Επιστρέφουν δριμύτεροι οι δανειστές τον Σεπτέμβριο για τα εργασιακά
Διαβεβαιώσεις ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση να περικοπεί ο 13ος και ο 14ος μισθός στις επικείμενες διαπραγματεύσεις για τα εργασιακά, ενόψει της δεύτερης αξιολόγησης δίνει ο υπουργός Εργασίας Γιώργος Κατρούγκαλος, μέσω της συνέντευξης που παραχωρεί στο Πρακτορείο, σημειώνοντας ότι αυτό το ζήτημα είναι εκτός της ατζέντας της διαπραγματεύσης.
"Ούτε θα δεχθούμε να συζητηθούν παρόμοια θέματα, γιατί είναι εκτός της ατζέντας της διαπραγμάτευσης, όπως αποτυπώνεται στη συμφωνία του Ιουλίου και που περιλαμβάνει μόνο τρεις άξονες: Επιστροφή των συλλογικών διαπραγματεύσεων, που έχουμε θέσει εμείς και ομαδικές απολύσεις και συνδικαλιστικό νόμο, που τέθηκαν από τους δανειστές μας», δηλώνει ο υπουργός Εργασίας για το θέμα μείωσης των αποδοχών στον ιδιωτικό τομέα και κατάργησης του 13ου και 14ου μισθού.
Ερωτηθείς για το ενδεχόμενο να τεθεί θέμα αύξησης του ελάχιστου επιτρεπόμενου ποσοστού ομαδικών απολύσεων, ο υπουργός Εργασίας απαντά ότι απ' ό,τι φαίνεται κάτι τέτοιο δεν είναι εκτός της ιδεοληπτικής αντίληψης του ΔΝΤ. Ωστόσο, διευκρινίζει ότι στην Ελλάδα κανείς- ούτε οι εργοδότες- θεωρούν ότι πρέπει να αυξηθούν τα ποσοστά αυτά, εκφράζοντας την άποψη ότι η στρατηγική του ΔΝΤ θα απομονωθεί και θα ηττηθεί, όπως συνέβη και στη διαπραγμάτευση για το ασφαλιστικό.
Σχετικά με τον κατώτατο μισθό, υπογραμμίζει ότι επιδίωξη είναι να συμφωνείται, όπως στο παρελθόν, με ελεύθερες διαπραγματεύσεις μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και όχι με κρατική απόφαση, όπως επιβλήθηκε από τα προηγούμενα μνημόνια.
Ερωτώμενος για τα αντισταθμιστικά μέτρα που είχαν προαναγγελθεί για τη στήριξη των συνταξιούχων που χάνουν το ΕΚΑΣ, όπως ελάφρυνση στους λογαριασμούς των ΔΕΚΟ ή στον ΕΝΦΙΑ, ο υπουργός απάντησε γενικά ότι έχουν γίνει πολλές επαφές με τους συναρμόδιους υπουργούς και ήδη, κοστολογούνται εναλλακτικές προτάσεις και οι τελικές αποφάσεις θα ανακοινωθούν σύντομα».
Σε ερώτηση αν πρέπει να αλλάξει στο καθεστώς που ισχύει για τις απεργίες, τη διαιτησία και τα συνδικάτα, ο κύριος Κατρούγκαλος απαντά ότι "το δικαίωμα στην απεργία πρέπει να διαφυλαχθεί ως κόρη οφθαλμού, πάση θυσία, ως το έσχατο όπλο των εργαζομένων". Ωστόσο, "είναι αλήθεια ότι τα συνδικάτα πρέπει να βρουν τρόπους ενίσχυσης της αντιπροσωπευτικότητάς τουςΑυτό, όμως, είναι πρωταρχικά καθήκον των ίδιων και της κοινωνίας, λιγότερο του νομοθέτη. Βεβαίως, δεδομένου ότι ο συνδικαλιστικός νόμος ψηφίστηκε το 1982, είναι δεκτικός μικρών παρεμβάσεων στην κατεύθυνση του εκσυγχρονισμού του και της αντιμετώπισης κακών πρακτικών εφαρμογής του».