Με επικεφαλής τους προέδρους των Κοινοβουλευτικών Ομάδων του ΠΑΣΟΚ Ε. Βενιζέλο και της ΔΗΜΑΡ Φ. Κουβέλη κατατέθηκε σήμερα στη Βουλή η πρόταση νόμου για την αντιμετώπιση των εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας.
Την πρόταση υπογράφουν συνολικά 27 βουλευτές του ΠΑΣΟΚ (σ.σ. δεν υπογράφει ο βουλευτής Αχμέτ Χατζηοσμάν) και οι 14 βουλευτές της ΔΗΜΑΡ.
Η πρόταση νόμου αποτελείται από εννέα άρθρα και προτείνεται η αντικατάσταση του Ν. 927/1979 με την εισαγωγή ενός επικαιροποιημένου και βελτιωμένου νομοθετήματος προκειμένου να αντιμετωπισθούν αποτελεσματικότερα οι σοβαρές μορφές εκδήλωσης ρατσιστικών και ξενόφοβων συμπεριφορών.
Μάλιστα μετά τη σύνταξη της έκθεσης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους θα λάβει ημερομηνία για συζήτηση η πρόταση νόμου του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ για την αντιμετώπιση των φαινομένων ρατσισμού και ξενοφοβίας. Όπως ανακοινώθηκε από το Γραφείο Τύπου της Βουλής, η πρόταση προωθείται σήμερα κιόλας στο Γενικό Λογιστήριο προκειμένου να συντάξει έκθεση με τις ενδεχόμενες οικονομικές επιπτώσεις των προωθούμενων διατάξεων.
Από την πλευρά της η Νέα Δημοκρατία καταθέτει τη δική της πρόταση με τέσσερις αλλαγές. "Η Ν.Δ. τόνισε από την πρώτη στιγμή ότι το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο για το ρατσισμό, ο νόμος δηλαδή 927/1979 του Κωνσταντίνου Καραμανλή, είναι επαρκής για την αντιμετώπιση των φαινομένων ρατσιστικής βίας, εκτίμηση η οποία επιβεβαιώθηκε και με το σχετικό πρακτικό της ΚΕΝΕ.
Επισημάναμε, επίσης, ότι απαιτούνται μόνον ορισμένες προσθήκες σ΄ αυτό το νομοθετικό πλαίσιο με σκοπό τη συμπλήρωση και επικαιροποίησή του. Αυτές τις προσθήκες εισάγουμε σήμερα. Προσδοκούμε ότι όλα τα κόμματα – πλην βεβαίως της Χ.Α. – θα τις ψηφίσουν, αφού κανένας δεν μπορεί να έχει την οποιανδήποτε αναστολή για τις προσθήκες αυτές και την καταδίκη του ναζισμού", αναφέρεται.
Διαβάστε το νομοσχέδιο που κατέθεσαν ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ
"Οι ρατσιστικές και ξενοφοβικές εκδηλώσεις συνιστούν απειλή για τις ομάδες και τα πρόσωπα, που γίνονται στόχος τους, γι' αυτό απαιτείται η παροχή από το κράτος αυξημένου βαθμού προστασίας με τη λήψη ποικίλων μέτρων χρησιμοποιώντας, μεταξύ άλλων, και τα μέσα του ποινικού δικαίου, ώστε να επιβάλλονται αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις τόσο κατά των φυσικών προσώπων τα οποία διαπράττουν τέτοια εγκλήματα, όσο και κατά των νομικών προσώπων που εμπλέκονται με οποιονδήποτε τρόπο σε αυτά", αναφέρουν στην αιτιολογική έκθεση της πρότασης νόμου για την καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ.
Ως προς το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο και την ανάγκη επικαιροποίησης του, επισημαίνεται ότι "στην ελληνική έννομη τάξη, οι συμπεριφορές που αποβλέπουν σε φυλετικές διακρίσεις έχουν ποινικοποιηθεί, ως ένα βαθμό, από τον ν. 927/1979. Δεδομένου, όμως, ότι ο παραπάνω νόμος έχει εφαρμοστεί ελάχιστα και ήδη κρίνεται ανεπαρκής, ενόψει των σοβαρών προκλήσεων που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα μας κατά τη μετάβασή της σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία, όπου η ισότιμη προστασία όλων των ατόμων, ανεξάρτητα από τα ιδιαίτερα φυσικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά τους ή τον γενετήσιο-σεξουαλικό προσανατολισμό τους, προβάλλεται ως πρωταρχική υποχρέωση του κράτους. Για τον λόγο αυτόν θεωρείται επιβεβλημένη η εισαγωγή ενός επικαιροποιημένου και βελτιωμένου νομοθετήματος, σε αντικατάσταση του προηγουμένου, ώστε να αντιμετωπισθούν αποτελεσματικότερα οι σοβαρές μορφές εκδήλωσης ρατσιστικών και ξενόφοβων συμπεριφορών".
Τα νομικά μέτρα προστασίας και οι κυρώσεις
Για τις προωθούμενες διατάξεις, αναφέρεται ότι με την πρόταση νόμου που κατατέθηκε σήμερα στη Βουλή "δημιουργείται ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό θεσμικό πλαίσιο για την καταπολέμηση των εκδηλώσεων ρατσισμού και της ξενοφοβίας, καθώς και των εγκλημάτων που τελούνται με τέτοια κίνητρα, καλύπτοντας συγκεκριμένες και ειδικότερες πτυχές του θέματος, εισάγοντας νομικά μέσα προστασίας και προβλέποντας αναλογικές και αποτελεσματικές κυρώσεις". Επισημαίνεται ειδικότερα ότι:
α. Εξασφαλίζεται ότι η διερεύνηση και ποινική δίωξη των εγκλημάτων ρατσισμού και ξενοφοβίας γίνεται αυτεπάγγελτα και δεν εξαρτάται από αναφορές ή καταγγελίες των θυμάτων, τα οποία είναι συχνά ιδιαιτέρως ευάλωτα και διστάζουν να κινήσουν δικαστικές διαδικασίες.
β. Θεσπίζεται η διοικητική ευθύνη των νομικών προσώπων ή ενώσεων προσώπων που εμπλέκονται με οποιοδήποτε τρόπο σε εκδηλώσεις ρατσισμού και ξενοφοβίας ή στη διάπραξη εγκλημάτων με τέτοια κίνητρα.
γ. Επεκτείνεται η προστασία και σε ομάδες ή πρόσωπα που δεν προσδιορίζονται μόνο με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή τους, αλλά και τον γενετήσιο- σεξουαλικό τους προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου. Επίσης, εκτός από τις προσβολές εναντίον ομάδων ή προσώπων, αξιόποινες θεωρούνται και οι ρατσιστικές και ξενοφοβικές εκδηλώσεις που στρέφονται κατά πραγμάτων (κινητών ή ακινήτων), τα οποία χρησιμοποιούνται αποκλειστικά από τις παραπάνω ομάδες ή πρόσωπα (όπως π.χ. θρησκευτικά αντικείμενα, εθνικά σύμβολα, οίκοι λατρείας, χώροι διαμονής, εκπαίδευσης, ψυχαγωγίας, κλπ).
δ. Παρέχεται το δικαίωμα παράστασης πολιτικής αγωγής νομικών προσώπων ή ενώσεων προσώπων, που εδρεύουν στην Ελλάδα, σε δίκες που αφορούν εγκλήματα του παρόντος και μόνο για την υποστήριξη της κατηγορίας, υπό την προϋπόθεση να περιλαμβάνονται, με οποιοδήποτε συμβουλευτικό καθεστώς (γενικό, ειδικό, roster) στον σχετικό κατάλογο που τηρείται από το Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ECOSOC).
Εννέα άρθρα
Η πρόταση νόμου περιλαμβάνει εννέα άρθρα στα οποία προβλέπονται, μεταξύ άλλων τα εξής:
- Η Eλληνική Πολιτεία στο πλαίσιο της καταπολέμησης, μέσω του ποινικού δικαίου, των ιδιαίτερα σοβαρών εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας, σέβεται απολύτως τα θεμελιώδη δικαιώματα και αρχές που αναγνωρίζονται από τις διεθνείς συνθήκες και λαμβάνει κάθε αναγκαίο και ανάλογο μέτρο.
- Όποιος με πρόθεση, δημόσια, προφορικά ή διά του Τύπου, μέσω του διαδικτύου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή τρόπο, παροτρύνει, προκαλεί ή διεγείρει σε βιαιοπραγίες ή μίσος, κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων, που προσδιορίζονται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, τον γενετήσιο προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή πέντε έως είκοσι χιλιάδων (5.000- 20.000) ευρώ. Με τις ίδιες ποινές τιμωρείται όποιος με πρόθεση, και με τα μέσα και τους τρόπους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, παροτρύνει, προκαλεί ή διεγείρει σε διάπραξη φθοράς ή βλάβης πραγμάτων, που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά από τις παραπάνω ομάδες ή πρόσωπα.
- Προβλέπεται η ποινικοποίηση των ξενόφοβων και ρατσιστικών συμπεριφορών που εκδηλώνονται με αφορμή τον εγκωμιασμό ή την κακόβουλη άρνηση ή την εκμηδένιση της σημασίας των εγκλημάτων γενοκτονίας, των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και των εγκλημάτων πολέμου, όπως αυτά ορίζονται στα άρθρα 6, 7 και 8 του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, το οποίο έχει κυρωθεί με το Ν. 3003/2002, ή στο άρθρο 6 του Καταστατικού του Διεθνούς Στρατοδικείου που προσαρτάται στη Συμφωνία του Λονδίνου της 8ης Αυγούστου 1945, εφ' όσον θεωρούνται πρόσφορες να οδηγήσουν στη θυματοποίηση ομάδων ή προσώπων σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 3. Η ποινική απαξία των συγκεκριμένων συμπεριφορών συνίσταται στην κακόβουλη άρνηση ή εκμηδένιση ιστορικών γεγονότων, χωρίς, σε καμία περίπτωση, να επιδιώκεται η απαγόρευση ή ιδεολογική χειραγώγηση της επιστημονικής έρευνας. Γι' αυτό άλλωστε οι πράξεις αυτές τιμωρούνται μόνον εφ' όσον έχουν αναγνωριστεί ως εγκλήματα με αμετάκλητη απόφαση είτε ελληνικού είτε διεθνούς δικαστηρίου.
- Προβλέπεται η επιβολή αυστηρών διοικητικών κυρώσεων σε βάρος νομικών προσώπων ή ενώσεων προσώπων που εμπλέκονται σε αδικήματα ρατσισμού και ξενοφοβίας, κατά το πρότυπο μιας σειράς αντίστοιχων ρυθμίσεων που έχουν εισαχθεί τα τελευταία χρόνια στην ελληνική νομοθεσία σε εκπλήρωση διεθνών συμβατικών μας υποχρεώσεων. Η παρούσα διάταξη δεν περιορίζεται στις πράξεις που τελούνται "προς όφελος" του εμπλεκόμενου νομικού προσώπου (όπως προβλέπεται στην απόφαση- πλαίσιο), αλλά καλύπτει όλες τις περιπτώσεις αδικημάτων που τελέσθηκαν "μέσω ή προς όφελος ή για λογαριασμό" νομικού προσώπου από φυσικό πρόσωπο που έχει εξουσία εκπροσώπησης ή εξουσιοδότηση για τη λήψη αποφάσεων ή κατέστησαν δυνατές από έλλειψη εποπτείας ή ελέγχου ενός τέτοιου προσώπου, ανεξαρτήτως δηλαδή της ύπαρξης σκοπού προσπορισμού οποιουδήποτε οφέλους υπέρ του νομικού προσώπου. Οι διοικητικές κυρώσεις επιβάλλονται με απόφαση του υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μπορούν δε, να είναι i) πρόστιμο από 15.000 έως 200.000 ευρώ, ii) ανάκληση ή αναστολή της άδειας λειτουργίας του για χρονικό διάστημα από έναν έως έξι μήνες ή απαγόρευση άσκησης της επιχειρηματικής δραστηριότητας για το ίδιο χρονικό διάστημα και iii) αποκλεισμός από δημόσιες παροχές, επιχορηγήσεις, ενισχύσεις, επιδοτήσεις ή αναθέσεις έργων και υπηρεσιών για το ίδιο χρονικό διάστημα. Περαιτέρω, εάν η πράξη φέρεται ότι τελέστηκε σε εκπομπή ραδιοφωνική ή τηλεοπτική, οι κυρώσεις που προβλέπονται από το παρόν άρθρο επιβάλλονται, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 15 παρ. 2 του Συντάγματος, από το ΕΣΡ, προς το οποίο διαβιβάζεται ο φάκελος από τον υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
- Ρυθμίζεται η παράσταση πολιτικής αγωγής σε δίκες που αφορούν τα εγκλήματα του παρόντος νόμου και κατοχυρώνεται το σχετικό δικαίωμα νομικών προσώπων ή ενώσεων προσώπων που εδρεύουν στην Ελλάδα, ενώ τίθεται ως προϋπόθεση να περιλαμβάνονται, με οποιοδήποτε συμβουλευτικό καθεστώς (γενικό, ειδικό, roster), στον σχετικό κατάλογο που εκπονείται με τρόπο αντικειμενικό και διαφανή από το Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ECOSOC).
- Προβλέπεται η εξασφάλιση της παρουσίας σε όλη τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας και μέχρι την έκδοση απόφασης από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, των αλλοδαπών θυμάτων ή ουσιωδών μαρτύρων. Τα παραπάνω πρόσωπα, εάν βρίσκονται παράνομα στη χώρα, δεν απελαύνονται μέχρι την έκδοση απόφασης από το πρωτοβάθμιο ποινικό δικαστήριο, υπό τον όρο ότι αυτά δεν αποτελούν κίνδυνο για τη δημόσια τάξη ή ασφάλεια.
- Καταργούνται ο προγενέστερος ν. 927/1979, όπως ίσχυε μέχρι σήμερα, καθώς και το άρθρο 39 §4 του ν. 2910/2001.
- Καθορίζεται η έναρξη ισχύος του νόμου από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως".