“Κατά τη διάρκεια έξι μηνών, μόνη ενάντια όλων, η Ελλάδα διαπομπεύθηκε από τους εταίρους της κατά τη διάρκεια των αμέτρητων και ατελείωτων συναντήσεων. Με την ευκαιρία αυτή, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποκάλυψε ένα αδιάλλακτο και εκδικητικό πρόσωπο που ενίοτε εξέπληξε”.
Με τα λόγια αυτά, η έκδοση του Αυγούστου του μηνιαίου έντυπου της Le Monde diplomatique προλογίζει εκτενές άρθρο του πρώην υπουργού Οικονομικών Γιάννη Βαρουφάκη, ο οποίος δίνει λεπτομέρειες για τον “πόλεμο φθοράς, τον οποίο έζησε”.
Η διήγηση ξεκινάει από το 2010, όταν η Ελλάδα έχασε τη δυνατότητα εξυπηρέτησης του χρέους της. “Η Ευρώπη”, εξηγεί ο Γ. Βαρουφάκης, “ανήσυχη και θέλοντας να αποφευχθεί η χρεοκοπία των γαλλικών και των γερμανικών τραπεζών, που παρότι αδύναμες είχαν δανείσει δισεκατομμύρια στις ελληνικές κυβερνήσεις -το ίδιο ανεύθυνες με τις τράπεζες-, αποφάσισε να χορηγήσει στην Αθήνα το μεγαλύτερο σχέδιο βοήθειας της ιστορίας. Με μια προϋπόθεση: να προχωρήσει η χώρα σε μια δημοσιονομική εξυγίανση, που μεταφράσθηκε με μια λιτότητα τέτοιας έκτασης, που ουδείς στο παρελθόν είχε ποτέ φανταστεί”.
Ανάμεσα στις συνέπειες της λιτότητας ήταν το ότι “άνοιξε ο δρόμος για μια τεράστια ανθρωπιστική κρίση”, παρόλα αυτά, εξηγεί, “για πέντε χρόνια η τρόικα, επέμεινε πεισματικά σε αυτό το αδιέξοδο που οι οικονομικοί εμπειρογνώμονες ονομάζουν "extend and pretend", ήτοι "παρατείνουμε και προσποιούμαστε". Πρόκειται για τη στρατηγική να δανείζουμε όλο και πιο πολύ έναν οφειλέτη χρεοκοπημένο, προσποιούμενοι ότι δεν είναι (χρεοκοπημένος), με στόχο να μη καταγράψουμε απώλειες στα χρεόγραφα (τίτλους) που διαθέτουμε”.
Ο κ. Βαρουφάκης εξηγεί πως βασικός στόχος του ΣΥΡΙΖΑ μετά την εκλογή του, ήταν να δώσει άμεσα τέλος σε αυτήν την υποκριτική στρατηγική της "προσποίησης".
Δίνει λεπτομέρειες για την πρώτη του συνάντηση με τον Γερούν Ντάισελμπλουμ στην Αθήνα και στη συνέχεια στις συνεδριάσεις του Eurogroup, και τις παρεμβάσεις Σόιμπλε, που εδραιώνουν την εντύπωση ενός συνεχούς “εκβιασμού απέναντι στη δημοκρατικά εκλεγμένη” ελληνική κυβέρνηση. Ενός εκβιασμού για “άμεσο ναυάγιο του προγράμματος που θα μεταφραζόταν με το κλείσιμο των τραπεζών”, εξηγεί.
Ο Γιάννης Βαρουφάκης παρουσιάζει στη συνέχεια το ακατανόητο πέρα-δώθε των διαπραγματεύσεων με τους τεχνοκράτες στο Brussels Group, όπου κάθε φορά που ασχολούντο με ένα θέμα, πριν ακόμα το ολοκληρώσουν, οι εκπρόσωποι της τρόικας παρουσίαζαν ένα καινούργιο: Ξεκινούσαν με τον ΦΠΑ, έβαζαν στο τραπέζι τις συντάξεις, πριν ακόμα καταλήξουν γύρω από τις ελληνικές προτάσεις για το θέμα, πρόσθεταν τα εργασιακά και πριν καν προχωρήσουν σε αυτά, άρχιζαν να μιλούν για τις ιδιωτικοποιήσεις.
“Περνούσαμε από το ένα θέμα στο άλλο χωρίς να μπορέσουμε να συμφωνήσουμε για οτιδήποτε ή να διαπραγματευθούμε σοβαρά (...) Μια γάτα που κυνηγάει την ουρά της δεν θα ήταν λιγότερο αποτελεσματική!”, τονίζει.
Ο πρώην υπουργός αναφέρει, επίσης, ότι ήταν απαγορευτικό για την ελληνική αντιπροσωπεία το να δώσει στη δημοσιότητα τις προτάσεις της: “Απειλώντας με διακοπή των συζητήσεων εάν είχαμε το θράσος να δημοσιοποιήσουμε τις δικές μας προτάσεις, οι ίδιοι (οι θεσμοί) διέρρεαν στον Τύπο, ισχυρισμούς ότι οι δικές μας προτάσεις ήταν "αδύναμες", "κακοσχεδιασμένες" και "αβάσιμες". Με την ελπίδα ότι μια μέρα θα δέχονταν να παίξουν (σοβαρά) το παιχνίδι και να συναντηθούμε στα μέσα του δρόμου, αποδεχθήκαμε να συμμετάσχουμε σε αυτήν τη μασκαράτα”, εξηγεί.
Αναφέρεται ακόμη στις διαφορές που είχαν και μεταξύ τους οι εκπρόσωποι των θεσμών, αλλά και ορισμένοι υπουργοί Οικονομικών με τους επικεφαλής των κυβερνήσεων τους (πχ Αυστρία).
Το πιο σημαντικό όμως για τον ίδιο ήταν η διαπίστωση της “ταπείνωσης της Κομισιόν”: “Το πιο καταθλιπτικό όλων ήταν το να παραστώ στην ταπείνωση της Κομισιόν και μερικών, πολύ λίγων, υπουργών Οικονομικών, που ήταν καλοπροαίρετοι απέναντί μας -το να ακούσω από υψηλά ιστάμενους στην Κομισιόν και στη γαλλική κυβέρνηση ότι "η Κομισιόν θα πρέπει να συμμορφωθεί με τα συμπεράσματα του προέδρου του Eurogroup" ή ότι "η Γαλλία δεν είναι πια αυτό που ήταν"”, λέει ο κ. Βαρουφάκης υπογραμμίζοντας την απογοήτευσή του.
Σημειώνει παράλληλα ότι η διαπίστωση ότι το Eurogroup δεν έχει νομική υπόσταση, που σημαίνει ότι δεν υπάρχει νόμος που να περιορίζει τη δράση του προέδρου του, αντήχησε στον ίδιο ως “η ταφόπλακα της Ευρώπης”.
“Κάτω από συνεχή απειλή, αυτή ήταν ουσιαστικά η ατμόσφαιρα μέσα στην οποία διεξήχθησαν οι διαπραγματεύσεις. Όποια και εάν είναι η άποψη που ο καθένας έχει για την κυβέρνησή μας, αυτό το επεισόδιο θα παραμείνει στην ιστορία ως η στιγμή όπου οι επίσημοι εκπρόσωποι της Ευρώπης, χρησιμοποίησαν τους θεσμούς (το Eurogroup και το Συμβούλιο Κορυφής της ευρωζώνης) και μεθόδους, που καμία Συνθήκη δεν νομιμοποιεί, για να θρυμματίσουν το ιδανικό μιας πραγματικής δημοκρατικής ένωσης. Η Ελλάδα υπέκυψε, όμως αυτό που ηττήθηκε είναι το ευρωπαϊκό όραμα. Κανένας λαός της περιοχής δεν θα πρέπει, ποτέ πια, να διαπραγματεύεται μέσα στο φόβο”, καταλήγει ο Γ. Βαρουφάκης.