Ανησυχία και έντονος προβληματισμός επικρατούν στις Βρυξέλλες για το ενδεχόμενο να οδηγηθεί η Ελλάδα σε κάλπες, σε μία στιγμή που για πρώτη φορά από το 2010 είχαν δημιουργηθεί προσδοκίες σταθεροποίησης στη χώρα. Αρμόδιος Ευρωπαίος αξιωματούχος με τον οποίο συνομίλησε η "Καθημερινή" έλεγε ότι οι δύο κυβερνητικοί εταίροι της Ν.Δ. θα πρέπει να αναλογιστούν τις συνέπειες της στάσης τους. Μολονότι αρνήθηκε ότι υπήρξε οποιουδήποτε είδους ευρωπαϊκή ανάμειξη στο κλείσιμο της ΕΡΤ, επιβεβαίωσε ότι η απόλυση των υπαλλήλων της εταιρείας θα προσμετρηθεί κανονικά στα κριτήρια που οφείλει να εκπληρώσει η Ελλάδα για την κινητικότητα στο Δημόσιο, εντός Ιουνίου. Το προσδοκώμενο "δημοσιονομικό όφελος" από τη συρρίκνωση του κράτους, ανέφερε, θα επιτευχθεί από την απομάκρυνση 150.000 υπαλλήλων από το Δημόσιο την περίοδο 2010 - 2015, στόχος που εκτιμάται ότι θα επιτευχθεί εύκολα, χωρίς απολύσεις.
Πέραν αυτού, όμως, η χώρα μας υποχρεούται εκ του Μνημονίου να λάβει μέτρα για την εξυγίανση και τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των παρεχομένων δημοσίων υπηρεσιών. Στο πλαίσιο αυτό, η δημιουργία ενός νέου μικρότερου ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού, αν και δεν θα έχει επίδραση στον προϋπολογισμό, προσμετρείται θετικά, εφόσον τηρηθεί η δέσμευση της αξιοκρατικής στελέχωσής του.
Πάντως, είναι εμφανές από τις δημόσιες τοποθετήσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων ότι οι Βρυξέλλες θα προτιμούσαν να έχει επιλεγεί άλλη οδός για την επίτευξη του ίδιου στόχου. Εκτός από το ενδεχόμενο αιφνίδιας αποσταθεροποίησης της κυβέρνησης, οι εκπρόσωποι της Κομισιόν βρέθηκαν χθες αντιμέτωποι με βροχή οργισμένων ερωτήσεων δημοσιογράφων, που συνέδεσαν το κλείσιμο της ΕΡΤ με την πίεση της τρόικας προς την Ελλάδα και έκαναν λόγο για υποβάθμιση του δημοκρατικού πλουραλισμού στη χώρα.
Ο Ολιβιέ Μπαγί, εκπρόσωπος Τύπου της Επιτροπής, δήλωσε ότι "ποτέ δεν είμαστε ικανοποιημένοι όταν κλείνει ένα μέσο ενημέρωσης" και επανέλαβε ότι δεν υπήρξε κανενός είδους προηγούμενη συνεννόηση μεταξύ ελληνικής κυβέρνησης και τρόικας για το θέμα. Διαβεβαιώσεις ότι ο "ξαφνικός θάνατος" της ΕΡΤ δεν ήταν ευρωπαϊκή απαίτηση παρέσχε και ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Ολι Ρεν.