Συνέντευξη στην ιταλική εφημερίδα «Il Manifesto» παραχώρησε ο γενικός γραμματέας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας, Ελευθέριος Κρέτσος, στην οποία αναφέρεται εκτενώς στον νέο νόμο για τα ΜΜΕ στην Ελλάδα. Όπως διευκρινίζει ο κ. Κρέτσος, «με τον νέο νόμο για την αναδιοργάνωση του ραδιοτηλεοπτικού συστήματος, θέτουμε επιτέλους σαφείς κανόνες και αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια. Είναι ένα όφελος για τη δημοκρατία». «Θέλουμε να υπερβούμε το πρόβλημα της διαφθοράς και του δικτύου των διαπλεκόμενων συμφερόντων μεταξύ του πολιτικού και οικονομικού κόσμου, επιθυμούμε τη διαφάνεια», προσθέτει ο κ. Κρέτσος, καθώς στην «Ελλάδα, δεν υπήρξε ένας και μοναδικός Μπερλουσκόνι» όπως σημειώνει.
Ερωτηθείς γιατί αυτός ο νόμος για τις τηλεοπτικές συχνότητες θεωρήθηκε προτεραιότητα για την κυβέρνηση Τσίπρα, ο κ. Κρέτσος επισημαίνει ότι πρόκειται στην πραγματικότητα για ένα νόμο που η ελληνική κυβέρνηση θα έπρεπε να έχει εγκρίνει εδώ και είκοσι πέντε χρόνια. «Η χώρα μας έχει καθυστερήσει με ανεξήγητο τρόπο να προβεί σε ρύθμιση του τομέα των μέσων ενημέρωσης και επικοινωνίας, ο οποίος αγγίζει πολύ σημαντικές πτυχές για την ίδια τη λειτουργία της Δημοκρατίας».
Όπως διευκρινίζει, μιλάει για το ζήτημα της διαφάνειας, την πιθανότητα να υπάρχουν «ιδιαίτερες» σχέσεις μεταξύ εκείνων που κατέχουν τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και των τραπεζικών ομίλων, τη δυνατότητα υπογραφής συμφωνιών με τομείς του δημοσίου και, φυσικά, την επιρροή που ασκείται επί της κοινής γνώμης και της πολιτικής πραγματικότητας. «Στην Ελλάδα υπάρχει μεγάλο πρόβλημα διαφθοράς και ενός δικτύου διαπλεκομένων συμφερόντων μεταξύ τμήματος του πολιτικού και επιχειρηματικού κόσμου, και για τον λόγο αυτόν επιδιώκουμε να ξεπεράσουμε αυτή την κατάσταση και να διασφαλίσουμε ώστε η χώρα να μην ταυτίζεται πλέον με αυτού του είδους τα προβλήματα. Αγωνιζόμαστε επιπροσθέτως ώστε να εφαρμόζονται το εργατικό δίκαιο και οι κανόνες κοινωνικής ασφάλισης, δεδομένου ότι ένα σύστημα μέσων που δεν τηρεί τους κανόνες, ασκεί πίεση στους δημοσιογράφους» επισημαίνει ο κ. Κρέτσος.
Ερωτηθείς εάν η μεταρρύθμιση που μόλις ενέκρινε η ελληνική κυβέρνηση είναι σε θέση να δώσει τέλος στις δοσοληψίες συμφερόντων, δημοσίων συμβάσεων και άμεσων ή έμμεσων επιδοτήσεων και επιχορηγήσεων που περιγράφηκαν παραπάνω, ο κ. Κρέτσος απαντά καταφατικά, διευκρινίζοντας ότι «τίθενται πολύ συγκεκριμένοι κανόνες σχετικά με το ποιος μπορεί να είναι ιδιοκτήτης ενός εθνικής εμβέλειας τηλεοπτικού δικτύου ψηφιακής εκπομπής. Θα πρέπει να αποδείξει από πού προέρχονται τα κεφάλαιά του, ακόμη και με το ποινικό μητρώο του –δεν θα πρέπει να έχει προβεί ποτέ σε δόλια χρεοκοπία– ενώ μια εταιρεία που υπογράφει κρατικές συμβάσεις σε άλλους τομείς δεν μπορεί να έχει την ιδιοκτησία ενός μέσου ενημέρωσης. Και το ίδιο ισχύει και για τους ιδιοκτήτες και τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων τους» σημειώνει. Αποφασίσαμε να θέσουμε πολύ αυστηρούς κανόνες σχετικά με την υποχρέωση διατήρησης ενός ελάχιστου μετοχικού κεφαλαίου, που καταβάλλεται από την αρχή, ώστε η κατανομή του κεφαλαίου να μην αλλάξει για όσο η άδεια είναι σε ισχύ. Είναι όλες συγκεκριμένες προϋποθέσεις που τίθενται σε ισχύ για πρώτη φορά και επιπροσθέτως οι άδειες αυτές μπορεί να ανακληθούν εάν δεν πληρούνται οι νομικές απαιτήσεις» υπογραμμίζει.
Στην επισήμανση ότι πολλά μέσα μαζικής ενημέρωσης υποστήριξαν τους αντιπάλους του ΣΥΡΙΖΑ, τόσο στις εκλογές, όσο και στο δημοψήφισμα του Ιουλίου, ο κ. Κρέτσος απαντά ότι η επιλογή αυτή έγινε επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ «έσπασε τα αυγά στο καλάθι» σε αυτό το κουβάρι των συμφερόντων. «Είναι σίγουρα μια μοναδική περίπτωση στον κόσμο, αυτή της Ελλάδας, μιας χώρας όπου για είκοσι πέντε χρόνια, οι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί μετέδιδαν μέσω προσωρινών αδειών και με συνεχείς αναβολές. Είναι ένα γεγονός που καταδικάσθηκε ακόμη και από το Συμβούλιο της Επικρατείας, καθώς έρχεται σε σαφή αντίθεση με το κοινοτικό δίκαιο που υπερασπίζεται ρητά τον πλουραλισμό της ενημέρωσης και καταδικάζει τις δεσπόζουσες θέσεις στην αγορά των μέσων ενημέρωσης» σημειώνει.
Προσθέτει, εξάλλου, ότι «δεν τηρήθηκαν ούτε το Σύνταγμα ούτε ο νόμος που ορίζει ότι όλοι οι πολίτες πρέπει να πληρώνουν φόρους ανάλογα με την φοροδοτική τους ικανότητα. Στην εκστρατεία για το δημοψήφισμα τον περασμένο Ιούλιο, μπορέσαμε να διαπιστώσουμε σε ποιο βαθμό δεν ήταν ισορροπημένο το σύστημα των μέσων ενημέρωσης, καθώς υπήρξαν τηλεοπτικές συζητήσεις στις οποίες συμμετείχαν επτά υποστηρικτές του «ναι» στο σχέδιο λιτότητας που είχε προταθεί από τους πιστωτές και ένας μόνο που υπερασπιζόταν τα επιχειρήματα υπέρ του «όχι», όπως σημειώνει. Ο κ. Κρέτσος επισημαίνει δε, ότι «χρησιμοποιήθηκαν πλαστές και δυσφημιστικές ειδήσεις» και διευκρινίζει ότι «αναφέρεται σε εικόνες που μεταδόθηκαν εκείνες τις ημέρες και είχαν καταγραφεί στην Τουρκία μετά από έναν σεισμό, ή στη Νότια Αφρική, μετά από τραγικά γεγονότα που συνέβησαν σε ορισμένες τράπεζες» ενώ υπογραμμίζει ότι παρ' όλ' αυτά αποδείχθηκε ότι «ο ελληνικός λαός διαθέτει την κριτική ικανότητα και την ωριμότητα να καταδικάσει αυτή την μέθοδο παροχής ενημέρωσης».
Στην επισήμανση του δημοσιογράφου σχετικά με το φαινόμενο Μπερλουσκόνι στην Ιταλία και στην ερώτηση εάν ο εν λόγω νόμος αποσκοπεί στην αποφυγή της ίδιας κατάστασης στην Ελλάδα, επιδιώκοντας να μην ταυτίζεται η πολιτική εξουσία με τα μέσα ενημέρωσης, ο γγ Ενημέρωσης και Επικοινωνίας τονίζει ότι «στην πραγματικότητα η Ελλάδα ακολουθεί αυτή την πορεία εδώ και πολλά χρόνια». Σύμφωνα με τον κ. Κρέτσο, «στην Ελλάδα δεν υπήρχε ένας μόνο Μπερλουσκόνι, αλλά επικρατούσε ένα διπολικό πολιτικό σύστημα, το οποίο υπέγραψε πολλές συμφωνίες με επενδυτικά κεφάλαια και ξένες εταιρείες, που τώρα αποτελούν αντικείμενο επισταμένων ελέγχων. Υπήρξαν τα σκάνδαλα του Χρηματιστηρίου και πολλές άλλες προσπάθειες για αναδιανομή του εισοδήματος σε βάρος των εργαζομένων. Επρόκειτο για μια δομημένη κατάσταση, η οποία κατέστη ακόμη πιο σαφής με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης» τονίζει. Ο κ. Κρέτσος εκφράζει ακόμα την εκτίμηση ότι «οι Ιταλοί είναι σε θέση να κατανοήσουν την προσπάθεια που κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, τόσο λόγω της κυριαρχίας του ομίλου Μπερλουσκόνι όλα αυτά τα χρόνια, όσο και λόγω της εμπειρίας από τις άδειες για την ψηφιακή εκπομπή».
Σε ό,τι αφορά τις επικρίσεις έναντι της κυβέρνησης για το ότι διαθέτει υπερβολικές εξουσίες σχετικά με τη δυνατότητα να αποφασίζει την τιμή βάσης για τις άδειες και τον αριθμό των δικτύων, ο κ. Κρέτσος κάνει λόγο για μια «σύγκρουση που βρίσκεται σε εξέλιξη στην Ελλάδα μεταξύ του παλιού και του καινούριου, και αυτό το διαπιστώνει κανείς ξεκάθαρα στον τομέα των μέσων ενημέρωσης. Στο Κοινοβούλιο ακούσαμε ενστάσεις που σχεδόν μας έκαναν να χαμογελάσουμε: Για παράδειγμα ότι με την ψηφιοποίηση, ο τηλεοπτικός χώρος είναι απεριόριστος και κατά συνέπεια ο νόμος είναι αναχρονιστικός. Ή ότι ο υπουργός Επικρατείας, Ν. Παππάς, κατέχει υπερβολικές εξουσίες, ενώ διαθέτει μόνο τη δυνατότητα να ορίζει τον αριθμό των δικτύων. Η τιμή εκκίνησης για τις άδειες θα συναποφασίζεται με τον υπουργό Οικονομικών. Όλα αυτά, ενώ στη χώρα μας πολλές περιοχές εξακολουθούν να μην έχουν πρόσβαση στο ψηφιακό σήμα. Θέλουμε να καταστήσουμε κατανοητό σε όλους ότι η τηλεόραση αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της Δημοκρατίας. Δεν αποτελεί μόνο ψυχαγωγία, αλλά συμβάλει επιπροσθέτως στη δημιουργία κριτικού πνεύματος και στη διάδοση πληροφοριών και γνώσεων» σημειώνει.
Ερωτηθείς σχετικά με την επίσκεψη του Γάλλου Προέδρου Φρανσουά Ολάντ στην Αθήνα και πώς την αξιολογεί, έκανε λόγο για «μια πολύ σημαντική επίσκεψη, η πρώτη επίσκεψη αρχηγού κράτους μιας μεγάλης χώρας τους τελευταίους δέκα μήνες». Εκφράζει επίσης την εκτίμηση ότι «υπήρξε θεμελιώδους σημασίας το γεγονός ότι εκφράστηκε υπέρ των διαπραγματεύσεων για την αναδιάρθρωση του χρέους. Είναι μια θέση που ο κ. Ολάντ είχε ήδη υποστηρίξει κατά το παρελθόν, αλλά τώρα επιβεβαιώνεται εκ νέου. Η Ελλάδα απομακρύνεται ταχύτατα από τον κίνδυνο του Grexit και εισέρχεται σε μια νέα φάση ηρεμίας» τονίζει ο κ. Κρέτσος, σημειώνοντας ωστόσο ότι «για να είμαστε σε θέση να δούμε αποτελέσματα, θα πρέπει να μπορούμε να εφαρμόσουμε όλες τις απαραίτητες παρεμβάσεις, όπως ακριβώς ο νόμος για την αναδιοργάνωση του ραδιοτηλεοπτικού συστήματος».