Απαλλάσσει από ποινικές και αστικές ευθύνες
Την προστασία των δημόσιων υπάλληλων αλλά και των υπάλληλων των τραπεζών που θα προχωρούν τις αναδιαρθρώσεις χρεών επιχειρήσεων και ενδέχεται να περιλαμβάνουν ακόμα και διαγραφές χρεών, προβλέπει διάταξη του υπουργείου Δικαιοσύνης που περιλαμβάνεται στο πολυνομοσχέδιο της κυβέρνησης, το οποίο κατατέθηκε χθες και αναμένεται να ψηφιστεί τις επόμενες ημέρες από τη Βουλή.
Η διάταξη αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία ώστε να προχωρήσει και ο εξωδικαστικός συμβιβασμός για τα ληξιπρόθεσμα χρέη των επιχειρήσεων. Δεν προβλέπει ασυλία για τους υπάλληλους του δημοσίου και των τραπεζών, ωστόσο προσφέρει προστασία από ποινικές και αστικές ευθύνες για πράξεις τους οι οποίες θα εξυπηρετήσουν τις αναδιαρθρώσεις χρεών και θα πληρούν μια σειρά προϋποθέσεων, ώστε να μην ζημιώνεται ο φορέας που εκπροσωπούν από τις ενέργειές τους.
Ωστόσο, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ενδέχεται αυτό να γίνει, η διάταξη προβλέπει ότι για τους δημόσιους υπάλληλους θα μπορεί να υπάρχει δίωξη μετά από αίτηση του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης. Για δε τις τράπεζες ανάλογη αρμοδιότητα δίνεται σε μια τριμελή επιτροπή την οποία θα απαρτίζουν ένας αρεοπαγίτης και δύο αντιεισαγγελείς του Αρείου Πάγου οι οποίοι θα λαμβάνουν υπόψη τους εμπεριστατωμένη γνώμη της Τράπεζας της Ελλάδος.
Η διάταξη αυτή, δεν θα έχει αναδρομική ισχύ.
Εξωδικαστικός συμβιβασμός
Βελτιώσεις προβλέπονται στο πολυνομοσχέδιο και για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό, και συγκεκριμένα για την περίπτωση που υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ του ποσού που δηλώνει ο οφειλέτης και του ποσού που βεβαιώνει ο πιστωτής. Στόχος είναι η ελαχιστοποίηση της επιβάρυνσης των Πρωτοδικείων όταν κρίνουν συμφωνίες επικύρωσης συμφωνιών όπου υπήρξε αμφισβήτηση απαίτησης από τον πιστωτή.
Συγκεκριμένα, υπενθυμίζεται ότι ο συντονιστής καλεί τα μέρη να προσκομίσουν έγγραφα από τα οποία να προκύπτει το ακριβές ύψος της απαίτησης του πιστωτή και, εάν αυτό δεν είναι εφικτό, συνυπολογίζεται στα ποσοστά της απαρτίας και της πλειοψηφίας μόνο το μέρος της απαίτησης που δεν αμφισβητείται. Με την προσθήκη που κάνει το υπουργείο Οικονομίας στον νόμο διευκρινίζεται ότι «ο υπολογισμός μόνο του ποσού της μη αμφισβητούμενης απαίτησης λαμβάνει χώρα μέχρι το πέρας της εξωδικαστικής διαδικασίας, με την επιφύλαξη διαφορετικού προσδιορισμού της απαίτησης από τον εμπειρογνώμονα, στον οποίο μπορεί να ανατεθεί και η επαλήθευση των αμφισβητούμενων απαιτήσεων». Επισημαίνεται ότι ο πιστωτής που συνεχίζει να αμφισβητεί το ποσό της απαίτησής του στο τέλος της διαδικασίας δεν εμποδίζεται να επιδιώξει τη δικαστική αναγνώριση του ύψους της.
Επίσης, με διάταξη του νομοσχεδίου προβλέπεται ένας ακόμα λόγος έκδοσης απορριπτικής απόφασης από το αρμόδιο για την επικύρωση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών δικαστήριο. Συγκεκριμένα, ορίζεται ότι απορριπτική απόφαση εκδίδεται και στην περίπτωση που μη συμβαλλόμενοι πιστωτές αμφισβητούν τον προσδιορισμό του ποσού της απαίτησής τους από τον οφειλέτη, τον συντονιστή ή τον εμπειρογνώμονα και συγχρόνως προκύπτει ότι το αμφισβητούμενο μέρος της απαίτησης αντιστοιχεί σε ποσοστό απαιτήσεων ικανό να ανατρέψει τη σύναψη της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών. Σε περίπτωση που συντρέχουν οι δύο αυτές προϋποθέσεις της αμφισβήτησης και του ικανού για ανατροπή ποσοστού, το δικαστήριο εξετάζει και την τρίτη προϋπόθεση που τίθεται, δηλαδή τη βασιμότητα της αξίωσης του πιστωτή, κατά το αμφισβητούμενο μέρος της, και εάν συντρέχει και αυτή απορρίπτει την αίτηση επικύρωσης της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών.