«Χρειάζεται ευρύτατη συνεργασία όλων των δημοκρατικών ευρωπαϊκών δυνάμεων, στις οποίες συγκαταλέγουμε και τον ΣΥΡΙΖΑ του κ. Τσίπρα μετά τη στροφή και τη διάσπαση. Αρκεί να το πιστέψουν και να το θελήσουν. Και χρειάζεται εθνική ομάδα, όχι πλέον διαπραγμάτευσης, αλλά προετοιμασίας και εφαρμογής του εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης» αναφέρει σε συνέντευξή του στο «Βήμα της Κυριακής» ο Ευάγγελος Βενιζέλος, τονίζοντας ότι ο μόνος τρόπος για να επιβάλλει αυτή τη λύση ο ελληνικός λαός είναι να ενισχύσει τη συμπαράταξη ΠαΣοΚ - ΔΗΜΑΡ, ώστε να μπορεί να ασκηθεί αποτελεσματική πίεση, προκειμένου να διαμορφωθεί το σχήμα της ευρύτατης συνεργασίας.
«Θα μπορούσε να τεθεί βέτο για το πρόσωπο του πρωθυπουργού μιας κυβέρνησης συνεργασίας» παρατηρεί και ασκεί έντονη κριτική στον κ. Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ επισημαίνοντας: «Μόλις ξύσεις λίγο τη επιφάνεια του δήθεν προοδευτικού ριζοσπαστισμού, του παλαιότερα αντιμνημονιακού και τώρα νεομνημονιακού λόγου του κ. Τσίπρα, από κάτω βρίσκεις τα κλασικά μοτίβα του σταλινισμού».
Ο κ. Βενιζέλος υπογραμμίζει ότι η σημερινή στάση του Αλέξη Τσίπρα αγγίζει τα όρια του πολιτικά και εθνικά ανήθικου, γιατί «όταν βρέθηκε στην ανάγκη, κατέφυγε στις ψήφους της αντιπολίτευσης για να διαφυλαχθεί η χώρα από τις επιπτώσεις των δικών τους ανακολουθιών».
«Δεν αντιλαμβάνεται ότι η μεγάλη συστράτευση που έγινε από ανάγκη στην προηγούμενη Βουλή πρέπει να επαναληφθεί και στην επόμενη, ώστε να μπορέσει η χώρα να φύγει από την περιδίνηση στην οποία περιήλθε λόγω του ΣΥΡΙΖΑ και να βγει στην ομαλότητα, έστω με καθυστέρηση τριών ετών που προκαλεί το Μνημόνιο Τσίπρα. Η αλαζονεία του ΣΥΡΙΖΑ φτάνει στο σημείο να λέει ο κ. Τσίπρας στη ΔΕΘ "και τι θα συμβεί αν μου λείπουν λίγες έδρες; Θα αναγκαστούν το Ποτάμι και το ΠαΣοΚ να ψηφίζουν τους νόμους μου, να μου δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης ή ψήφο ανοχής". Νομίζει ότι με τέτοια κολοβά σχήματα, προσωρινά, ασταθή, θα προχωρήσει η χώρα. Δηλαδή ξαναδημιουργεί ζήτημα πολικής αστάθειας και αβεβαιότητας που υπονομεύει την οικονομία, ενώ ξέρει ότι η πρώτη προϋπόθεση οικονομικής ανάταξης είναι να υπάρχει πολιτική σταθερότητα», σημειώνει.