Την επιθυμία της να εκλεγεί από τον πρώτο γύρο των εσωκομματικών εκλογών ο νέος πρόεδρος της ΝΔ, αλλά και την εκτίμηση ότι αυτό τελικά δε θα συμβεί και θα χρειαστεί και δεύτερος γύρος, εκφράζει η βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας Ντόρα Μπακιγιάννη, σε συνέντευξή της στα “Νέα”.
“Θα εκλέξουμε τον νέο πρόεδρο αφού μας φωτίσει το Άγιο Πνεύμα”, αναφέρει χαρακτηριστικά η βουλευτής της ΝΔ.
Η κ. Μπακογιάννη διαμηνύει ότι βασική προϋπόθεση για να κλείσουν οι πληγές που άνοιξαν στο κόμμα είναι μετά την εκλογή να πραγματοποιηθεί άμεσα ένα συνέδριο επανίδρυσης της Νέας Δημοκρατίας, που θα συμφωνήσει ένα νέο καταστατικό, σύγχρονο και δημοκρατικό, και προτρέπει σε ένα ουσιαστικό άνοιγμα στο Κέντρο, σημειώνοντας: “Ο ιδεολογικός πυρήνας της παράταξης στις νικηφόρες περιόδους της ήταν εστιασμένος στο Κέντρο και στη φιλελεύθερη πολιτική”.
Στα σενάρια επιστροφής του Αντώνη Σαμαρά απαντά με καυστικό τρόπο, δηλώνοντας: “Και εμένα μου αρέσουν πολύ οι μηχανές του χρόνου. Τις βλέπω στον κινηματογράφο”.
Όσον αφορά στο ποια θα πρέπει να είναι η πολιτική γραμμή της νέας ηγεσίας απέναντι στην κυβερνητική πολιτική, η κ. Μπακογιάννη αναφέρει ότι πρέπει να ασκηθεί σκληρή αντιπολιτευτική κριτική στην κυβέρνηση η οποία “δεν ξέρει πού πατάει και πού βρίσκεται”, όμως η αφοριστική λογική “δεν συνομιλώ με τον πρωθυπουργό” επισημαίνει, είναι άκρως επικίνδυνη. Δηλώνει συγκεκριμένα: “Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε στον δρόμο που ο κάθε πρωθυπουργός θα βρίσκεται μπροστά στο φάσμα της αντιπολιτευτικής τακτικής του. Συναίνεση όμως, δεν σημαίνει λευκή επιταγή. Η συναίνεση δεν μπορεί να επιτευχθεί με ύβρεις και κατηγορίες, μπορεί να επιτευχθεί μόνο μετά την αναγνώριση των λαθών και την ανάληψη ευθυνών”.
Για το ασφαλιστικό σύστημα η κ. Μπακογιάννη τονίζει ότι είναι πολιτικό θέμα υψίστης σημασίας και δεν αφορά μόνο τους σημερινούς συνταξιούχους αλλά σχετίζεται με το πώς θα εξασφαλιστεί ένα εργαλείο ανάπτυξης και αλληλεγγύης.
Για το κατά πόσον η Ελλάδα κινδυνεύει να βρεθεί εκτός Σένγκεν, η κ. Μπακογιάννη αναφέρει ότι δεν θα πρέπει να δώσουμε ως χώρα πάτημα σε εκείνους που ούτως ή άλλως δεν μας βλέπουν με συμπάθεια στην Ευρώπη και σημειώνει ότι θα πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ προσφύγων και οικονομικών μεταναστών.