Η ανάκληση στην τάξη, η στέρηση λόγου στη συνέχεια η μομφή για αντικοινοβουλευτική συμπεριφορά, είναι τα τρία από τα τέσσερα πειθαρχικά μέτρα που προβλέπει ο Κανονισμός της Βουλής και εφαρμόστηκαν, για πρώτη φορά σήμερα, σωρευτικά σε βουλευτή.
Στα άρθρα 75 ως και 82 του Κανονισμού της Βουλής, προσδιορίζονται οι υποχρεώσεις συμπεριφοράς των βουλευτών μέσα στο Κοινοβούλιο και οι παρεπόμενες ποινές για τη μη τήρησή τους. Τρεις είναι οι βασικές υποχρεώσεις: η εμφάνιση και η συμπεριφορά με τρόπο που να ανταποκρίνεται προς τη σοβαρότητα του επιτελούμενου έργου, η αποφυγή ενεργειών που παρενοχλούν την άνετη διεξαγωγή των εργασιών και η συμβολή καθενός ατομικά στην ευπρεπή εμφάνιση της Βουλής. Τέσσερις είναι οι παρεπόμενες ποινές: ανάκληση στην τάξη, στέρηση του λόγου, μομφή για αντικοινοβουλευτική συμπεριφορά και προσωρινός αποκλεισμός από τις συνεδριάσεις, με κρατήσεις αντιστοίχως μέρους των αποδοχών τους για τις δύο τελευταίες ποινές.
Στη μεταπολεμική κοινοβουλευτική ιστορία, η πειθαρχική διαδικασία έχει φτάσει ως τη στέρηση του λόγου.
Ο πρόεδρος της Βουλής είναι ο αρμόδιος να επιβάλει τα πειθαρχικά μέτρα για ανάρμοστη συμπεριφορά, η οποία συνίσταται στην παρεμπόδιση της ομαλής διεξαγωγής των συνεδριάσεων ή των συζητήσεων και στη διατάραξη της τάξης σ' αυτές, με πρόκληση θορύβου ή αταξίας ή άλλον τρόπο.
Ανάρμοστη συμπεριφορά συνιστά η διακοπή των ομιλητών ή η αποδοκιμασία τους με λόγια ή έργα ή η ομιλία χωρίς την απαιτούμενη άδεια του προέδρου, η απρεπής συμπεριφορά λόγω ή έργω, ή έλλειψη του οφειλομένου σεβασμού προς το προεδρείο, η μη συμμόρφωση στις υποδείξεις του προέδρου, η χρησιμοποίηση προσβλητικών εκφράσεων κατά της τιμής και της υπόληψης του Προέδρου της Δημοκρατίας, των μελών της Βουλής, του προεδρείου και των μελών της κυβέρνησης και η καταφρόνηση, με λόγια ή έργα, του Συντάγματος και των πολιτειακών θεσμών.
Το πρώτο μέτρο είναι η προειδοποίηση και ακολουθεί η ανάκληση στην τάξη, εκτός αν ο παρεκτραπείς ανακαλέσει.
Αν ο ταραξίας συνεχίσει την ανάρμοστη συμπεριφορά, μπορεί ο πρόεδρος του σώματος να του στερήσει το λόγο ως το τέλος της συζήτησης του θέματος. Πριν τη στέρηση του λόγου, ο πρόεδρος, κατά τον Κανονισμό, σηκώνεται από τη θέση του.
Αν το αδίκημα είναι βαρύ, μπορεί ο πρόεδρος να διατυπώσει πρόταση μομφής για αντικοινοβουλευτική συμπεριφορά. Στην περίπτωση αυτή, ο βουλευτής καλείται επί πεντάλεπτο να δώσει εξηγήσεις και αν ο πρόεδρος επιμείνει, το θέμα μπαίνει σε ψηφοφορία με ανάταση. Η θετική γνωμοδότηση συνεπάγεται περικοπή του ¼ της μηνιαίας αποζημίωσης του τιμωρηθέντος.
Η βαρύτερη πειθαρχική ποινή είναι ο προσωρινός αποκλεισμός από τις συνεδριάσεις και επιβάλλεται σε τρεις περιπτώσεις: αν συνεχίζεται η ανεπίτρεπτη και ανάρμοστη συμπεριφορά και μετά τη μομφή ή αν επιβάλλει ή προσπαθεί να επιβάλει ο παρεκτραπείς, με βία ή απειλή βίας, στη Βουλή ή σε μέλος της, ενέργεια ή παράλειψη πράξης που ανάγεται στην αποστολή τους, ή αν παρεμποδίζει με πρόθεση την ελεύθερη και αβίαστη διεξαγωγή ψηφοφορίας. Τότε, μπορεί να διαταχθεί άμεση απομάκρυνσή του, ενώ στην επόμενη συνεδρίαση μπορεί με πρόταση του προέδρου ή του ενός εικοστού του συνόλου των βουλευτών να επεκταθεί ο αποκλεισμός ως 15 ημέρες. Η απόφαση λαμβάνεται μετά από ψηφοφορία και αφού ακουστούν οι απόψεις ενός εκ των υπέρ της ποινής και ενός εκ των εναντίον της. Πέρα από τον αποκλεισμό από τη συμμετοχή στις συνεδριάσεις, περικόπτεται και η μισή βουλευτική αποζημίωση, ενώ ο παρεκτραπείς έχει δικαίωμα να λάβει μέρος μόνον σε ονομαστικές και μυστικές ψηφοφορίες.