Αν ο νόμος για τις τηλεοπτικές άδειες κριθεί αντισυνταγματικός "θα είναι μία διαδικασία πολύ χρονοβόρα", σημειώνει ο υπουργός Επικρατείας
«Εάν ο Νόμος κριθεί συνταγματικός ολοκληρώνεται η διαδικασία, περνάμε στο νέο τηλεοπτικό τοπίο και σε μια καινούργια μέρα. Αν κριθεί αντισυνταγματικός και μάλιστα όσον αφορά την πτυχή των αρμοδιοτήτων, δηλαδή διατυπώσει το Συμβούλιο της Επικρατείας την άποψη ότι δεν θα έπρεπε σε καμία των περιπτώσεων κι επ’ ουδενί η εκτελεστική εξουσία να αναλάβει την διεξαγωγή του διαγωνισμού, αντιλαμβάνεστε ότι τα χέρια της κυβέρνησης μετά δένονται, δεν υπάρχει κάποια δυνατότητα μετά να κάνουμε τίποτα κι επιστρέφουμε ακριβώς στο status quo ante της αντισυνταγματικής λειτουργίας άνευ αδείας των τηλεοπτικών σταθμών. Οι σταθμοί δεν είχαν άδεια, υπήρχε το καθεστώς της προσωρινής νόμιμης λειτουργίας», δήλωσε ο υπουργός Επικρατείας Ν . Παππάς, μιλώντας στον ραδιοσταθμό "Παραπολιτικά".
Ο υπουργός Επικρατείας έκανε λόγο για ένα «κλειστό club καναλαρχών το οποίο υπέκλεψε τον αέρα της χώρας... Ήταν μία θεμελιώδης στρέβλωση και όσοι ομνύουν στις μεταρρυθμίσεις και στη διαφάνεια θα έπρεπε αυτή την κορυφαία μεταρρύθμιση να τη στηρίξουν με νύχια και με δόντια». Επανέλαβε ότι η κυβέρνηση θα συνεχίσει εξαντλώντας όλα τα περιθώρια συναίνεσης, σημειώνοντας πως «εκ των υστέρων και στελέχη της Ν.Δ. διατυπώνουν την άποψη ότι κακώς δεν έγινε διαγωνισμός τα προηγούμενα χρόνια. Και ο κ.Βορίδης και η κ. Μπακογιάννη... Συνομολογούν όλοι ότι έπρεπε να γίνει διαγωνισμός, έχουν μπλοκάρει εκ των προτέρων τη συγκρότηση του ΕΣΡ και κατηγορούν εμάς, επειδή ακριβώς φέραμε σε πέρας με πολύ μεγάλη προσπάθεια αυτό το διαγωνισμό».
Ερωτηθείς τι θα γίνει εάν ο νόμος κριθεί αντισυνταγματικός είπε πως η συνέχεια «θα είναι μία διαδικασία πολύ χρονοβόρα, διότι θα προαπαιτείται η συγκρότησή του ΕΣΡ και η εκκίνηση όλων των νόμιμων διαδικασιών. Σε αυτό το ενδεχόμενο επιστρέφουμε σε ένα status quo τηλεοπτικό, το οποίο το ίδιο το συνταγματικό δικαστήριο το έχει περιγράψει ως παράνομο».
Σε ό,τι αφορά την τροπολογία, είπε πως θα την ξαναφέρει και την αποσύνδεσε χρονικά από την απόφαση του ΣτΕ, λέγοντας πως «η απόφαση του ΣτΕ δεν ξέρουμε πότε θα εκδοθεί. Άρα δεν μπορεί, αυτή η διαδικασία μετάβασης στο νέο τηλεοπτικό τοπίο να αναβάλλεται εσαεί. Και πρέπει να σας πω κιόλας ότι ποτέ η διοίκηση δεν περίμενε τις οριστικές αποφάσεις του ΣτΕ... Υπήρχε και πριν τον 4339 ένα νομικό πλαίσιο που απαγόρευε σε μη αδειοδοτημένους να εκπέμπουν. Κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Συντάγματος. Έρχεται λοιπόν η δική μας η ρύθμιση και αποσαφηνίζει και κάνει και πιο αυστηρό το πλαίσιο αυτής της νομικής πρόνοιας, η οποία είναι και απολύτως συμβατή με το Σύνταγμα. Είμαστε πανέτοιμοι εδώ και καιρό να εκπληρώσουμε τη συνταγματική επιταγή για την αδειοδότηση. Εξηγούμαι ότι, εάν έχουμε απόφαση του ΣτΕ η οποία κρίνει ότι δεν έπρεπε να γίνει ο διαγωνισμός όπως έγινε, σημαίνει ότι είναι μια απόφαση που ζητάει να επιστρέψουμε σε ανθρώπους πολύ πλούσιους 255.000.000 . Βεβαίως όλοι τους νόμους και τις αποφάσεις της δικαιοσύνης τις σεβόμαστε αλλά αυτή είναι η ουσία. Και κυρίως, εκτός από το υπέρογκο ποσό που θα επιστρέψει από τις κοινωνικές δράσεις τις οποίες εμείς αυτή τη στιγμή το διοχετεύουμε σε ανθρώπους που έχουν την οικονομική επιφάνεια και τη δυνατότητα να πληρώνουν, κυρίως θα γυρίσουμε σε ένα τηλεοπτικό καθεστώς το οποίο είναι αν μη τι άλλο αδιαφανές».
Απαντώντας σε ερώτηση για επικρίσεις περί παρεμβάσεων και πιέσεων, σχολίασε πως «ο μέσος πολίτης και δελτία ειδήσεων παρακολουθεί, έχει δει πόσο έχουνε στοχοποιηθεί εδώ και 2 μήνες δικαστικοί λειτουργοί και πώς κάποιοι δια της επικοινωνιακής οδού και των μιντιακών πιέσεων προσπαθούν να επηρεάσουν με την άποψή τους... Από το ένα αυτί μπαίνουν και από το άλλο βγαίνουν... Διότι αντιλαμβάνεται ο πολίτης ότι δεν βλέπει δελτία ειδήσεων. Βλέπει δελτία υπεράσπισης συγκεκριμένων επιχειρηματικών συμφερόντων. Και σε κάθε περίπτωση νομίζω ότι και τα τελευταία επεισόδια εντάσσονται σε όλο αυτό τον κυκεώνα, ο οποίος ξεκίνησε αμέσως μετά την ολοκλήρωση της διαγωνιστικής διαδικασίας. Υπήρξαν συμφέροντα που παίξανε τα ρέστα τους σε αυτή την ιστορία».
Ερωτηθείς εάν υπάρχει πολιτικό κόστος και εάν υπάρχει ενδεχόμενο να γίνει μπούμερανγκ για την κυβέρνηση, είπε: «Μπούμερανγκ δεν υπάρχει περίπτωση να γυρίσει... Διότι αυτή τη στιγμή έχει αντιληφθεί ο κόσμος ότι αυτή η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη και δεν υπάρχει περίπτωση να διστάσει μπροστά σε επικοινωνιακού τύπου ή άθλιου τύπου πιέσεις. Λοιπόν, δεν είμαι διατεθειμένος εγώ τώρα να συζητήσω το αρνητικό σενάριο ξανά και ξανά. Έχουμε τη δουλειά μας να κάνουμε, την ολοκληρώνουμε, εργαζόμαστε νυχθημερόν, πυρετωδώς και ασταμάτητα για να κάνουμε αυτό που επιτάσσει το δημόσιο συμφέρον και η λαϊκή εντολή».
Ανέφερε, τέλος πως «το ζήτημα της σύνθεσης του ΕΣΡ είναι αρμοδιότητα της Βουλής και όχι της κυβέρνησης. Ο κ. Βούτσης το χειρίζεται κατά πώς επιβάλει ο θεσμικός του ρόλος. Το χειρίζεται με την απόλυτη προσήλωση στη διαδικασία εξεύρεσης συναινέσεων και είμαι βέβαιος ότι έτσι θα συνεχίσει να το κάνει και στην επόμενη φάση».