Η αταλάντευτη στάση των κομμουνιστών έδωσε ώθηση στην αντιδικτατορική πάλη, τονίζει ο γενικός γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ
Η στρατιωτική δικτατορία της 21ης Απριλίου 1967 μπόρεσε να επιβληθεί γιατί δεν βρήκε απέναντί της έναν λαό πολιτικά, ιδεολογικά και οργανωτικά προετοιμασμένο, ενώ, αντίθετα, η πραγματική δύναμη του λαού «ήταν υπονομευμένη από αυταπάτες, από την αναμονή των εκλογών, που δήθεν θα έδιναν λύση σε χρονίζοντα λαϊκά προβλήματα, καθώς και από το κλίμα υποταγής και μοιρολατρίας, με την περίφημη “αστική νομιμότητα”».
Αυτό ανέφερε ο γγ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δ. Κουτσούμπας, μιλώντας στην εκδήλωση της ΚΕ του κόμματος για τα 50 χρόνια από το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, προσθέτοντας ότι, παρά το αρχικό «μούδιασμα» του λαού, το κίνημα ενάντια στη δικτατορία αναπτύχθηκε με την τεράστια συμβολή των κομμουνιστών και άλλων αγωνιστών, με τη δράση των παράνομων οργανώσεων του ΚΚΕ και της ΚΝΕ, τη διάδοση του παράνομου Ριζοσπάστη, του Οδηγητή και άλλων αντιδικτατορικών εντύπων.
Είπε επίσης, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ότι ώθηση στην αντιδικτατορική πάλη έδωσε η αταλάντευτη στάση των κομμουνιστών, στις φυλακές, στις εξορίες, καθώς και η άρνηση της υπογραφής δήλωσης μετανοίας, ενώ σημαντική βοήθεια στον λαό αποτέλεσε, επίσης, η διεθνής αλληλεγγύη των σοσιαλιστικών χωρών και του παγκόσμιου εργατικού κινήματος.
Ο κ. Κουτσούμπας αναφέρθηκε και σε όλους εκείνους που σε κάθε εποχή κάτι βρίσκουν για να φοβίζουν τον λαό και τόνισε ότι παρά τον αρχικό δισταγμό που μπορεί να υπάρχει, τελικά οι αντιθέσεις διαβρώνουν κάθε αντιδραστική πολιτική, το εργατικό-λαϊκό κίνημα ανδρώνεται, ανατρέπει συσχετισμούς και βάζει τη σφραγίδα του στις εξελίξεις.
Υπογραμμίζοντας ότι το ΚΚΕ δεν έλειψε από κανένα προσκλητήριο αγώνα, επισήμανε, ταυτόχρονα, ότι το κόμμα διδάσκεται από την πείρα για το τι σημαίνει κόμμα ετοιμοπόλεμο και ικανό να δρα κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες.
«Η μακρόχρονη περίοδος κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, από το 1974 μέχρι και σήμερα, δεν μπορεί να κρύβει τον χαρακτήρα και το περιεχόμενο της σημερινής εξουσίας, που είναι η δικτατορία του κεφαλαίου, δικτατορία των μονοπωλίων» είπε, τονίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι η ιστορία της 7χρονης δικτατορίας, αλλά και η διεθνής πείρα, διδάσκουν πως η εξουσία των μονοπωλίων, μπορεί να ασκείται τόσο μέσα από κοινοβουλευτικές μορφές διακυβέρνησης, όσο και από ανοιχτά αυταρχικές, δικτατορικές, «ανάλογα με τι το εξυπηρετεί κάθε φορά την αστική τάξη, την ανάγκη διαιώνισης και σταθεροποίησης της εξουσίας της, την ανάγκη ενσωμάτωσης του εργατικού - λαϊκού κινήματος».
Στη συνέχεια της ομιλίας του χαρακτήρισε ξένη προς τα λαϊκά συμφέροντα την αντιπαράθεση μεταξύ της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με την αξιωματική αντιπολίτευση και τα άλλα αστικά κόμματα, καθώς αυτή αφορά τον μεταξύ τους ανταγωνισμό, για «την καλύτερη συνταγή» επιστροφής στην καπιταλιστική ανάπτυξη, ενώ ταυτόχρονα αποκρύπτουν, πως αυτή η ανάπτυξη θα στηριχτεί πάνω στα ερείπια των εργατικών, λαϊκών κατακτήσεων και θα συνοδεύεται από υψηλά ποσοστά ανεργίας, μόνιμης φτώχειας και εξαθλίωσης για τα λαϊκά στρώματα.
Είπε ότι όσα ακούγονται για συμφωνία με το κουαρτέτο προκαλούν την νοημοσύνη του ελληνικού λαού, έκανε λόγο για επερχόμενα μέτρα που «ουσιαστικά αφορούν ένα 4ο μνημόνιο» και πρόσθεσε ότι «το παραμύθι των αντίμετρων δεν πείθει κανέναν».
Επίσης σημείωσε ότι «όσον αφορά τα λαϊκά στρώματα, τα λεγόμενα αντίμετρα, το πολύ-πολύ να οδηγήσουν σε μια νέα αφαίμαξη μισθωτών κι αυτοαπασχολουμένων, προκειμένου να δοθούν κάποια ψίχουλα στην πιο ακραία φτώχεια, που θα αυξηθεί εξαιτίας της κυβερνητικής και ευρωενωσιακής πολιτικής».
Ανέφερε ότι παρά το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζει τα εργασιακά ως μεγάλη επιτυχία της διαπραγμάτευσης, εντούτοις δεν λέει απολύτως τίποτα, ούτε για την επαναφορά του κατώτατου μισθού, ούτε για την κατάργηση της απαράδεκτης διάκρισης εις βάρος των νέων εργαζομένων, ούτε για την κατάργηση όλου του αντεργατικού νομοθετικού πλαισίου.
Είπε ακόμα, ότι η σημερινή κυβέρνηση δεν έχει καμία αναστολή προκειμένου να εξυπηρετήσει τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, τονίζοντας ότι «ο ελληνικός λαός -όπως και οι λαοί γειτονικών χωρών- πρέπει να διεκδικήσει την απεμπλοκή της Ελλάδας από τον πόλεμο, τις επεμβάσεις, το κλείσιμο των ΝΑΤΟϊκών βάσεων, της Σούδας, την επιστροφή των Ελλήνων στρατιωτών από τις αποστολές εκτός συνόρων, από το πλιάτσικο του κεφαλαίου που γίνεται στην ευρύτερη περιοχή».
Ο κ. Κουτσούμπας είπε, ότι τόσο η κυβέρνηση όσο και η αξιωματική αντιπολίτευση, εξωραϊζουν την ΕΕ. Υπογράμμισε δε, ότι τα μέτρα των μνημονίων είναι ενταγμένα στην στρατηγική της ΕΕ, η οποία, όπως κάθε συμμαχία καπιταλιστικών κρατών, είναι μια λυκοσυμμαχία, που είτε επικρατούν μέσα σε αυτήν η Γερμανία και οι δορυφόροι της, είτε άλλες συμμαχίες και άξονες, θα παραμένει εχθρός των εργαζομένων και των λαών.
Ο κ. Κουτσούμπας αναφέρθηκε στον πολιτικό σχεδιασμό της άρχουσας τάξης για την προώθηση και την υλοποίηση της στρατηγικής της, υπογραμμίζοντας ότι αυτόν τον σχεδιασμό μπορεί να τον ανατρέψει μόνο ο ελληνικός λαός ακολουθώντας την δική του στρατηγική.
«Αυτή η στρατηγική, που βρίσκεται στον αντίποδα της στρατηγικής της αστικής τάξης και υπηρετεί τα λαϊκά συμφέροντα, την εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώματα, ταυτίζεται με τη στρατηγική πρόταση του ΚΚΕ, τη μόνη που ανοίγει ευνοϊκό δρόμο για το λαό» επισήμανε, προσθέτοντας ότι «οι προτάσεις όλων των άλλων, ακόμα και των αντιπολιτευόμενων και εμφανιζόμενων ως αριστερών και προοδευτικών, ως επαναστατών, επί της ουσίας δεν θίγουν τη συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΕ, στο ΝΑΤΟ, συνολικά στις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες. Δεν θίγουν την καπιταλιστική ιδιοκτησία στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, την ανάπτυξη με κριτήριο το καπιταλιστικό κέρδος. Δεν αγγίζουν δηλαδή στο ελάχιστο τις πραγματικές αιτίες των λαϊκών προβλημάτων. Μπορεί πάντα να μην το ομολογούν ανοιχτά, για να μπερδεύουν, αλλά οι προτάσεις τους, το πρόγραμμά τους, είναι πρόταση συμμετοχής, με τον ένα ή άλλο τρόπο σε κυβέρνηση καπιταλιστικής διαχείρισης».
Το ΚΚΕ, είπε ο γενικός γραμματέας, «ποτέ δεν έβγαλε από το πρόγραμμά του τον σοσιαλισμό. Ούτε μέσα στη δικτατορία».
«Το βασικό πρόβλημα όμως, συνίστατο στο γεγονός ότι παρεμβάλλοντας ένα ενδιάμεσο πολιτικό στάδιο, που θεωρούσε ότι άνοιγε τον δρόμο προς το σοσιαλισμό, αποσπούσε την πάλη κατά της δικτατορίας από την πάλη για την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος, από την πάλη για το σοσιαλισμό».
Επισήμανε ότι αυτή η στρατηγική οδηγούσε στην επιδίωξη πολιτικής συνεργασίας με κοινό πρόγραμμα ή γύρω από μικρότερους (μίνιμουμ) στόχους με άλλες αστικές πολιτικές δυνάμεις ή με δυνάμεις του ρεφορμισμού και του οπορτουνισμού, με βάση την τότε αντίληψη για τη λεγόμενη μεταβατική πολιτική εξουσία ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό και ως προθάλαμο της μετάβασης, τη διαμόρφωση μιας αστικής δημοκρατικής κυβέρνησης.
«Η συνεργασία του ΚΚΕ με άλλες αστικές ή οπορτουνιστικές πολιτικές δυνάμεις, οδηγεί εκ των πραγμάτων, σε απομάκρυνση από τον διακηρυγμένο σοσιαλιστικό στόχο, αλλά και σε επιζήμιους συμβιβασμούς για το λαό, με αρνητικές συνέπειες και στην τρέχουσα, καθημερινή πάλη» σημείωσε, μεταξύ άλλων, ο κ. Κουτσούμπας, προσθέτοντας, ότι όλα αυτά έχουν επιβεβαιωθεί και διεθνώς και στην Ελλάδα με την πιο τελευταία απόδειξη να προκύπτει «από την εμπειρία του κόμματος από τη συγκρότηση του “Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου” το 1989, με την γνωστή αρνητική κατάληξη».
Αναφέροντας ότι το ΚΚΕ έχοντας εμπλουτίσει το σύγχρονο πρόγραμμά του με την ζώσα πείρα του παρελθόντος του και με συμπεράσματα από την πείρα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος «μπόρεσε να κρίνει τον αστικό χαρακτήρα των κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ από το Φλεβάρη του 2015 και δεν έπεσε στην παγίδα συμμετοχής ή στήριξης, αλλά ούτε και της ανοχής της ονομαζόμενης “αριστερής κυβέρνησης”».
«Η ζωή δικαίωσε το ΚΚΕ και όχι όσους το αμφισβητούσαν» υπογράμμισε.
Επισημαίνοντας ότι το ΚΚΕ διερευνά την επίδρασή του στην εξέλιξη της ταξικής πάλης, με κριτήριο την κατεύθυνσή της προς τον στόχο της κοινωνικής απελευθέρωσης, αναφέρθηκε σε πέντε διαχρονικώς αναγκαία συμπεράσματα για κάθε κομμουνιστικό κόμμα.
Συγκεκριμένα έκανε λόγο για: α) Αυτοτελή ιδεολογική-πολιτική δράση του κόμματος σε οποιεσδήποτε συνθήκες, που σημαίνει ότι δεν περιορίζει το πρόγραμμά του. β) Η καθυστέρηση ή τα λάθη σε θεωρητικό επίπεδο οδηγούν σε λάθη στρατηγικής. γ) Το κόμμα πρέπει να έχει στο επίκεντρο της προσοχής του, να προφυλάσσεται, να μην αιφνιδιάζεται από τις όποιες εξελίξεις. δ) Να διαφυλάσσεται ως κόρη οφθαλμού η οργανωτική αυτοτέλεια του ΚΚ σε όλες τις συνθήκες, νόμιμης - ημιπαράνομης ή παράνομης δράσης, άτυπης ή πιο συγκροτημένης συμμαχίας της εργατικής τάξης με λαϊκές δυνάμεις και ε) Να υπάρχουν και συνεχώς να δημιουργούνται καινούργιες Κομματικές Οργανώσεις Βάσης, κυρίως μέσα στους τόπους δουλειάς, στα εργοστάσια, όπου χτυπά η καρδιά της εργατικής τάξης, σε όλους τους βιομηχανικούς κλάδους, σε βασικές υποδομές, στα εμπορικά κέντρα, στα νοσοκομεία, στα σχολεία, στις σχολές, στις εργατογειτονιές των μεγάλων πόλεων, στις κωμοπόλεις και τα χωριά.
«Με τις αποφάσεις του 20ου Συνεδρίου, όλο το Κόμμα, η Κομμουνιστική Νεολαία Ελλάδας, μπορούμε και πρέπει να πάρουμε όλα εκείνα τα συνδυασμένα μέτρα για να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στην αποστολή μας, να ηγηθούμε της πάλης της εργατικής τάξης, για την κοινωνική συμμαχία, στον αγώνα για την κατάκτηση της εξουσίας. (...) Καταφέραμε με τη συμβολή όλων να αντέξουμε στις θύελλες, να αναπτύξουμε τις επεξεργασίες μας, να μελετήσουμε πρωτοπόρα ζητήματα της στρατηγικής μας, να ανδρωθεί το κόμμα» κατέληξε στην ομιλία του ο κ. Κουτσούμπας.
Στην εκδήλωση παρουσιάστηκε από τον Μάκη Μαΐλη, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, το βιβλίο «Δικτατορία 1967-1974» που επιμελήθηκε το Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ, ενώ η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με αντιδικτατορικά τραγούδια που ερμήνευσε η λαϊκή ορχήστρα της ΚΝΕ.