Ο Έλληνας πρωθυπουργός επέλεξε την Τρίτη, με τις διαπραγματεύσεις να βρίσκονται εκ νέου προ αδιεξόδου, να ενημερώσει τόσο τους Σταύρο Θεοδωράκη, Φώφη Γεννηματά και Ντόρα Μπακογιάννη, όσο και την ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, επιχειρώντας να συσπειρώσει και να προσδώσει μία ευρύτερη συναίνεση στην άρνησή του να υποκύψει στις «παράλογες» όπως τις χαρακτήρισε αιτιάσεις των πιστωτών, επαναλαμβάνοντας ότι «δεν μπορεί να υπάρξει συμφωνία χωρίς λύση για τη βιωσιμότητα του χρέους».
Ο Αλέξης Τσίπρας κατά την ομιλία του ενώπιον της ΚΟ και ενώ τα βλέμματα όλων των εμπλεκομένων μερών ήταν στραμμένα στην αίθουσα της Γερουσίας στη Βουλή, εξαπέλυσε σφοδρή επίθεση στους δανειστές για την αδιαλλαξία τους και τις ουτοπικές απαιτήσεις τους, καλώντας τους να πουν ουσιαστικά εάν θέλουν να υπάρξει συμφωνία. Με ακόμα σφοδρότερη κριτική αναφέρθηκε στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, φτάνοντας να κάνει λόγο για «εγκληματικές ευθύνες» για τη σημερινή κατάσταση του τόπου.
«Δεν έχουμε ως Κοινοβούλιο κανένα περιθώριο αποδοχής προγράμματος έμπνευσης ΔΝΤ, μόνο η ελληνική κυβέρνηση αποφασίζει για την κατανομή των φόρων, ήρθε η ώρα την κρίση θα πληρώσει η ολιγαρχία και όχι ο κόσμος της εργασίας» υπογράμμισε ο Αλέξης Τσίπρας, επαναλαμβάνοντας ωστόσο ότι «η πραγματική διαπραγμάτευση τώρα αρχίζει» και ότι η κυβέρνηση «δεν λειτουργεί με την πίεση της στιγμής, έχει λάβει εντολή τετραετίας».
Από το περιβάλλον του πρωθυπουργού τις τελευταίες δύο ημέρες παρέπεμπαν στην μεγάλη άνοδο των επιτοκίων δανεισμού των χωρών της Ευρωζώνης και δη της ευρωπαϊκής περιφέρειας που πλήττεται από την κρίση χρέους, αφήνοντας να εννοηθεί ότι οι πιέσεις πλέον των αγορών δεν είναι μόνο προς την Ελλάδα αλλά αγγίζουν και την καρδιά της Ευρώπης, ενώ τόνιζαν ότι «αυτό καθιστά μία ρεαλιστική και αμοιβαία επωφελή λύση μονόδρομο και για τους δανειστές».
Την ίδια ώρα πάντως που ο Αλέξης Τσίπρας ανέβαζε στο ζενίθ τους τόνους ενάντια στους δανειστές, η Άνγκελα Μέρκελ μετά τη συνάντηση που είχε με τον πρωθυπουργό του Λουξεμβούργου Χαβιέ Μπετέλ επαναλάμβανε ότι «θέλω να κάνω τα πάντα για να παραμείνει η Ελλάδα στην Ευρωζώνη».
«Δυστυχώς δεν υπάρχουν πολλά νέα για την Ελλάδα και για αυτό η συζήτηση μας για το θέμα ήταν σύντομη», ανέφερε η κ. Μέρκελ και προσέθεσε ότι «πρώτα από όλα υπολογίζουμε στη συζήτηση στο Eurogroup την Πέμπτη, αλλά και εκεί μπορεί να αποφασιστεί κάτι, μόνο εάν υπάρχει μια κοινή πρόταση των τριών θεσμών με την Ελλάδα για την εφαρμογή των προϋποθέσεων», για να συνεχίσει: «Το θέμα είναι η Ελλάδα να υλοποιήσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Κατά τα άλλα, το θέμα είναι η υλοποίηση του δεύτερου προγράμματος. Αυτό σημαίνει ότι το θέμα δεν είναι κάποιο χρηματοδοτικό κενό, αλλά τα σημεία τα οποία καταγράφηκαν τον Δεκέμβριο του 2014 και το ερώτημα εάν σε αυτά τα σημεία από τη σκοπιά των θεσμών έχει επιτευχθεί επαρκής πρόοδος. Στην ουσία το θέμα είναι η Ελλάδα κάποια μέρα να είναι σε θέση να επανέλθει σε καλύτερη κατάσταση στον τομέα της ανάπτυξης και της απασχόλησης. Και εδώ δυστυχώς, ειδικά σε ό,τι αφορά τις προοπτικές ανάπτυξης, δεν είδαμε τον τελευταίο καιρό βελτίωση. Για αυτό τώρα (χρειάζεται) πλήρης συγκέντρωση στη συνάντηση και ει δυνατόν οι τρεις θεσμοί να συμφωνήσουν με την Ελλάδα. Εάν αυτό θα επιτευχθεί ως την Πέμπτη, δεν μπορώ να το πω».
Μέσα σε αυτό το κλίμα πολεμικής σύγκρουσης με τους δανειστές, το Eurogroup της Πέμπτης θεωρείται εκτός συγκλονιστικού απροόπτου ακόμα μία χαμένη ευκαιρία, ενώ ο πρωθυπουργός σε μία κίνηση υψηλού συμβολισμού και με έντονα μηνύματα γεωπολιτικού ενδιαφέροντος προς την Ευρώπη, θα ταξιδεύει για να συναντηθεί με τον Βλαντιμίρ Πούτιν στην Αγία Πετρούπολη.
Πλέον, στο κυβερνητικό επιτελείο κινούνται με επόμενη ημερομηνία σταθμό την 25 Ιουνίου, που είναι προγραμματισμένη η επόμενη Σύνοδος Κορυφής, με ανοιχτό το ενδεχόμενο να υπάρχει νωρίτερα έκτακτη Σύνοδος μέσα στο Σαββατοκύριακο εφόσον το Eurogroup δεν καταλήξει κάπου.