Διαγραφή μεγάλου μέρους του ελληνικού χρέους ζητάει η ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας με άρθρο του στη γαλλική εφημερίδα Le Monde.
Ο κ. Τσίπρας αναφέρεται σε όσα έγιναν το 1953 με τη διαγραφή του γερμανικού χρέους και ζητά: "Να αντιστρέψουμε τις μικρές, ξεχωριστές Συνθήκες των Βερσαλλιών που επιβάλλει το δίδυμο Μέρκελ-Σόιμπλε σε κάθε χώρα του ευρωπαϊκού νότου με πρόβλημα δανεισμού".
Διαβάστε το άρθρο του Αλέξη Τσίπρα στη Le Monde
Φεβρουάριος 1953. Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας καταρρέει από το χρέος και απειλεί να παρασύρει το σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών. Ανήσυχοι για την τύχη τους, οι πιστωτές της –ανάμεσά τους και η Ελλάδα- προκρίνουν το αυτονόητο : ότι η πολιτική της « εσωτερικής υποτίμησης », δηλαδή της αφαίρεσης εισοδημάτων, πόρων και δυναμικής από την οικονομία, επ' ουδενί δεν διασφαλίζει την αποπληρωμή των χρεών της. Μάλλον στο αντίθετο οδηγεί. Και γι' αυτό συνέδεσαν την αποπληρωμή με την πραγματική δυνατότητα της οικονομίας να αποπληρώσει.
Στην έκτακτη Διάσκεψη που έγινε στο Λονδίνο, 21 χώρες αποφάσισαν να απαλλάξουν τη Γερμανία από το, περίπου, 60% του συσσωρευμένου ονομαστικού χρέους της. Τη διευκόλυναν, επιπλέον, με πενταετές μορατόριουμ στην αποπληρωμή των χρεολυσίων (1953-1958), « ρήτρα ανάπτυξης » στο σταθερό ποσό των έκτοτε ετήσιων πληρωμών και τριακονταετή χρονικό ορίζοντα αποπληρωμής. Η Διάσκεψη του Λονδίνου αντέστρεψε τη λογική της Συνθήκης των Βερσαλλιών και έθεσε τις βάσεις της μεταπολεμικής ανάπτυξης της τότε Δυτικής Γερμανίας.
Αυτό ακριβώς προτείνει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ. Να αντιστρέψουμε τις μικρές, ξεχωριστές Συνθήκες των Βερσαλλιών που επιβάλλει το δίδυμο Μέρκελ-Σόιμπλε σε κάθε χώρα του ευρωπαϊκού νότου με πρόβλημα δανεισμού. Και να εμπνευστούμε από μία εκ των διορακότερων στιγμών στην ιστορία της μεταπολεμικής Ευρώπης.
Τα προγράμματα « διάσωσης » του ευρωπαϊκού νότου απέτυχαν, σκάβοντας πηγάδια χωρίς πάτο, τα οποία οι πολίτες καλούνται να γεμίσουν. Η εξεύρεση μιας συνολικής, συλλογικής και οριστικής λύσης του χρέους είναι πιο επείγουσα από ποτέ. Και κανείς ποτέ δεν θα κατανοήσει την εγκατάλειψη ενός τέτοιου στόχου μόνο και μόνο για την εξασφάλιση της επανεκλογής της γερμανίδας καγκελαρίου.
Σ' αυτό το πλαίσιο, η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ για την Ευρωπαϊκή Διάσκεψη Χρέους, κατά το προηγούμενο της Διάσκεψης του Λονδίνου για το χρέος της Γερμανίας το 1953, είναι η μόνη ρεαλιστική και συμφέρουσα λύση για όλους. Είναι η ολοκληρωμένη απάντηση στην κρίση χρέους και την αποτυχία των ευρωπαϊκών πολιτικών.
Ζητάμε για την Ελλάδα :
*Σημαντική διαγραφή της ονομαστικής αξίας του συσσωρευμένου δημόσιου χρέους της. *Μορατόριουμ στην εξυπηρέτησή του, ώστε τα κονδύλια που θα εξοικονομηθούν να διοχετευτούν αμέσως στην προσπάθεια για την ανάκαμψη της οικονομίας. « Ρήτρα ανάπτυξης », ώστε τα τοκοχρεολύσια να μην πνίγουν στη γένεσή της την οικονομική ανάκαμψη.
*Ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, χωρίς τα σχετικά κονδύλια να προσμετρούνται στο δημόσιο χρέος της χώρας.
Τα μέτρα αυτά πρέπει να συνοδευτούν με προοδευτικές, διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που στόχο θα έχουν τη δικαιότερη κατανομή του πλούτου. Το ξεπέρασμα της κρίσης προϋποθέτει τη ρήξη με το παρελθόν της χώρας, το οποίο την προκάλεσε. Προϋποθέτει την εμπέδωση της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ισονομίας, της διαφάνειας, με μία λέξη, της Δημοκρατίας. Ένα τέτοιο σχέδιο δεν μπορεί να εφαρμοστεί παρά μόνο από ένα κόμμα ανεξάρτητο από τη χρηματοπιστωτική ολιγαρχία που κρατάει όμηρο το κράτος, από τους κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες, τους διαπλεκόμενους και φοροαπαλλασσόμενους εφοπλιστές, τους ξεπεσμένους καναλάρχες και τους πολυπράγμονες και χρεοκοπημένους τραπεζίτες. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση για το 2012, της αξιόπιστης μη κυβερνητικής οργάνωσης « Διεθνής Διαφάνεια », η Ελλάδα είναι η πιο διεφθαρμένη χώρα της Ευρώπης.
Τα μέτρα αυτά αποτελούν τη μόνη οριστική εναλλακτική λύση στη διόγκωση του δημόσιου χρέους στο σύνολο της Ευρωζώνης. Με τον μέσο όρο να ξεπερνάει το 90% του αθροιστικού ΑΕΠ της. Κι αυτό είναι που μας κάνει αισιόδοξους : Το σχέδιό μας θα γίνει πραγματικότητα γιατί η κρίση ήδη διαβρώνει και τον λεγόμενο « σκληρό πυρήνα » της Ευρωζώνης. Και όσο αργεί αυτή η λύση, τόσο μεγαλύτερο το οικονομικό και κοινωνικό κόστος για όλους μας, όχι μόνον για την Ελλάδα, αλλά και για τη Γερμανία και για όλη την Ευρωζώνη.
Η δωδεκαετής λειτουργία της Ευρωζώνης ως απλής νομισματικής ένωσης, με δομή εμπνευσμένη από το νεοφιλελεύθερο δόγμα, δηλαδή, χωρίς οικονομική και πολιτική αντιστοίχιση, κατέστησε τα εμπορικά ελλείμματα των χωρών του Νότου της ανεστραμμένο είδωλο των πλεονασμάτων του Βορρά. Εξάλλου, το ενιαίο νόμισμα διευκόλυνε τη Γερμανία να αποθερμάνει την οικονομία της μετά την « ακριβή » επανένωση του 1990.
Η κρίση ανέτρεψε την ισορροπία κόστους-οφέλους από αυτόν τον άτυπο ενδοευρωπαϊκό επιμερισμό πολιτικών. Το Βερολίνο αντέδρασε εξάγοντας τη συνταγή της λιτότητας, παγιώνοντας, έτσι, την κοινωνική πόλωση στο εσωτερικό των κρατών-μελών του Νότου και την οικονομική ένταση στο εσωτερικό της ίδιας της Ευρωζώνης. Δημιουργείται πλέον ο άξονας πιστωτικού Βορρά-χρεωστικού Νότου, ως συνέπεια ενός ιδιοτελούς για τον Βορρά νέου καταμερισμού εργασίας. Ο Νότος ειδικεύεται σε προϊόντα και υπηρεσίες εντάσεως εργασίας, με χαμηλές αμοιβές, ο Βορράς ξεχύνεται στην κούρσα της ανταγωνιστικότητας της υψηλής ποιότητας και της καινοτομίας, με χαμηλό κόστος παραγωγής ανά μονάδα προϊόντος και υψηλές αμοιβές.
Η πρόταση του προέδρου του Συνδέσμου Γερμανικών Βιομηχανιών, Χανς Πέτερ Κάιτελ, σε πρόσφατη συνέντευξή του στο « Der Spiegel Online », να μετατραπεί ολόκληρη η Ελλάδα σε « ειδική οικονομική ζώνη » [1] της Ευρωζώνης, είναι ενδεικτική της πραγματικής στόχευσης του μνημονίου. Το οποίο εντείνεται και επεκτείνεται, τουλάχιστον έως το 2020. Παρόλο που, ως δημοσιονομική συνταγή, έχει αποτύχει παταγωδώς. Όπως όλη η Ευρώπη πλέον παραδέχεται και το ΔΝΤ ομολογεί. Για τους εμπνευστές του, όμως, έχει πετύχει ως μέσο για την επιβολή διεθνούς οικονομικού ελέγχου στη χώρα. Και την υποβάθμισή της σε αποικία χρέους της Ευρωζώνης.
Η ακύρωση του μνημονίου είναι, άρα, προϋπόθεση για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση. Το φάρμακο είναι θανατηφόρο –δεν είναι η δόση, όπως ισχυρίζονται κάποιοι στην Ευρώπη.
Και, σε κάθε περίπτωση, πρέπει να κοιτάξουμε κατάματα τα πραγματικά αίτια της δημοσιονομικής κρίσης στη χώρα. Οι εστίες της ουσιαστικής και μεγάλης σπατάλης δημόσιου χρήματος παραμένουν άθικτες. Για παράδειγμα, το κόστος κατασκευής οδών ανά χιλιόμετρο είναι το υψηλότερο στην Ευρώπη. Το μέγεθος των σχετικών κονδυλίων υποδηλώνει και την έκταση της σπατάλης. Και μάλιστα, τη στιγμή που τα δημόσια έσοδα από τα διόδια των εθνικών οδών της χώρας έχουν εκχωρηθεί από το κράτος στους εργολάβους. Ή, ακριβέστερα, στον « εθνικό εργολάβο ». Ως προπληρωμή για αυτοκινητοδρόμους, η κατασκευή των οποίων έχει διακοπεί.
Η διεύρυνση των ανισοτήτων δεν είναι δημοσιονομική παρενέργεια. Είναι εργαλείο άσκησης πολιτικής. Στο φορολογικό σύστημα απεικονίζεται η πελατειακή-ανταποδοτική σχέση ανάμεσα στο οικονομικό-επιχειρηματικό κατεστημένο και το πολιτικό σύστημα. Είναι διάτρητο από στοχευμένες, χαριστικές απαλλαγές και εξαιρέσεις για το καρτέλ της ολιγαρχίας. Η φοροδιαφυγή είναι λειτουργική για το πολιτικό κατεστημένο. Είναι η άτυπη σύμβαση της διαπλοκής και της αμοιβαίας στήριξης ανάμεσα στο καρτέλ της οικονομικής ολιγαρχίας και τον μεταπολιτευτικό δικομματισμό της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ. Γι' αυτό δεν εξοικονομούνται οι αναγκαίοι πόροι από αυτές τις πηγές. Παρά μόνο από τη διαρκή μείωση μισθών και συντάξεων.
Το εγχώριο πολιτικό κατεστημένο, που επιβίωσε οριακά από τις εκλογές της 17ης Ιουνίου υλοποιώντας τη στρατηγική του φόβου για τη συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, αναπνέει με τον πνεύμονα της διαφθοράς. Το δύσκολο έργο τής διάρρηξης της ανίερης συμμαχίας των πολιτικών και οικονομικών κύκλων –ένα θέμα που δεν αφορά μόνο την Ελλάδα– θα αποτελέσει μία από τις προτεραιότητες μιας λαϊκής κυβέρνησης υπό τον ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ.
Ζητάμε, λοιπόν, ένα μορατόριουμ στην εξυπηρέτηση του χρέους για να αλλάξουμε την Ελλάδα. Χωρίς αυτό, απόπειρα για βιώσιμη δημοσιονομική εξυγίανση θα θυμίζει τον Σίσυφο. Μόνον που, αυτή τη φορά, το δράμα του δεν αφορά μόνον την αρχαία Κόρινθο. Αφορά όλη την Ευρώπη.
[1] « BDI-Chef will Griechenland zur Sonderwirtschaftszone machen », SpiegelOnline, 10 septembre 2012, www.spiegel.de.