Σε αναστολή της αυτοτελούς δημόσιας παρουσίας της έχει προχωρήσει η Κομμουνιστική Οργάνωση Ελλάδας (ΚΟΕ), υποστηρίζοντας τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο κόμμα, όπως σημειώνεται σε σημερινή ανακοίνωσή της, εν όψει του ιδρυτικού συνεδρίου που αρχίζει τις εργασίες του την προσεχή Τετάρτη.
Η ΚΟΕ τονίζει ότι μετά την κοινή απόφαση στην Πανελλαδική Συνδιάσκεψη για την ίδρυση ενός ενιαίου φορέα, και λαμβάνοντας υπόψη πως θα υπάρξει μια νέα αφετηρία, επισφραγισμένη ήδη με τη θέληση της πλειοψηφίας των μελών του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και με τις αποφάσεις του ιδρυτικού Συνεδρίου, η ΚΟΕ αποφάσισε να προχωρήσει στην αναστολή της αυτοτελούς δημόσιας παρουσίας της, σαν απαραίτητο βήμα ενίσχυσης του ΣΥΡΙΖΑ και της ενιαίας έκφρασής του.
Η υπέρβαση του μοντέλου του ΣΥΡΙΖΑ των συνιστωσών, υπογραμμίζει η ΚΟΕ, είναι μια διαδικασία που στηρίζεται σε νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά, συμβαδίζει με την ωριμότητα και την ουσιαστική πολιτική στάση κάθε δύναμης, αλλά και με το αίτημα να ξεπεραστούν αρνητικά φαινόμενα, που όμως δεν συνδέονται μόνο με τις συνιστώσες. Εκείνο που σήμερα χρειάζεται να οικοδομήσουμε, υποστηρίζει η ΚΟΕ, είναι ένα κόμμα των μελών του, χωρίς ειδικά προνόμια για κανέναν, με δημοκρατία και ουσιαστικές διαδικασίες πολιτικής συζήτησης, ζωντανό και μαχητικό, έτοιμο να συγκρουστεί με την τρόικα και το πολιτικό σύστημα και να νικήσει.
Εντελώς διαφορετική είναι ωστόσο η θέση του ΔΗΚΚΙ, το οποίο σε ανακοίνωση των μελών της Διοικούσας Επιτροπής Πάνου Μαντά, Ηλία Νικολόπουλου και Βαγγέλη Κρητικού εκφράζει τη διαφωνία του με τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο κόμμα.
Στην ανακοίνωση αναφέρεται ότι το ΔΗΚΚΙ συμφώνησε με την κατάργηση του δικαιώματος του βέτο των συνιστωσών στην λήψη των αποφάσεων, διαφωνεί όμως με την μετάλλαξή του σε ενιαίο κόμμα, εμμένοντας στην πάγια θέση του πως δεν χρειάζεται ένα “μοναδικό κόμμα”, αλλά ένα μεγάλο μέτωπο οργανώσεων, κομμάτων και ανένταχτων, ένα νέο ΕΑΜ, ώστε να υπάρξει “αντίπαλο δέος” στην “ευρωπαϊκή ολοκλήρωση” και στο συνασπισμό των κέντρων της Δύσης που έχει στοχοποιήσει την χώρα και τον λαό της. Κατά συνέπεια, το ΔΗΚΚΙ αρνείται την αυτοδιάλυσή του.