Αλέξης Τσίπρας: Δεν χωράνε εκβιασμοί, όλοι στο τέλος θα αναλάβουν τις ευθύνες τους
Την πεποίθησή του ότι όλες πλευρές, συναισθανόμενες την κρισιμότητα της κατάστασης συνολικά στην Ευρώπη, αλλά και λαμβάνοντας υπόψη το βαθμό προσήλωσης της Ελλάδας στις συμφωνίες, θα συμβάλλουν ώστε πολύ σύντομα να υπάρξει θετική εξέλιξη στην ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης, κατέθεσε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στη συνέντευξη τύπου που παραχώρησε προς τα μέσα ενημέρωσης μετά το τέλος της Συνόδου Κορυφής.
Άλλωστε, όπως παρατήρησε σε άλλο σημείο, «σε μια τόσο δύσκολη συγκυρία δεν χωράνε ούτε καπρίτσια, ούτε εκβιασμοί, ούτε παιχνίδια, όλοι στο τέλος της ημέρας θα αναλάβουν τις ευθύνες τους». Τον πρωθυπουργό στη Σύνοδο και στη συνέντευξη τύπου συνόδευαν ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος και ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, αρμόδιος για τις Ευρωπαϊκές Υποθέσεις, Γιώργος Κατρούγκαλος.
Στην εισαγωγική του τοποθέτηση, ο Έλληνας πρωθυπουργός ανέφερε πως τα οικονομικά, αν και δεν άπτονταν της συζήτησης στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ήταν στο επίκεντρο των τετ-α-τετ συναντήσεων που είχε. «Η Ελλάδα βρίσκεται στην τελική φάση διαπραγμάτευσης για το κλείσιμο της αξιολόγησης. Η ελληνική κυβέρνηση από τον Αύγουστο του 2015 έχει τηρήσει κατά γράμμα τις δεσμεύσεις της, έχει προβεί σε δύσκολες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και συνεχίζει τη δημοσιονομική προσαρμογή. Τόσο το 2015 όσο και το 2016, είχαμε σημαντική υπεραπόδοση των εσόδων, η ανεργία έχει μειωθεί και σύμφωνα με τα σημερινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ είναι στο 22,6%, περίπου 4,5% χαμηλότερα από ό,τι την παραλάβαμε τον Ιανουάριο του 2015. Η ελληνική οικονομία έχει περάσει σε φάση ανάκαμψης, και, παρά τις αρχικές προβλέψεις ένα χρόνο πριν, σήμερα είναι κάτι παραπάνω από πιθανό το 2016 να κλείσει συνολικά με θετικό πρόσημο», σύμφωνα με την παρουσίαση των στοιχείων από τον πρωθυπουργό.
Συνεχίζοντας, είπε ότι «σε αυτή την κρίσιμη φάση που η ελληνική οικονομία ανακάμπτει, σε μια φάση που η Ελλάδα τηρεί τις υποχρεώσεις της και υπεραποδίδει έναντι των προβλεπόμενων στόχων από το πρόγραμμα, είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητο όλοι να δουλέψουμε ώστε να διατηρηθεί η πορεία ανάκαμψης και η σταθερότητα».
«Απαράδεκτο το γνωστό διαπραγματευτικό παιχνίδι»
Εξάλλου, «τη στιγμή που η ελληνική κυβέρνηση τηρεί τις δεσμεύσεις της, είναι απαράδεκτο ορισμένοι να θέλουν να ξαναφέρουν το γνωστό διαπραγματευτικό παιχνίδι σε βάρος της Ελλάδας και του ελληνικού λαού, που έχει κάνει τεράστιες θυσίες στο όνομα της Ευρώπης, αι έχει υποφέρει εδώ και οκτώ χρόνια από πρόγραμμα λιτότητας, τα οποία θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί, όπως οι ίδιοι οι εμπνευστές τους έχουν παραδεχθεί».
Αντιδημοκρατική επιμονή επιδεικνύει το ΔΝΤ
Στη συνέχεια απευθύνθηκε προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το οποίο «πρέπει να κατανοήσει ότι η επιμονή του για τη λήψη νέων μέτρων λιτότητας από το 2019 και μετά, δηλαδή μετά το τέλος του προγράμματος, είναι μια επιμονή αντιδημοκρατική που στηρίζεται σε ένα υπεραισιόδοξο μοντέλο προβλέψεων. Και είναι αντιδημοκρατική», όπως εξήγησε, «γιατί κανένα κοινοβούλιο της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν θα μπορούσε να αποδεχθεί ένα τέτοιο αίτημα και να αποφασίσει μέτρα, αν χρειαστούν, για μια περίοδο τρία χρόνια μετά».
«Αν όμως», συνέχισε, «το Ταμείο είναι τόσο βέβαιο ότι η ελληνική οικονομία δεν μπορεί να πιάσει τους στόχους του 3,5% μεσοπρόθεσμα, θα ήταν προτιμότερο να πιέσει προς άλλη κατεύθυνση, αυτήν των ευρωπαϊκών θεσμών, και όχι προς την Ελλάδα, ώστε αυτοί οι στόχοι των υψηλών πλεονασμάτων να μειωθούν», ζήτησε ο πρωθυπουργός.
Η αναφορά του πρωθυπουργού στα εργασιακά
«Πρέπει επίσης το ΔΝΤ να κατανοήσει ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα-μέλος της ΕΕ και στο ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο, δεσμευτικό για όλους μας, πυρηνικό στοιχείο είναι οι συλλογικές διαπραγματεύσεις. Δεν μπορεί η κατάσταση εξαίρεσης, στην οποία «καταδικάστηκε» η Ελλάδα τα προηγούμενα χρόνια να μονιμοποιηθεί, πρέπει να λάβει ένα τέλος», είναι η κυβερνητική αξίωση.
Τα έκτακτα κοινωνικά μέτρα δεν θέτουν σε κίνδυνο το πρόγραμμα
«Είμαι πεπεισμένος», συνέχισε στη συνέντευξη τύπου ο πρωθυπουργός, «ότι όλοι, κατανοώντας την κρισιμότητα της κατάστασης συνολικά στην Ευρώπη αλλά και λαμβάνοντας υπόψη το βαθμό προσήλωσης από ελληνικής πλευράς στις συμφωνίες, θα συμβάλλουν ώστε πολύ σύντομα να έχουμε μια θετική εξέλιξη στην ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης. Τα έκτακτα μέτρα στήριξης των χαμηλοσυνταξιούχων και των νησιωτών που έχουν πάρει στην πλάτη τους όλο το βάρος της Ευρώπης στην προσφυγική κρίση είναι μέτρα που δεν θέτουν σε καμία διακινδύνευση το πρόγραμμα και τους στόχους του πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2016, πολύ περισσότερο για το 2017 και το 2018».
Εξάλλου, «η απόφαση αυτή ελήφθη με απόλυτη ασφάλεια έναντι των στόχων του 2016. Είναι μια απόφαση εφάπαξ, ελήφθη τώρα που είχαμε αυτό το εξαιρετικό αποτέλεσμα υπεραπόδοσης εσόδων έναντι στόχων. Οφείλεται στην σκληρή μας δουλειά, στο γεγονός ότι είχαμε μια πολύ καλή χρονιά στην πάταξη της φοροδιαφυγής και του λαθρεμπορίου. Ήταν η ελάχιστη υποχρέωσή μας απέναντι σε κάποιους ανθρώπους που τα επτά τελευταία χρόνια έχουν κάνει μεγάλες θυσίες στο όνομα της Ευρώπης. Και σε αυτό το ζήτημα το επόμενο διάστημα θα υπάρξουν οι κατάλληλες διαβουλεύσεις, ενώ αναμένεται από την πλευρά των θεσμών μια έκθεση που περιμένουμε να λέει τα αυτονόητα: ότι δεν υπάρχει δημοσιονομική επίπτωση, και αν χρειαστεί, να δοθούν από την πλευρά μας οι απαραίτητες εξηγήσεις για το χαρακτήρα αυτών των μέτρων ώστε να υπάρξει υπέρβαση της παρεξήγησης που έχει προκληθεί».
«Δεν είναι αυτό το κύριο θέμα που μας απασχολεί άλλα είναι τα κρίσιμα θέματα, σε ό,τι αφορά το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης. Πιστεύω ότι το επόμενο διάστημα θα ληφθούν οι κατάλληλες πρωτοβουλίες από όλες τις πλευρές για τη γεφύρωση των διαφορών για μια θετική κατάληξη».
Η συνάντηση με την Α. Μέρκελ
«Με τη Γερμανίδα καγκελάριο θα έχω την ευκαιρία να συζητήσω διεξοδικά, έχει την ευγενική καλοσύνη να μου παραχωρήσει ένα γεύμα εργασίας στην Καγκελαρία», δήλωσε ο πρωθυπουργός.
Ερωτηθείς όμως για τη στάση του υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, απάντησε: «Αυτή η παράξενη αντίδραση από την πλευρά του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών δεν είναι κάτι πρωτοφανές για μας. Συνηθίζει να είναι ο πιο αυστηρός κριτής στην πορεία υλοποίησης της συμφωνίας», δήλωσε ο πρωθυπουργός, θυμίζοντας ότι τον περασμένο Οκτώβριο ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών «πάγωσε» την εκταμίευση της δόσης που θα πήγαινε στις ληξιπρόθεσμες οφειλές, για ένα τεχνικό ζήτημα.
Κύμα αγανάκτησης από άλλες χώρες
«Πάλι, τώρα, το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών, το μοναδικό από αυτά της Ευρωζώνης, θέτει ζήτημα με αφορμή την υπεραπόδοση των στόχων. Και τυπικά, αυτή τη φορά είναι έξω από τα πλαίσια αυτής της λογικής η απόφαση αυτή, δεδομένου ότι η συμφωνία για το χρέος προέβλεπε σαφώς ότι τα μέτρα για το χρέος θα εφαρμοστούν μετά την ολοκλήρωση της 1ης αξιολόγησης, δεν είναι υπόθεση της 2ης αξιολόγησης. Δικαίως έχει δημιουργηθεί κύμα αγανάκτησης από μια σειρά από χώρες και υπουργούς Οικονομικών που υποστηρίζουν ότι αυτή δεν είναι μια σοβαρή και σωστή συμπεριφορά απέναντι στην Ελλάδα.
«Εγώ όμως είμαι εξαιρετικά ήρεμος και θεωρώ ότι είναι κάτι που πολύ σύντομα θα ξεπεραστεί. 'Αλλοι εκτίθενται από τις αποφάσεις αυτές και όχι η Ελλάδα», κατέληξε σε μια από τις πιο χαρακτηριστικές αναφορές του ο Αλ. Τσίπρας.
Αναλύοντας τη συγκυρία, επεσήμανε εξάλλου: «Η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά σε πολύ μεγάλες προκλήσεις και η Ελλάδα στο επίκεντρο αυτών. Δεχόμαστε σημαντικές απειλές τόσο από τις προσφυγικές ροές - και η Ελλάδα παίζει ρόλο στην επιστροφή της κανονικότητας - βρισκόμαστε πριν τις τελικές εντατικές συνομιλίες για την επίλυση ενός κρίσιμου θέματος για την Ευρώπη όπως είναι το Κυπριακό, βρισκόμαστε σε μια περιοχή ευρύτερα αποσταθεροποιημένη και σε μια εποχή κατά την οποία η ευρωπαϊκή οικονομία προσπαθεί να ανακάμψει. Και ταυτόχρονα η επόμενη χρονιά είναι μια εκλογική χρονιά για κρίσιμες χώρες της ΕΕ. Σε μια τόσο δύσκολη συγκυρία δεν χωράνε ούτε καπρίτσια, ούτε εκβιασμοί, ούτε παιχνίδια. Όλοι στο τέλος της ημέρας θα αναλάβουν τις ευθύνες τους».
Ερωτηθείς τέλος για τις διεκδικήσεις της Ελλάδας προς τη Γερμανία από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο είπε πως είναι διαρκείς και δεδομένες, είναι θέμα άλλωστε που έθεσε και πριν από περίπου δέκα ημέρες στον γερμανό υπουργό Εξωτερικών κ. Στάινμαγιερ.