Ενωτικός εμφανίστηκε ο πρόεδρος της ΝΔ, Βαγγέλης Μεϊμαράκης, συνεχίζοντας τη ρητορική του για ανάγκη κυβερνητικής συνεργασίας όλων των πολιτικών κομμάτων την επομένη της 20ης Σεπτεμβρίου.
Σε ομιλία του προς τα στελέχη της τοπικής αυτοδιοίκησης, ο κ. Μεϊμαράκης στηλίτευσε την επιλογή του Αλέξη Τσίπρα να καταφύγει σε εκλογές εξπρές, επαναλμαβάνοντας ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην πρωθυπουργός αποφεύγει το διάλογο. Ενδεικτικό των όσων είπε ο κ. Μεϊμαράκης είναι ότι εμφανίστηκε διατεθειμένος να ζητήσει ακόμα και «συγγνώμη» για τον χαρακτηρισμό «ψευτράκος», εάν αυτό αποτελεί εμπόδιο στη συνεργασία των δύο πολιτικών δυνάμεων.
«Καλά δε θέλει να ‘ρθει να κυβερνήσουμε, αλλά ούτε να συζητήσουμε δε θέλει; Δε θέλει να ‘ρθει να μας δει; Τι δημοκρατική αντίληψη είναι αυτή; Πώς φαντάζεται τη Δημοκρατία στο μυαλό του; Ότι δε θα συζητάμε; Δε θα μιλάμε; Θα πρέπει να είμαστε με το “σεις” και με το “σας”;», διερωτήθηκε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας.
«Γιατί απήντησε ότι “εγώ δεν κάνω κυβέρνηση μ’ αυτόν που με είπε ψευτράκο”… Τι λες; Ζητούμε συγγνώμη. Προκειμένου να λύσουμε το πρόβλημα της χώρας, του ζητούμε επισήμως συγγνώμη. Αν μόνο αυτό είναι η δικαιολογία , εμείς του λέμε ότι κακώς το είπαμε. Δικαιολογίες για να μη συνεργαστούμε υπάρχουν πολλές» πρόσθεσε.
«Τόσα χρόνια τώρα, όλοι αυτοί μας βρίζουν. Μας λένε “προδότες”, μας λένε “γερμανοτσολιάδες”, μας λένε “δολοφόνους της κοινωνίας”. Ενθάρρυναν κατ’ επανάληψη εντάσεις εναντίον προσώπων της παράταξης. Και παρ’ όλα αυτά η γενναιοψυχία της παράταξης μου λέει ότι “πρέπει να τους απλώσουμε το χέρι προκειμένου να σώσουμε τη χώρα”» σημείωσε ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης.
Παράλληλα, ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας επιχείρησε να εμφανιστεί ενωτικός και να ενεργοποιήσει τα αντανακλαστικά των απογοητευμένων ψηφοφόρων που κλίνουν προς την αποχή από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου.
«Βρισκόμαστε, συνέχισε, στο δύσκολο σταυροδρόμι που πρέπει να το βαδίσουμε όλοι μαζί. Δεν είναι δυνατόν να μπούμε σε διχαστικά συνθήματα. Δεν είναι δυνατόν να μπαίνουμε σε διχαστικά διλήμματα. Δεν είναι δυνατόν να φέρνουμε διχαστικά συνθήματα, να φύγει το παλιό, να έρθει το νέο. Να φύγουν τα παιδιά από την οικογένεια και να διώξουν τους γονείς τους. Να διχάσουμε την οικογένεια. Να μη μιλούν οι νέοι με τους μεγαλύτερους. Να μη μιλούν οι γονείς με τα παιδιά. Εμείς τους λέμε ότι ξέρουμε ότι όποτε τα παιδιά συμφωνούν με τους γονείς και οι γονείς με τα παιδιά, τότε έχει δημιουργία η οικογένεια. Εμείς τους λέμε ότι ο λόγος μας είναι ενωτικός. Εμείς θέλουμε να ενώνουμε, να προσθέτουμε δυνάμεις. Δεν μπορεί συνεχώς να βάζουμε διχαστικά διλήμματα σε όλα. Ακόμα και στη μελαγχολία, μας είπε ότι τους έχει πιάσει αριστερή μελαγχολία. Δεν κοιτάει που μας έφερε εθνική μελαγχολία με τη διακυβέρνησή του» σημείωσε.
«Εμείς 21 Σεπτέμβρη διώχνουμε την αριστερή μελαγχολία. Φέρνουμε τη δημιουργία. Φέρνουμε ξανά το χαμόγελο στα χείλη των Ελλήνων. Των δημιουργικών Ελλήνων με τους οποίους θα προσπαθήσουμε τώρα να βαδίσουμε μπροστά. Γιατί δεν έχουμε περιθώρια. Η χώρα πλέον δεν έχει άλλα αστεία. Και θέλω να σας πω ότι είναι μια μεγάλη ευκαιρία αυτές οι εκλογές. Μια ευκαιρία για να φύγει ο λαϊκισμός από τη μέση. Μια ευκαιρία για να νικήσει η αλήθεια απέναντι στο ψέμα. Μια ευκαιρία που θα αποδείξει και πάλι ότι η Νέα Δημοκρατία είναι παράταξη που ξέρει, μπορεί να σηκώνει στους ώμους της την Ελλάδα στις δύσκολες ώρες».
«Δεν είναι ώρα για ψήφο διαμαρτυρίας, δεν είναι ώρα για ψήφο τιμωρίας, δεν είναι ώρα για αποχή. Αυτοί όλοι που το Γενάρη προτίμησαν αυτή την πορεία, άθελα τους, έμμεσα, έφεραν πρώτο το ΣΥΡΙΖΑ. Και βλέπουν τώρα ότι εφτά μήνες μετά μας κόστισε περίπου 90 δισ. Πολλά δεν είναι για να διαμαρτυρόμαστε; Ενενήντα δισ. για μια ψήφο διαμαρτυρίας ή μια ψήφο αποχής μέσα σε επτά μήνες; Πολλά δεν είναι για τον ελληνικό λαό που δοκιμάζεται;», διερωτήθηκε ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, καλώντας σε γενική συστράτευση τόσο τα στελέχη όσο και τους πολίτες. «Δε θέλουμε αυτοί να βγουν μπροστά. Θέλουμε να πάνε στην κάλπη και να ψηφίσουν Νέα Δημοκρατία. Κι εμείς είμαστε με τη μεγάλη αγκαλιά, με την ανοιχτή αγκαλιά, γιατί γνωρίζουμε πως και γιατί θα γίνουμε πλειοψηφία. Και ξέρουμε ότι κι αυτούς τους υποδεχόμαστε. Είμαστε το κόμμα που υποδέχεται τους πάντες. Στο εκκλησίασμα χωράνε όλοι οι πιστοί. Στην Ελλάδα χωράνε όλοι οι Έλληνες. Από εκεί και πέρα, το πώς θα κυβερνηθούμε είναι θέμα πράγματι του Κοινοβουλίου. Αλλά δε μπορεί να αποκλείσουμε εκ των προτέρων κανέναν».