Διευκρίνισε επίσης πως «οι άδειες είναι κατά τον νόμο 4, ψηφίστηκε από τη Βουλή ο νόμος»
«Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας των πανελλαδικών τηλεοπτικών αδειών θα προχωρήσουμε στη διαδικασία για τις άδειες θεματικών καναλιών», τόνισε ο υπουργός Επικρατείας, Νίκος Παππάς, σε δηλώσεις του στον ραδιοφωνικό σταθμό «Στο Κόκκινο».
Διευκρίνισε επίσης πως «οι άδειες είναι κατά τον νόμο 4, ψηφίστηκε από τη Βουλή ο νόμος» και συμπλήρωσε: «Στο νόμο Ρουσόπουλου ο υπουργός διατηρούσε δικαίωμα απόφασης αριθμού καναλιών και το δικαίωμα να μην τον ανακοινώσει καν στην αντιπολίτευση. Εκείνον δεν τον αποκάλεσαν "χουντικό"».
«Τα κανάλια εθνικής εμβέλειας οφείλουν να έχουν πλήρες περιεχόμενο, ειδήσεις, μυθοπλασία, ψυχαγωγικές εκπομπές κοκ. Τηλεπωλήσεις, μηδενική παραγωγή προγράμματος, αυτό είναι το τηλεοπτικό τοπίο σήμερα. Μας ικανοποιεί;», σημείωσε ακόμη.
Επισήμανε επίσης πως «εξαντλήσαμε κάθε περιθώριο για την οικοδόμηση συναίνεσης για την συγκρότηση της ανεξάρτητης αρχής του ΕΣΡ».
«Ευελπιστούμε στο νέο τηλεοπτικό τοπίο να μπούμε σε ένα πλαίσιο με καθαρό τοπίο, διαφάνεια, ισορροπημένο παιχνίδι... Οι υποψήφιοι στον διαγωνισμό για τις άδειες που έχουν καταδίκες "στην πλάτη τους" δεν μπορούν να είναι κύριοι μέτοχοι... Η παρούσα κυβέρνηση είναι η πρώτη η οποία αδειοδοτεί, η πρώτη που κάνει το μαύρο, λευκό καθαρό και διάφανο», δήλωσε ο κ. Παππάς.
Διευκρίνισε ότι «δεν μπαίνει θέμα ανασχηματισμού, μόνο προετοιμασία για τις διεθνείς πρωτοβουλίες που ακολουθούν στο αμέσως επόμενο διάστημα. Η κρίση έχει αφήσει πίσω της μακροχρόνιες ανισότητες, αναγκαίο το έργο μιας αριστερής κυβέρνησης που θα φέρει δίκαιη ανάπτυξη. Να κάτσουμε να δούμε τι έγινε μέσα σε έναν χρόνο ενόψει της ΔΕΘ, η οικονομία είναι σε φάση σταθεροποίησης...»
«Δεν είναι ότι παρέλαβε η κυβέρνηση καμμένη γη, παρέλαβε και την μεθόδευση Σαμαρά για "άπιαστους στόχους"...», τόνισε.
«Όμορος ο χώρος της σοσιαλδημοκρατίας, εξού και η συμμετοχή του Αλ. Τσίπρα στο Συνέδριο των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών», ανέφερε ακόμη και συνέχισε: «Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία φοβάται το "pasokification", την προσάρτηση δηλαδή στο άρμα της νεοφιλελεύθερης δεξιάς».