνει ο νομικός, είναι τα κατοχικά δάνεια. «Πραγματοποιήθηκε αφαίμαξη του ελληνικού λαού σε λίρες, δολάρια και δραχμές. Οι Γερμανοί αφαίρεσαν ουσιαστικά εθνικό πλούτο με αναγκαστικό τρόπο».
Ο τρίτος παράγοντας σύμφωνα με τον ίδιο έχει να κάνει με το γεγονός ότι «κάποιοι διαπιστευμένοι της γερμανικής κατοχής βρήκαν στην Τράπεζα της Ελλάδος χρυσές λίρες, τις οποίες ξεπούλησαν».
Το τελευταίο σημείο έχει να κάνει όπως λέει με «αφαιμάξεις πλούτου άλλης μορφής».
Στο ερώτημα τι μπορεί να κάνει ο πολίτης σε αυτή την περίπτωση, σημειώνει ότι «μπορεί να εγείρει αξίωση για ηθική βλάβη και υλική ζημία. Κάτι ανάλογο συνέβη και στην περίπτωση του Διστόμου».
«Για το ζήτημα της προσφυγής ενός κράτους – της Γερμανίας – στο Δικαστήριο της Χάγης υπάρχουν διαδικασίες του λεγόμενου 'άδικου πολέμου'. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν εκδήλωσε επιθετικότητα, ούτε επιτέθηκε κατά της Γερμανίας. Αντιθέτως η Γερμανία και εκδήλωσε τη συγκεκριμένη διάθεση και εξαπέλυσε επιθέσεις. Η Ελλάδα ήταν η κατεχόμενη χώρα, η οποία κατακτήθηκε από τη Γερμανία. Υπό την έννοια αυτή λοιπόν, μπορεί να παραπεμφθεί το θέμα σε διεθνές δικαστήριο. Αν εξετάσουμε το θέμα νομικά, υπό το πρίσμα της αδικοπραξίας, από τη στιγμή που υπάρχει απόφαση αστικού δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αυτό της Ιταλίας, είμαι της άποψης ότι μπορούμε να προχωρήσουμε – χωρίς να δεσμευόμαστε από το Διεθνές Δικαστήριο - σε κατάσχεση περιουσίας σε ιταλικό έδαφος της ιταλικής δημοκρατίας», εξηγεί ο κύριος Μηλιαράκης.
Ζήτημα πολιτικής βούλησης
Όπως συμπληρώνει όμως, όλα είναι ζήτημα πολιτικής βούλησης. «Η ουσία είναι σε κάθε περίπτωση θέμα πολιτικής απόφασης. Κατά τη γνώμη μου δεν δεσμεύεται ο υπουργός Δικαιοσύνης να υπογράψει την αναγκαστική εκτέλεση εν Ελλάδει. Να πει για παράδειγμα ότι δεσμεύει το Ινστιτούτο Γκαίτε ή οποιοδήποτε άλλο περιουσιακό στοιχείο της Γερμανίας».
Στο ερώτημα αν πρέπει να σεβαστούμε τις αποφάσεις που αναφέραμε τόσο του Αρείου Πάγου το 2000 για το Δίστομο όσο ή αυτή για το Λιδωρίκι από το Ανώτατο Δικαστήριο και ως προς το εάν δημιουργείται ζήτημα δεδικασμένου, ξεκαθαρίζει τις δύο υποθέσεις. «Δεν υπάρχει δεδικασμένο σε αυτή την περίπτωση. Το δεδικασμένο ισχύει μεταξύ των διαδίκων. Για παράδειγμα έχω μαζί σας μία αντιδικία, και χάνω τη δίκη στο δικαστήριο (εγώ ως εργοδότης κι εσείς ως εργαζόμενος). Την ίδια στιγμή προσφεύγει εναντίον μου μία άλλη εργαζόμενη, η οποία χάνει τη δίκη. Αυτό δεν σημαίνει ότι επειδή πρόκειται για διαφορετικές δίκες με παρόμοιο περιεχόμενο, θα πρέπει να επηρεαστεί η μία απόφαση από την άλλη. Σας επισημαίνω ότι υπάρχει αυτοτέλεια στην παροχή δικαστικής απόφασης και αφορά τους διαδίκους. Το δεδικασμένο ισχύει μόνο μεταξύ των διαδίκων. Εξαιρούνται περιπτώσεις, οι οποίες με την ευκαιρία κανονιστικής πράξης – του υπουργού Περιβάλλοντος – έχουν κριθεί στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας ως αντισυνταγματικές ρύθμισεις, γεγονός το οποίο επιβάλλει στο κράτος να αλλάξει το νόμο».
«Θα πρέπει λοιπόν να διαχωρίσουμε ότι υπάρχει διαφορετικό δεδικασμένο για το Δίστομο και διαφορετικό για το Λιδωρίκι. Και για την περίπτωση του Διστόμου επίσης δεν υπάρχει σχετική απόφαση που απαγορεύει την εκτέλεση της απόφασης και κατ’ επέκταση τη δέσμευση της γερμανικής περιουσίας», σημειώνει ο νομικός.
Σε σχέση με το θέμα της ετεροδικίας επισημαίνει ότι μπορεί να ισχύσει για θέματα αστικής διαφοράς. Όπως λέει όμως, για εγκλήματα πολέμου που καθορίζονται όχι από το αστικό δίκαιο δεν μπορεί να επικαλεστεί κανείς την ετεροδικία. Με αυτή τη λογική θα έπρεπε να υιοθετήσουμε ως σκεπτικό, το γεγονός ότι όλοι παραβιάζουν το δίκαιο του πολέμου, στη διάρκειά του. Ως γεγονός όμως έχει και πρέπει να έχει συνέπειες. Διότι και το ποινικό δίκαιο έχει συνέπειες όταν το παραβιάζει κάποιος. Δηλαδή εάν παραβιάσει κάποιος τη διάταξη περί ανθρωποκτονίας, θα πρέπει να μένει ατιμώρητος; Γι' αυτό και εγείρονται πολλά ζητήματα.
Ο Πέτρος Μηλιαράκης, καταλήγοντας σε ένα συγκεκριμένο συμπέρασμα, επισημαίνει με βάση όλα τα παραπάνω, ότι η Ελλάδα έχει δικαίωμα να προχωρήσει σε αναγκαστική εκτέλεση περιουσιακών στοιχείων της Γερμανίας αναφορικά με τη σφαγή του Διστόμου.
*Με βάση τη νομική ορολογία, ο όρος ετεροδικία σημαίνει ότι τα δικαστήρια ενός κράτους δεν μπορούν να δικάζουν κάποιο άλλο κράτος, όταν το ξένο κράτος ενάγεται δεδομένου ότι πρόκειται για κυρίαρχο κράτος. Εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση που το ίδιο το θελήσει και επομένως πρέπει να ζητήσει το ελληνικό δημόσιο ότι αξιώσεις έχει από τα γερμανικά δικαστήρια.